Σελίδα:Σμίτ. Η περιστερά.pdf/24

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
— 22 —

σαρκοφάγον ὄρνεον κατέφυγεν εἰς ἐμὲ, ἡ μήτηρ μοῦ εἶπεν ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀποβάλωμεν τοὺς δυστυχεῖς ὅσοι καταφεύγουσι πρὸς ἡμᾶς καὶ ἐχάρη ὅτι εὐσπλαγχνίσθην τὸ μικρὸν καὶ δυστυχισμένον ἐκεῖνο ζῶον. Αἱ δυστυχεῖς αὐταὶ εἶναι ἄξιαι οἴκτου καὶ συμπαθείας καὶ μάλιστα περισσότερον ἀπὸ μίαν περιστεράν.

Ὁ Χριστόδουλος συγκινηθεὶς εἶπε:

— Μεῖνε ἥσυχος, Ἑλένη μου, καὶ θὰ τὰς προστατεύσω μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ. Ἂν ἐσιώπων, ἔκαμνα τοῦτο, διότι ἐσυλλογιζόμην πῶς νὰ εὕρω καλλίτερον τρόπον διὰ νὰ συντρέξω τὴν καλὴν αὐτὴν μητέρα καὶ τὸ παιδί της.

Καὶ ταῦτα λέγων ἔδωκε κάθισμα εἰς τὴν Κλεονίκην διὰ νὰ καθίσῃ, ἐνῷ ἡ Εὐφροσύνη ἐκάθισε πλησίον τῆς Ἑλένης καὶ ἡ Μαρία ἐξῆλθε διὰ νὰ ἑτοιμάσῃ τὰ τοῦ δείπνου.

Ἀφοῦ ἐπληροφορήθη περὶ τῶν αἰτίων, τὰ ὁποῖα ὤθησαν τοὺς ἐχθροὺς τῆς Κλεονίκης νὰ τὴν μεταχειρισθῶσι τόσον ἀδίκως, τῆς ὑπ-