Η ζωή του Χριστού/Κεφάλαιο ΛΘ

Από Βικιθήκη
Η ζωή του Χριστού
Συγγραφέας:
ΛΘ'. «Πότε Έρχεται η Βασιλεία του Θεού;»


Δεν περιορίζεται άλλωστε σ' αυτή μόνο τη σκέψη ο Ιησούς· το πνεύμα του ήταν πάντα γυρισμένο προς τον ουράνιο Πατέρα, και στους ανθρώπους εδίδασκε να στρέφουν εκεί, για ν' αντλούν την αναγκαία ψυχική δύναμη. Τους έλεγε να μη δειλιάζουν, μόνο να προσεύχονται πάντα, χωρίς ν' αποθαρρύνονται και χωρίς μικροψυχιές· ο Θεός πάντα θα τους ακούσει και θα τους σπλαχνιστεί.

Και, για να τον νιώσουν καλύτερα, τους είπε μια παραβολή, παρμένη σαν πάντα από τη ζωή κοντά τους:

— Κάπου, σε μια πόλη, ήταν ένας δικαστής, που ούτε Θεό φοβούνταν ούτε άνθρωπο ντρέπουνταν. Ήταν και μια χήρα στην πόλη εκείνη, και όλο ήρχουνταν και του έλεγε: «Δώσε μου το δίκαιο από τον αντίδικο μου.» Και, για πολύν καιρό αυτός δεν ήθελε. Μα στο τέλος είπε στον εαυτό του: «Ούτε Θεό φοβούμαι ούτε άνθρωπο ντρέπομαι· επειδή όμως με παραζαλίζει η χήρα αυτή, θα της δώσω το δίκαιο της, μήπως, με το να έρχεται, με φέρει σε στενοχώρια.»

Και τους είπε ο Ιησούς:

— Ακούσατε τι είπε ο άδικος δικαστής. (Αν αυτός αποφάσισε να βοηθήσει τη χήρα επειδή τόσο τον παρακαλούσε, πόσο περισσότερο ο Θεός θα εισακούσει τους εκλεκτούς του, που μέρα και νύχτα τον παρακαλούν.)

Τους είπε ο Ιησούς πως γρήγορα θα εισακουσθούν. Και πρόσθεσε μελαγχολικά:

— Αλλ' ο υιός του ανθρώπου σαν έλθει, άραγε θα βρει την πίστη στη γη;

Ή μήπως και κουρασθούν οι πιστοί του, και δεν τον περιμένουν πια; Ήταν σα να τους προειδοποιούσε να μην κουραστούν, να μην απελπιστούν, να μη νομίσουν πως τους απαρνείται ο Θεός όταν τους συμβεί συμφορά ή λύπη· αλλά, τις δυσκολότερες ίσα ίσα ώρες, να ζητούν βοήθεια ψυχική· καί πάντα, καρτερικά να περιμένουν την επιστροφή του πάλι στη γη, ας είναι και ύστερα από αιώνες και άλλους αιώνες.

Μα πόσοι είναι οι διαλεχτοί αυτοί, που θα διατηρήσουν την πίστη τους δυνατή ως το τέλος;

Μεταξύ σ' εκείνους που τον άκουαν, ήταν και μερικοί που θεωρούσαν τον εαυτό τους ανώτερο, γιατί ακολουθούσαν πιστά όλους τους εξωτερικούς τύπους που τους επέβαλλαν οι διαβασμένοι και οι ιερείς· αυτοί κοίταζαν με περιφρόνηση τους άλλους ανθρώπους, γιατί θεωρούσαν πως είχαν εξασφαλίσει τη Βασιλεία των Ουρανών. Τους ένιωσε ο Ιησούς, και τους είπε την ακόλουθη παραβολή:

— Δυο άνθρωποι ανέβηκαν στο ιερό να προσευχηθούν, ο ένας Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε, και, μέσα του, αυτά προσεύχουνταν και έλεγε: «Θεέ μου, σ' ευχαριστώ που δεν είμαι σαν τους λοιπούς ανθρώπους, αρπακτικός, άδικος, παραλυμένος, ή και σαν τούτον τον τελώνη. Νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, και δίνω το δέκατο από όλα όσα κερδίζω.» Και ο τελώνης στέκουνταν μακριά, και δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό, παρά χτυπούσε το στήθος του, λέγοντας: «Θεέ μου, σπλαχνίσοΟ με τον αμαρτωλό.»

