Νεμνιτσιώτης καὶ οὗτος, καὶ ὑπηρέτησε τὸν ἀγῶνα στρατιωτικῶς, σωματοφύλαξ γενόμενος τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, τὸν ὁποῖον εἶχε θεῖον ἀπὸ τὴν ἀδελφήν του.
Καὶ οὗτος ὡσαύτως κατήγετο ἀπὸ τὴν Νεμνίτσαν. Ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς καθ’ ὅλον τὸ διάστημα τῆς ἐπαναστάσεως. Καὶ κατ’ ἀρχὰς μὲν εὑρίσκετο μὲ τὸν συγγενῆ του, τὸν ἐπίσκοπον Βρεσθένης, τὸν ὁποῖον ἐβοήθησεν εἰς τὴν σύστασιν τοῦ στρατοπέδου τῶν Βερβαίνων, ἔπειτα δὲ ὑπηρέτησεν ὑπὸ τὸν Θ. Κολοκοτρώνην. Κατὰ δὲ τὴν ἐποχὴν τοῦ Δράμαλη εὑρεθεὶς εἰς τὸ Δερβενάκι πολὺ συνετέλεσε, διότι ἦτον εἰς τὸ πέρασμα τοῦ δρόμου μετὰ τῶν ἄλλων τότε καπεταναίων. Πολλαὶ δὲ εἶναι αἱ ἐκδουλεύσεις του. Παντοῦ ἔγεινε γνωστὸς καὶ κατ’ ἐξοχὴν εἰς τὴν Καρύταιναν, ὅπου ἐχρημάτισεν ὡς διοικητὴς συμβιβάζων τοὺς ἐπαρχιώτας κατὰ διαταγὴν τοῦ ἀρχηγοῦ Κολοκοτρώνη.
Ὁ περίφημος οὗτος καπετάνιος καὶ πασίγνωστος κατήγετο ἀπὸ χωρίόν τι ὀνομαζόμενον τοῦ Καρδαρᾶ, κείμενον δὲ μεταξὺ Κάψα, καὶ ἀπόσπασμα ὂν τῆς κώμης Ἁλωνίσταινας, τὸ ὁποῖον ἔλαβε τὸ ὄνομα τοῦ Προύντσου, καὶ ἐλέγετο ἔκτοτε τὰ Καλύβια τοῦ Προύν-