Κοσμοχαλασιά

Από Βικιθήκη
Σκαραβαίοι και Τερρακότες
Συγγραφέας:
Κοσμοχαλασιά


Σα μιὰ σταλαματιὰ νερὸ τ’ ὁλόγιομο φεγγάρι
κρέμεται μὲς στὸν οὐρανό. Στὰ κάτασπρα ντυμένη
φτερὰ κρατόντας παγωνιοῦ, πἀνοιγοκλεῖ, προσμένει
ἀπ’ τὶς μεγάλες τὶς κορφὲς τἀγέρι νὰ φρεσκάρῃ.

Καὶ πάνω ἀπ’ τὸ κεφάλι της τἄστρα γυρνοῦν, σὰ σμάρι
ξανθὰ μελίσσια, ὅπως γυρνάει κι ὁ νοῦς της, ὅπου βγαίνει
καὶ σὰν στρατὸς ἀτέλειωτος κι ὅλος μαζὶ πηγαίνει
στὸν καρδιοκλέφτη ὀμορφονιό, τὸν ἀπολησμονιάρη.

Καὶ γὼ τῆς εἶπα: —Κύτταξε νὰ μή μου ἀναστενάξῃς,
γιατὶ ἂν ξεσπάσῃ ὁ πόνος σου, ὁ πόνος ποῦ γνωρίζω,
καὶ τὴ γαλήνη τοὐρανοῦ φοβοῦμαι μὴν ταράξῃς·

Φοβοῦμαι τὸ φεγγάρι μας, ποῦ στοὐρανοῦ τὴ μέση
στέκει ἀχνὸ ἡλιοστάλαγμα νὰ κρυφολαχταρίζω,
μὴν ταραχτῇ καὶ λυγιστῇ καὶ σκόρπιο ἐμπρός μου πέσῃ!