Και τους είπε ο Ιησούς τελειώνοντας:

— Σας λέγω πως αυτός ο τελώνης κατέβηκε συγχωρημένος στο σπίτι του, αλλ' ο άλλος όχι. Γιατί όποιος γυρεύει να υψώσει τον εαυτό του θα χαμηλωθεί, και όποιος ταπεινώσει τον εαυτό του θα υψωθεί.

Και έλεγε ο Ιησούς στους μαθητές του, εκεί που πήγαινε τριγυρισμένος από ανθρώπους φτωχούς, απλοϊκούς, από παιδάκια, γυναίκες και άλλους:

— Δε γίνεται να μην έλθουν οι πειρασμοί —τα σκάνδαλα— μα αλίμονο σ' εκείνον που μέσον του έρχονται· καλύτερα να δέσει μυλόπετρα στο λαιμό του και να ριχθεί στη θάλασσα, παρά να σκανδαλίσει έναν από τούτους τους μικρούς.

Μικροί για κείνον είναι οι απλοί, τα παιδάκια, οι ταπεινοί, που η άκακη καρδιά τους ανοίγουνταν, έτοιμη να δεχθεί τη διδαχή του και τα λόγια του τα σπλαχνικά.

— Προσέχετε τον εαυτό σας! τους προλέγει.

Και πάλι διδάσκει, λέγοντας:

— Αν σου φταίξει ο αδελφός σου, μάλωσέ τον και αν μετανιώσει, συγχώρησέ τον και αν επτά φορές την ημέρα σου φταίξει και πάλι επτά φορές γυρίσει σε σένα λέγοντας, «Μετανιώνω», συγχώρησέ τον.

Τότε πλησίασε ο Πέτρος και του είπε:

— Κύριε, πόσες φορές πρέπει να συγχωρήσω τον αδελφό μου όταν μου φταίξει; Ως επτά φορές;

Του αποκρίθηκε ο Ιησούς:

— Δε σου λέγω ως επτά φορές, αλλά ως εβδομήντα φορές επτά. (Δηλ. τέλος να μην έχει η επιείκεια, και όσες φορές και αν συγχώρησες, συγχώρησε και πάλι.)

Συγκινημένοι τον παρακάλεσαν οι Απόστολοι του και του είπαν:

— Κύριε, αύξησέ μας την πίστη.

Και τους είπε ο Ιησούς:

— Αν είχατε πίστη όσο ένα σπυρί σινάπι, θα λέγατε της συκαμινιάς αυτής, «Ξεριζώσου και φυτέψου στη θάλασσα», και θα σας υπήκουε.

Τέτοια δύναμη, λέγει ο Ιησούς, έχει η πίστη, που κάθε δυσκολία την υπερνικά. Αλλά η πίστη τους αυτή δεν πρέπει και να θεωρείται αιτία για καύχημα είτε πως τους δίνει δικαίωμα αμοιβής.

Και για να τους αποδείξει πως, κάνοντας το καλό, μόνο το καθήκον τους κάνουν και τίποτε άξιο επαίνου, τους είπε με παραβολή:

— Ποιος από σας, όταν δει το δούλο του, οργωτή ή βοσκό, να γυρίζει σπίτι, θα του πει: «Ξεκουράσου και πέσε να φας.» Θα του πει απεναντίας: «Ετοίμασέ μου να δειπνήσω, και, ζώνοντας την ποδιά, υπηρέτα με ώσπου να φάγω και να πιώ, και ύστερα τρως και πίνεις και συ.» Μήπως χρωστάτε χάρη στο δούλο σας γιατί εκτέλεσε την προσταγή σας; Δεν το νομίζω. Έτσι και σεις, σαν κάνετε όσα σας είναι προσταγμένα, να λέτε: «Δούλοι άχρηστοι είμαστε, εκάναμε εκείνο που είχαμε χρέος να κάνομε.» Ανάμεσα σ' εκείνους που άκουαν τον Ιησού, ενώ εδίδασκε πηγαίνοντας, ήταν πάντα μερικοί Φαρισαίοι, που είτε από περιέργεια τον ακολουθούσαν, είτε για να τον πιάσουν σε καμιά του λέξη και να τον καταδικάσουν.

Είχαν ακουστεί τα θαύματα που έκαμνε στο δρόμο, και αυτοί παρακολουθούσαν τη διδαχή του, που, όπως και του Ιωάννη του Βαπτιστή, ολοένα ανάγγελλε τη Βασιλεία των Ουρανών και όμως, ο κόσμος εξακολουθούσε να είναι ο ίδιος, και κανένα σημείο δεν προμηνούσε την ερχόμενη Βασιλεία.

