σχολοῦντο εἰς τὸ νὰ λαφυραγωγήσωσιν ὅσους ἐκ τῶν φονευθέντων ἔλαβον εἰς τὴν ἐξουσίαν των καὶ ἦσαν διὰ τοῦτο εἰς ἀταξίαν, νομίσας ἁρμόδιον καιρὸν ὁ Κιουταχῆς, ἐφορμᾷ ὁ ἴδιος μὲ ὅλους τοὺς περὶ αὐτὸν ἱππεῖς καὶ προλαμβάνει τοὺς Ἕλληνας ἔξω ἀπὸ τὰ ὀχυρώματά των· γίνεται λοιπὸν συμπλοκὴ ἐκ τοῦ πλησίον, ὥστε τὰ τουφέκια ἀποκατέστησαν ἄχρηστα. Οἱ Ἕλληνες ἂν καὶ ἦσαν πεζοὶ καὶ ἀντεμάχοντο μὲ ἱππεῖς καὶ εἰς τὴν πεδιάδα, ἀντεστάθησαν ὅμως μὲ γενναιότητα, ὥστε οἱ ἐχθροὶ ἐβιάσθησαν ν’ ἀποσυρθῶσιν ὀπίσω εἰς τὰς θέσεις των· καὶ τοῦτο ὑπῆρξε τὸ τέλος ταύτης τῆς μάχης. Ἡ ζημία ἀμφοτέρων τῶν μερῶν ὑπῆρξεν ὁμοία σχεδόν, οἱ Ἕλληνες ὅμως ἔλαβον τὴν ὑπεροχὴν εἰς τὸν ἀγῶνα. Ὁ δὲ Κιουταχῆς δὲν ἀπήλαυσεν ἄλλο εἰς τῆς ἡμέρας ταύτης τὸ κίνημα, εἰμὴ τὸ νὰ ὀχυρώσῃ τὴν ἐκκλησίαν, ὅπου ἔστειλεν ἱκανὰς τροφὰς καὶ πολεμοφόδια.
Οἱ ἐν τῇ Ἀκροπόλει ἰδόντες τοὺς ἀγῶνας τούτους ἐνεθαρρύνθησαν, καὶ τὴν ἑπομένην ἡμέραν ἀποστείλαντες πεζοδρόμον ἀνήγγειλαν εἰς τὸν Καραϊσκάκην, ὅτι δύνανται ἀκόμα καὶ δέκα ἡμέρας περισσότερον ν’ ἀνθέξωσιν· ὅθεν ἂς μὴ βιασθῶσιν, ἀλλ’ ἃς ἐνασχοληθῶσι νὰ κάμωσι καλὸν σχέδιον διὰ νὰ διαλυθῇ ἡ πολιορκία τοῦ φρουρίου. Ὁ ἀρχηγὸς τοὺς ἔγραψεν ἐνθαρρύνων, ὅτι ἐντὸς ὀλίγου ἐλπίζει μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ νὰ τοὺς ἀπαλλάξῃ τῶν δεινῶν των. Παρῆλθον μερικαὶ ἡμέραι χωρὶς νὰ γένῃ κᾀμμία σημαντικὴ συμπλοκή, ἐκτὸς ἀκροβολισμῶν, εἰς τοὺς ὁποίους εἶχον πάντοτε τὴν ὑπεροχὴν οἱ Ἕλληνες· οἱ Τοῦρκοι δὲ ἐφαίνοντο εἰς ἀθυμίαν, συλλογιζόμενοι ἴσως τοὺς κινδύνους καὶ τὰ δεινὰ τῆς φυγῆς, ἄν ἤθελον βιασθῇ νὰ λύσωσι τὴν πολιορκίαν καὶ ν’ ἀναχωρήσωσιν. Ὁ Καραϊσκάκης ἐνησχολεῖτο ἀδιακόπως καὶ μ’ ἐπιμονὴν εἰς τὴν διευθέτησιν τῶν ὀχυρωμάτων κ’ ἔγραφε συχνότατα πρὸς τοὺς Πελοποννησίους ὁπλαρχηγούς, ὅσοι ἦσαν διωρισμένοι νὰ λάβωσι μέρος εἰς τοῦτο τὸ στρατόπεδον, διὰ νὰ καταφθάσωσι τὸ συντομώτερον· διότι ἐπεθύμει νὰ ἐξαπλώσῃ τὸ στρατόπεδον του διὰ νέων ὀχυρωμάτων, διὰ τῶν ὁποίων ν’ ἀποκλείσῃ τὴν κοινωνίαν τῶν περὶ τὸν Φαληρέα ἐχθρῶν μὲ τὸ λοιπὸν στρατόπεδον. Ἐνῷ δὲ ἐγίνετο λόγος περὶ τούτου μεταξὺ τῶν ἀξιωματικῶν τοῦ στρατοπέδου, ὁ Βάσος ἐπιθυμῶν νὰ ἐκπλύνῃ τὸ προσαφθὲν εἰς αὐτὸν ὄνειδος τῆς ἀνανδρίας μὲ κᾀνεν λαμπρὸν κατόρθωμα, ἐπαρακάλεσε τὸν Καραϊσκάκην νὰ τὸν διορίσῃ νὰ κατασκευάσῃ εἰς τὴν θέσιν ταύτην κᾀνὲν ὀχύρωμα. Ὁ Καραϊσκάκης ἀποδεχθεὶς τὴν αἴτησίν του τὸν ἐδιόρισε νὰ ἑτοιμάσῃ ἀρκετὸν ἀριθμὸν παλουκίων· διώρισε ταὐτοχρόνως καὶ τοὺς εἰς Φαληρέα Ἕλληνας νὰ ἑτοιμάσωσι τὴν ἀναγκαίαν ὕλην διὰ νὰ κατασκευάσωσι τρία ὀχυρώματα.
Ἀφ’ οὗ εἰς διάστημα τριῶν ἡμερῶν ἔγεινεν ἡ ἀναγκαῖα ἑτοιμασία, ἐπῆ-