μακραί, ὥστε μόνον ἀπεσπασμένας στροφὰς δυνάμεθα πρὸς ἐκτίμησιν αὐτῶν νὰ παραθέσωμεν.
Ἐδῶ κοιμᾶται ἡ σύζυγός μου, ἡ πολυαγαπημένη,
Μὲ στεναγμοὺς καὶ ὀδυρμοὺς μᾶς ἔφυγε ἡ καϋμένη.
Ποῦ εἶσαι, Ἑλένη μου; Γιὰ εὔγα νὰ σὲ ’δοῦμεν
Κι’ ἀπὸ τὴ μαύρη μας καρδιὰ δυὸ λόγια νὰ σὲ ’ποῦμεν.
Καὶ ὀλίγον κατωτέρω:
Διαβάτα ποῦ μὲ θαυμασμὸ τὸ μνῆμά της κυττάζεις,
Καὶ τ’ ὄνομά της στὸ Σταυρὸ τὸ νεκρικὸ διαβάζεις,
Εἰπὲ τῆς ἀνθρωπότητος ὡραῖε διαβάτα,
Ὅτι ἐνταῦθα κοίτεται ὑπὸ τὴν μαύρην πλάκα.
Ἄξιον ὅμως σημειώσεως εἶνε ὅτι ἐπὶ τοῦ τάφου τούτου δὲν βλέπει τις καμμίαν οὔτε μαύρην οὔτε ἄσπρη πλάκα, ἀλλ’ αὕτη εἶνε, ὡς καὶ πλεῖσται τῶν ἄλλων πλακῶν, ποιητική μεταφορά.
Πρὸς ἀριστερὰν τοῦ ἀνωτέρω δύναταί τις ν’ ἀναγνώσῃ ὑπὸ ὑάλινον πίνακα ἔντυπον ἐπιτάφιον ἄλλης πολυκλαύστου Ἑλένης, ἀποτελούμενον ἐκ δέκα ὅλων στροφῶν, οἶαι αἱ κατωτέρω:
Ἡ φιλτάτη μας Ἑλένη
Ἀπ’ τὰ σπλάγχνα τῆς μητρός της
Ἔφυγε καὶ πάει σ’ τὸν ῾Αδη
Ἐτυφλώθηκε τὸ φῶς της
Μὲ τὰ εὔμορφά της κάλλη
Εἰς τὸν Ἅδη κατεβαίνει
Κι’ ὁ λαμπρός της χαρακτῆρας
Πάσας νέας ὑπερβαίνει. κτλ.
Περισσότερον ὅμως ἤρεσε εἰς ἡμᾶς τὸ ἑξῆς:
Ὅποιος δάκρυ χύσῃ εἰς τὸ μαῦρο τοῦτο χῶμα
Θὰ λούσῃ βέργα λεμονιὰ μὲ τ’ ἄνθη στολισμένη
Καὶ μιὰ ψυχὴ ἀγγελικὴ μέσα στὴ γῆ κρυμμένη.