Σελίδα:Manussos.djvu/167

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
 167 

Σιωπὴ, νὰ μὴ ξυπνήσωμε
Τὸ δροσερὸ παιδάκι·
Ἰδὲς πῶς τὸ χαμόγελο
Τοῦ παίζει ’ς τὸ χειλάκι!
Ἰδὲς, δὲν εἶναι ἡ κόμη του,
Σὰ μάλαμα λαμπρό!
Στρέψε νὰ ἰδῇς Γεράσιμε
Τ’ ἁγνότατό σου ταῖρι,
Ἕνα μικρὸ ἀγγελόπουλο
’Σ τὴν ἀγκαλιά του φέρει.
Ὤ! δέξου το, Γεράσιμε,
Παιδάκι σου εἶναι αυτό.
Πᾶνε ᾑ χορδαὶς τῆς λύρας μου
Ταὶς ἔσπασε ἡ χαρά μου·
Ὁ λάρυγγάς μου ἐβράχνιασε
Ἀπὸ τὰ φωνατά μου,
Παύω· ’τί ἡ Μοῦσα μ’ ἄφηκε
Σὰν ἰῶτα μοναχή!
Μάλιστα, ἡ μοῦσα μου ἔφυγε,
Κ’ ἔφυγε κακιωμένη.
Γιατί δὲν τὴν κεράσατε
Τὴν κακομοιριασμένη,
Κἂν δύο ζαχαροκούλουρα,
Ἕνα γυαλὶ ῥακί!