Και τον ρώτησαν:

— Πότε έρχεται η Βασιλεία του Θεού;

Τους αποκρίθηκε ο Ιησούς, και είπε:

— Δεν έρχεται η Βασιλεία των Ουρανών μ' εξωτερικά σημεία, ούτε θα ειπωθεί: «Θα έλθει εδώ ή θα έλθει εκεί», γιατί ιδού, η Βασιλεία των Ουρανών είναι μέσα μας. Όπως το είχε ξαναπεί και άλλη φορά, το ξαναλέγει και αργότερα στις εορτές των Εγκαινίων σε κάθε άνθρωπο μέσα είναι ο Θεός, δηλαδή η συνείδηση του. Όποιος ακούει τα λόγια του Θεού και τα δέχεται και πιστεύει, αυτός μέσα του έχει τη Βασιλεία των Ουρανών. Γιατί σε κάθε άνθρωπο είναι η ψυχή η θεϊκή.

Και γυρνώντας στους μαθητές του, που ούτε αυτοί δεν είχαν καταλάβει τη βαθιά έννοια των λόγων του, παρά κι εκείνοι ίσως να περίμεναν βασιλείες και δόξες ουράνιες με απολαύσεις υλικές, τους είπε για τις δυστυχίες που πρόβλεπε:

— Θα έλθουν μέρες όπου θα λαχταρήσετε να δείτε έστω και μια μέρα του υιού του ανθρώπου, μα δε θα τη δείτε πια.

Γιατί θα λείψει εκείνος, και θα βρεθούν μόνοι στο ψυχικό και ηθικό σκοτάδι.

Και τους προειδοποίησε πως θα βρεθούν άλλοι που θα τους πουν: «Να, εδώ είναι, και να, εκεί είναι» (ο Μεσσίας).

Αλλ' αυτοί να μην πιστέψουν γιατί σαν είναι ο καιρός να ξαναγυρίσει ο υιός του ανθρώπου, θα έλθει ξαφνικά και θα τον δουν παντού, σαν που φαίνεται η αστραπή που ανάβει στην ανατολή και συγχρόνως φαίνεται στη δύση.

— Μα πρώτα, τους είπε, πρέπει πολλά να πάθει ο υιός του ανθρώπου και ν' αποκηρυχθεί από τούτη τη γενεά.

Και τους είπε ότι, όπως ο κατακλυσμός έπνιξε τη γη μόλις μπήκε ο Νώε στην κιβωτό, κι όπως έπεσε η φωτιά ξαφνικά και έκαψε τα Σόδομα, μόλις έφυγε από μέσα ο Λώτ, το ίδιο θα γίνει σαν ξαναγυρίσει ο υιός του ανθρώπου· και αλίμονο σ' εκείνον που γυρίσει πίσω και κοιτάξει τότε τ' ανθρώπινα και τα υλικά πράγματα, αντί να φροντίσει την ψυχή του.

— Θυμηθείτε τη γυναίκα του Λώτ, τους είπε — που φεύγοντας από τα Σόδομα την ώρα της φωτιάς γύρισε να δει πίσω της και αμέσως έγινε στήλη από άλας.

Όπως ο κατακλυσμός και η φωτιά, στα Σόδομα βρήκαν τους ανθρώπους απασχολημένους στις μικροδουλειές τους και στην κακία, και τους κατέστρεψε, έτσι και τότε θα γίνει ξαφνικά ο χωρισμός των ανθρώπων, ακόμα κι εκείνων που έζησαν πιο ενωμένοι στη ζωή, γιατί τότε θα γίνει το ξεδιάλεγμα των καλών και των κακών.

Ταράχθηκαν οι μαθητές με τα λόγια αυτά του Ιησού, και τον ρώτησαν ανήσυχοι:

— Πού, Κύριε;

Και ο Ιησούς τους αποκρίθηκε:

— Εκεί που είναι το πτώμα, εκεί μαζεύονται και οι αετοί[1].


  1. Οι αετοί λέγονται εβραίικα «νεζέρ», αλλά την ίδια ονομασία δίδουν και σε μερικούς γύπες που μαζεύονται στα πτώματα. Ώστε η λέξη του Ευαγγελίου «αετοί», που δεν τρώγουν πτώματα, πρέπει να είναι παρερμηνεία της λέξεως «νεζέρ», που συμπεριλαμβάνει και σαρκοβόρα όρνεα.