Καὶ ἄλλος τοῖχος τοῦ τυράννου
Σταματοῦσε τὴ μανία,
Ἦτον ὅμως ἐκεῖ ἐπάνου
Πικρὴ ἀπόφασι γραφτὴ,—
Στὴν Ἁγία μας Σοφία
Μιναρὲς νὰ σηκωθῇ.
Καταριέται ἐσένα, Δύση,
Τὸ Βυζάντιο νικημένο,
Γιατὶ ἀνέπνευσες τὰ μίση
Τοῦ μεγάλου σου παππᾶ,
Ποῦ μὲ πόδι σταυρωμένο
Λειτουργεῖ στὴν ἐκκλησιά.
Μαρτυράει καὶ τὴ ντροπή σου
Τὸ Βυζάντιο νικημένο,
Γιατὶ φεύγει ἕνα παιδί σου
Στὴ μεγάλη συμπλοκὴ,
Γιὰ νὰ σώσῃ ἀτιμασμένο,
Ἕνα δύστυχο κορμί.
Ἀρχηγὸς καὶ φεύγει ἐκεῖνος·
Τὸν ἐξάνοιξε καὶ—Στάσου!
Τοῦ φωνάζει ὁ Κωνσταντῖνος,
Ποῦ, δειλέ, μὲ παραιτεῖς;
Μάθε ἀπὸ τὸ βασιλιά σου
Πῶς πεθαίνει ὁ εὐγενής.—