Βίοι Πελοποννησίων ανδρών/Επαρχία Τριπολιτσάς

Από Βικιθήκη
Βίοι Πελοποννησίων ἀνδρῶν
Συγγραφέας:
Ἐπαρχία Τριπολιτσᾶς


ΕΠΑΡΧΙΑ ΤΡΙΠΟΛΙΤΣΑΣ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΕΚΕΡΗΣ

Οὗτος ἦτον εἰς τὴν Ὀδησσὸν καὶ ἐκεῖ ἐμπορεύετο. Κατηχήθη δὲ τὰ μυστήρια τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας ἀπὸ τὸν αὐτάδελφόν του Γεώργιον Σέκερην, καὶ ἀνεδείχθη εἷς τῶν ἀρχηγῶν ἑταιριστῶν. Ὁ Σκουφᾶς, ὁ Τσακάλωφ καὶ ὁ Γεώργιος Σέκερης, οἱ τρεῖς οὗτοι ὁμοῦ ἔκαμον τὸ πρῶτον σχέδιον εἰς τὴν Μόσχαν πῶς νὰ γείνῃ ὀ ὀργανισμὸς τῶν Φιλικῶν. Αὐτὸς ἐβοήθησε πολὺ τὸν Ξάνθον καὶ τοὺς λοιποὺς ἑταίρους, καὶ ἔκαμε πολλὴν διάδοσιν τοῦ μυστικοῦ τῆς ἑταιρίας, διὰ δὲ τῆς συνεννοήσεώς του μὲ τὸν ἀδελφόν του Παναγιώτην Σέκερην ἐμπορευόμενον εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἡ ἑταιρία γενικωτέρα ἐγένετο. Ἐπειδὴ δὲ εἰς τοὺς ἀδελφοὺς Σεκεραίους, ὡς Πελοποννησίους, οἱ ἄλλοι Πελοποννήσιοι ἐξεμυστηρεύοντο μὲ περισσότερον θάρρος καὶ εὐκολίαν, διὰ τοῦτο οἱ περισσότεροι ἐκ τούτων κατηχήθησαν ἀπὸ τὴν οἰκογένειαν αὐτήν.

Αἱ ἐκδουλεύσεις καὶ αἱ θυσίαι τῶν Σεκεραίων πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως καὶ μετ’ αὐτὴν εἶναι πολλαὶ καὶ μεγάλαι. Ἔλαβον μέρος ἐνεργητικὸν εἰς τὸν πόλεμον, καὶ μάλιστα ὁ ἀδελφός των Γεώργιος Σέκερης, ὁ ἔξοχος καὶ πολυμαθέστατος τότε ἀνὴρ, ἔγεινεν ἀρχηγὸς τῶν ὅπλων τῆς ἐπαρχίας Τριπολιτσᾶς. Οὗτος εὑρέθη εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, ὅπου ἠρίστευσε κατὰ τὴν μάχην τῆς 9 Μαρτίου, ὡς φαίνεται εἰς τὰς διηγήσεις μου. Κατὰ δὲ τὰς ἀρχὰς τοῦ Μαΐου ἀνεχώρησεν ἀπὸ τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν ὑπῆγεν εἰς τὴν Ἀργολίδα, καὶ ἐτέθη ὑπὸ τὰς διαταγὰς τῆς Κυβερνήσεως διὰ τὴν ἐκστρατείαν τῶν Μεγάλων Δερβενίων. Τότε δὲ κανεὶς ἄλλος δὲν ἤθελε νὰ ὑπάγῃ, καὶ μόνοι οἱ Τριπολιτσιῶται ἀπεφάσισαν, καὶ ὅμως τοὺς κατηγοροῦν ὅτι ἔφυγον ἐκεῖθεν χωρὶς πόλεμον.

