Σελίδα:Ο Κόδρος.djvu/78

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
72

—Καὶ πῶς ὁ Κόδρος νεκρὸς εὑρέθη,
ἄθλιοι κήρυκες, παρʾ ἡμῖν;
—Ἐν τῷ στρατῷ σου ψὲς ἀνῃρέθη,
καὶ μὲ ἀνδρίαν καὶ μὲ τιμήν.
Ὅλος ῥιγήσας ὡχρὸς ὁ Δάμας
ἔκρουσεν ἄπελπις τὰς παλάμας.
Ὡς ἡ Νηόβη ἀπελιθοῦτο,
συμπηγνυμένη κατὰ μικρόν,
ἀπεψυχραίνετʾ ἐκεῖνος οὕτω,
μὴ διαφέρων ἀπὸ νεκρόν.

Ὁ εἷς μανθάνει παρὰ τοῦ ἄλλου
τῆς κηρυκείας τὴν ἀφορμήν.
Καὶ ὅπως κῦμα ποντίου σάλου
τὴν ταραχήν του καὶ τὴν ὁρμὴν
εἰς ἄλλο κῦμα τὴν μεταδίδει,
οὕτω σημαίνει ἀσπὶς ἀσπίδι,
ὅτι ἁλύσεις θεόθεν φέρει
τριὰς κηρύκων εἰς τὸν στρατόν.
Κʾ ὅλον τὸ πλῆθος σημεῖον αἴρει
ἀναχωρήσεως ποθητόν.