Σελίδα:Διηγήματα (Αξιώτης).pdf/37

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
— 31 —

κόπο, ἔφτασε καὶ τὸν ἀρρεβώνιασε μὲ τὴν κόρη του· ἀπὸ τὸ ἄλλο ὅμως μέρος τοῦ ἐρρίχτηκε ὁ παππᾶ Συνέσιος γιὰ τὴν κουμπαροῦλα του, τὴν κόρη τοῦ Μαροῦπα· τοῦ ἐμπῆκε μὲ τὰ ὅλα του καὶ τὸν ἔχει στὰ δυὸ στενὰ νά τονε παντρέψῃ. Θέλει αὐτὴ τὴ δουλιὰ νά τηνε κερδήσῃ χωρὶς ἄλλο καὶ γιὰ τὴ φιλοτιμία του — καθὼς λέει — καὶ γιὰ νὰ μπῇ στὴ μύτη τοῦ ἐχθροῦ του τοῦ Κοντοπάνη, ὁποῦ τὸν ἐκατάτρεξε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλονε. Μὲ ὅλη του ὅμως τὴν τέχνη, βλέπει τὸν γαμπρὸ νὰ παραδέρνη σὰν τὸ νερό, στὰ ἐνάντια ρεύματα, καὶ ἀποφασίζει νὰ βάλῃ εἰς ἐνέργεια τὰ μεγάλα μέσα, ὅ,τι τέχνασμα καὶ κατεργαριὰ τοῦ ἔλθῃ στὸ νοῦ. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος ὁ γέρω Κοντοπάνης τὰ μυρίσθη καὶ ἀγρίεψε. Τὴν κόρη του τὴν ἔχει ἀρρεβωνιασμένη καὶ πῇρε τὰ μέτρα του γιὰ νὰ μὴ ῥεζιλευτῇ. Ἐγνώριζε πῶς ὁ παππᾶ Συνέσιος ὡμιλοῦσε συχνὰ μὲ τὸν παππᾱ Κρητικὸ, ἕναν κατεργαρόπαππα τῆς χώρας, ποῦ ἔχωνε τὴ μύτη του, σὰν τὴν ὄρνιθα, εἰς πολλῶ λογιῶνε σκύβαλα καὶ ποῦ ἐδιάβαζε τὴ Σολωμονικὴ στὴς ἀνόητες γυναῖκες καὶ ἤταν πολὺ ἀνήσυχος, τόσο περισσότερο, ὁποῦ ὁ γαμπρὸς ὁ εὐκολολύγιστος, ὅλο ἀνάβαλλε τὴν ἡμέρα τοῦ γάμου. Ἡ ἀρρεβωνιστική του ἡ Ἀννέζα εἶχε καὶ αὐτὴ μεγάλο πεῖσμα καὶ πολλὲς φορὲς τὸν ἐξέβρισε, χωρατὰ κι’ ἀλήθεια, ὀνομάζοντάς τονε ἄστατο ἀνεμόμυλο, ἐνῷ ἐκεῖνος ἐγελοῦσε, λέγοντάς της νὰ μένῃ ἥσυχη.

Ὡς τόσο ἐγίνηκε γνωστὸ πῶς εἰς τοῦ γέρω Μαρούπα τὸ χωριό, θὰ εἶνε χοιροσφάγια, τὸ βράδυ τῆς Κεριακῆς ποῦ ἐρχότανε. Τὰ χοιροσφάγια εἶνε μεγάλο πανηγύρι στοὺς χωριανούς· ἐκεῖ συνάζουνται γειτόνοι καὶ φίλοι καὶ γίνεται ἀτελείωτο φαγοπότι. Αὐτὴ τὴ φορὰ ὁ Κοντοπάνης εἶχε ἀφορμὴ μεγάλη νὰ εἶνε ἀνήσυχος· ἐφοβότανε πῶς τὰ χοιροσφάγι’ αὐτὰ γίνουντ’ ἐπίτηδες γιὰ νὰ σκεπαστοῦν’ ἐκεῖνα ποῦ ὁ γέρω Μαρούπας δὲ θέλει νὰ φανοῦνε καὶ γιὰ νὰ μι-