Κατὰ δὲ τὴν εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη εἰς τὴν Ἀργολίδα εὑρέθη μετὰ τοῦ στρατηγοῦ Πλαπούτα, καὶ μάλιστα εἰς τὸ Κεφαλάρι τοῦ Ἄργους, καὶ εἰς τὰς ἄλλας ἐκεῖ γενομένας μάχας ἐπολέμησε καλῶς μὲ τοὺς ὑπ’ αὐτὸν πατριώτας του Τριπολιτσιώτας. Ἔπειτα δὲ εἰς τὸν Ἅγιον Σώστην, Ἅγιον Βασίλειον καὶ Κλένιαν, ὅπου τότε ἦτο τοποθετημένον τὸ στρατόπεδον τοῦ πολιορκητοῦ τῶν δύω φρουρίων Ναυπλίου καὶ Κορίνθου ἀρχηγοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, εὑρεθεὶς ὁ Γ. Σέκερης ἐκεῖ, καὶ κυριευθεὶς ἀπὸ νόσον ἀνίατον ἀπέθανεν, καὶ οὕτως ἡ Πελοπόννησος ἔχασε στρατηγὸν πεπαιδευμένον καὶ κάτοχον πολλῶν γλωσσῶν καὶ γνώσεων.


ΡΗΓΑΣ ΠΑΛΑΜΗΔΗΣ

Κατήγετο ἀπὸ τὴν Στεμνίτσαν ἐκ τῆς ἐπισήμου γενεᾶς τῶν Παλαμηδαίων. Ὁ δὲ πατήρ του πρὸ πολλοῦ εἶχεν ἀποκατασταθῆ εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν.

Ἐπανελθὼν δὲ ὁ Ῥήγας ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν κατ’ ἀρχὰς ὀλίγον ἐστάθη εἰς τὰ Βέρβαινα, συντελῶν μετὰ τῶν ἄλλων εἰς τὰς πρώτας συστάσεις τῶν στρατοπέδων. Μετὰ ταῦτα ἦλθεν εἰς τὸ Βαλτέτσι, καὶ εὑρίσκετο ἐκεῖ μετὰ τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη. Ἐπειδὴ δὲ τότε ἡ βάρδια τοῦ Καλογεροβουνιοῦ εἶχε πιάσει τὸν διδάσκαλον τῶν Καλαμῶν Γεράσιμον, ἐρχόμενον ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, ὅπου τὸν εἶχε στείλει ὁ Πέτρος Μαυρομιχάλης, ἐν ἀγνοίᾳ ὅλων τῶν ἄλλων καπεταναίων, καὶ ὡς ἐκ τούτου ἠγέρθησαν πολλαὶ ὑπόνοιαι, οἱ εὑρεθέντες ἐκεῖ Μανιᾶται καπεταναῖοι, Μούρτσινοι, Κουμουνδουράκιδες, Καπετανάκιδες, Βενετσανάκιδες, Τουράκιδες καὶ ἄλλοι πολλοὶ, καὶ οἱ Μαυρομιχαλαῖοι Κυριακούλης καὶ Ἠλίας, ὅλοι αὐτοὶ ἦλθον εἰς λογομαχίαν μὲ τοὺς Ἀναγνωσταρᾶν Παπαγεωργίου, Ἠλίαν Φλέσαν, Δημ. Παπατσώνην, Παναγ. Κεφάλαν, Μητροπέτροβαν, Νικήταν Φλέσαν καὶ Θ. Κολοκοτρώνην, διὰ τὴν ἀποστολὴν ταύτην τοῦ Γερασίμου, καὶ διὰ τὰ γράμματα καὶ τὰ προσκυνοχάρτια, τὰ ὁποῖα οὗτος ἔφερεν ἀπὸ τοὺς Τούρκους, καὶ προσέτι διὰ τοὺς λόγους, τοὺς ὁποίους εἶπε κατὰ τῆς ἐπαναστάσεως ὁ Γεράσιμος, ἀπεφασίσθη καὶ ἐστάλη ὁ Ῥήγας εἰς τὰς Καλάμας διὰ νὰ κάμῃ γνωστὴν εἰς τὸν Πετρόμπεην τὴν διαγωγὴν τοῦ Γερασίμου, καὶ παρακινήσῃ αὐτὸν νὰ ἔλθῃ εἰς τὸ στρατόπεδον διὰ νὰ ἐννοήσουν ὅλοι καὶ νὰ πεισθοῦν, ὅτι θέλει τὴν ἐπανάστασιν· παρέδωκεν δὲ εἰς τὴν συνοδίαν τοῦ Ρήγα καὶ τὸν Γεράσιμον διὰ νὰ μὴν τὸν σκοτώσουν εἰς τὸν δρόμον καὶ κακοφανῆ τοῦτο εἰς τὸν Πετρόμπεην. Τὰ μετὰ ταῦτα ἀναφέρονται εἰς τὰ ἀπομνημονεύματά μου. Κατόπιν ὁ Ῥήγας ἐπέστρεψεν εἰς τὸ Χρυσοβίτσι, καὶ ἐκεῖ ἐβοήθει τὸν Κολοκοτρώνην διὰ τῶν συμβουλῶν του καὶ τῆς γραφικῆς του ἱκανότητος. Μέχρι δὲ τῆς ἐλεύσεως τοῦ πρίγκηπος Ὑψηλάντου ὁ Ῥήγας ἔμενεν εἰς τὸ στρατόπεδον τῶν Τρικόρφων, καὶ ὑπῆγεν καὶ αὐτὸς μετὰ τῶν ἄλλων πρὸς ὑποδοχήν του. Ἔπειτα διωρίσθη γραμματεὺς τῆς Γερουσίας τῶν Καλτεζῶν, καὶ ὕστερον διωρίσθη πάλιν νὰ ὑπάγῃ εἰς τὰς Κεγχρεὰς διὰ νὰ συμβιβάσῃ δυσαρέσκειάν τινα γενομένην μεταξὺ τῶν πολιορκητῶν καὶ τῶν Νοταράδων, καὶ συνάμα νὰ εἰσπράξῃ καὶ τὰ ὑποχρεωτικὰ χρήματα ἀπὸ τὴν Ἐπαρχίαν τῆς Κορίνθου, καὶ νὰ ἴδῃ καὶ τὸ ἐκεῖ φροντιστήριον. Ἔχει δὲ ὅλα τὰ ἔγγραφα τῆς ἀποστολῆς του ταύτης. Ἁλωθείσης δὲ τῆς Τριπολιτσᾶς, ἐπανῆλθεν εἰς αὐτὴν καὶ ἔκτοτε ἀνεμίχθη καὶ εἰς τὰ πολιτικὰ πράγματα, καὶ οὕτω ὑπηρέτει τὴν πατρίδα στρατιωτικῶς μὲ καλὸν ζῆλον. Οὐδεὶς δὲ ἄλλος ἔχει περισσοτέρας ἐκδουλεύσεις πολιτικὰς, διότι ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα ἐπέρασαν ἀπὸ τὴν διεύθυνσίν του.


