Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σελίδα:Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού (1914).djvu/16

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
11
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
7
ΤΗΣ ΛΕΝΩΣ ΤΟΥ ΜΠΟΤΣΑΡΗ
(1804)
[Mετὰ τὴν παράδοσιν τοῦ Σουλίου διὰ τῆς συνθήκης τῆς 19 Δεκεμβρίου 1808, δι’ ἧς ἐπετρέπετο εἰς τοὺς Σουλιώτας νὰ µεταβῶσιν ἔνοπλοι ὅπου ἤθελον, ὁ Ἀλῆ πασᾶς παρασπονδήσας ἐπεχείρησε νὰ ἐξοντώσῃ τοὺς ἐπιζήσαντας. Τούτων ὁ Κίτσος Βότσαρης φεύγων τὴν δίωξιν ἦλθεν εἰς Βουλγαρέλι τῶν Τσουμέρκων, ἀλλὰ βλέπων ὅτι καὶ ἐκεῖ διέτρεχε κίνδυνον νὰ κυκλωθῇ ὑπὸ τῶν Ἀλβανῶν, παρέλαβε πάντας τοὺς ἐκεῖ Σουλιώτας, ἀνερχομένους εἰς 1148, καὶ κατέφυγε τὴν 22 Δεκεμβρίου εἰς τὰ Ἄγραφα εἰς μονήν τινα ἐπὶ ἀποκρήμνου βράχου. Πολιορκηθεὶς ἐν αὐτῇ ὑπὸ ἰσχυρᾶς δυνάµεως τοῦ Ἀλῆ, ἀντέστη ἐπὶ τέσσαρας μῆνας, ἀλλὰ περὶ τὰ µέσα τοῦ Ἀπριλίου 1804 οἱ Ἀλβανοὶ κατέλαβον διὰ προδοσίας τὴν μονὴν καὶ κατέσφαξαν τοὺς ἐν αὐτῇ, πλὴν 80 περίπου ἀνδρῶν καὶ δύο γυναικῶν, διαφυγόντων μετὰ τοῦ ἀρχηγοῦ. Ἡ Λένω, εἰς ἣν ἀναφέρεται τὸ ἑπόμενον τραγοῦδι, δεκαπενταέτις θυγάτηρ τοῦ Κίτσου Βότσαρη ἐκ πρώτου γάµου, ἑπολέµει εἰς τὴν μονὴν παρὰ τὸ πλευρὸν τοῦ ἀδελφοῦ της Γιαννάκη· φονευθέντος δὲ τούτου, µετέβη πλησίον τοῦ θείου της Νίκζα, πολεμοῦντος παρὰ τὸν Ἀχελῷον, καὶ ἐφόνευσε πολλοὺς Τούρκους. Ἀλλὰ περικυκλωθεῖσα ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν, ὅπως μὴ συλληφθῇ, ἔπεσεν εἰς τὸν ποταμιὸν καὶ ἐπνίγη.]


Ὅλαις οἱ καπετάνισσαις ἀπὸ τὸ Κακοσοῦλι
ὅλαις τὴν Ἄρτα πέρασαν, τὰ Γιάννινα τοῖς πάνε,
σκλαβώθηκαν οἱ ἀρφαναῖς, σκλαβώθηκαν οἱ μαύραις,
κ’ ἡ Λένω δὲν ἐπέρασε, δὲν τὴν ἐπῆραν σκλάβα.
Μὸν πῆρε δίπλα τὰ βουνά, δίπλα τὰ κορφοδούνια,
σέρνει τουφέκι σισανὲ κ’ ἐγγλέζικα κουμπούρια,
ἔχει καὶ ’ς τὴ µεσοῦλα της σπαθὶ μαλαματένιο.
Πέντε Τοῦρκοι τὴν κυνηγοῦν, πέντε τζοχανταραῖοι.
«Τοῦρκοι, γιὰ μὴν παιδεύεστε, μὴν ἔρχεστε σιµά µου,
σέρνω φουσέκια ’ς τὴν ποδιὰ καὶ βόλια ’ς τοῖς μπαλάσκαις.
Κόρη, γιὰ ῥῆξε τἄρµατα, γλύτωσε τὴ ζωή σου.
Τί λέτε, μωρ’ παλιότουρκοι καὶ σεῖς παλιοζαγάρια;
Ἔγώ εἰμαι ἡ Λένω Μπότσαρη, ἡ ἀδερφὴ τοῦ Γιάννη,
καὶ ζωντανὴ δὲν πιάνουµαι εἰς τῶν Τουρκῶν τὰ χέρια».


Στ. 6. σισανὲς ῥαβδωτὸν τουφέκι μὲ ἐξάγωνον κάνναν (λ. περσική). Στ. 8. Τζοχανταραῖοι = ἀκόλουθοι μεγιστᾶνος (λ. τουρκ.).