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΑΡΒΟΓΛΗΣ

Οὗτος ἦτον ἐκ τῶν προὐχόντων τῆς Τριπολιτσᾶς. Ἐκρατήθη μέσα εἰς τὴν πόλιν ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἀλλ’ ἔφυγεν πρὶν αὕτη ἁλωθῇ. Ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς, ὑπῆρξε πληρεξούσιος, βουλευτής, γερουσιαστὴς τῆς Πελοποννήσου καὶ ὑπουργός. Ἡ Πελοποννησιακὴ Γερουσία εἶχε στείλει μίαν ἐπιστροπὴν ἀπὸ τὰ μέλη της διὰ νὰ παρασταθῇ εἰς τὴν παράδοσιν τοῦ Ναυπλίου, καὶ ἓν μέλος αὐτῆς ἦτο καὶ ὁ Γ. Βάρβογλης. Ἐλθόντος ὅμως τοῦ Δράμαλη, ὁ Βάρβογλης ἔφυγεν ἀπὸ τὴν Ἀργολίδα ὁμοῦ μὲ τῶν Παλαιῶν Πατρῶν καὶ ἄλλους, ἀλλ’ εἰς τῇς Πόρταις τοῦ Σάγκα τοὺς ἔπιασαν οἱ στρατιῶται τοῦ Πλαπούτα, καὶ ἤθελον νὰ τοὺς κακοποιήσουν, διότι τοὺς ἐθεώρησαν ὡς αἰτίους τῆς εἰσβολῆς τοῦ Δράμαλη. Ὁ δὲ Βάρβογλης διαφυγὼν ἦλθεν εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν, καὶ ἀμέσως ἐξεστράτευσε μὲ τοὺς συμπατριώτας του, καὶ ὑπῆγεν εἰς τὸ Νιοχωράκι ἀπὸ κάτω ἀπὸ τῇς Πόρταις· ὅτε ὁ Θ. Κολοκοτρώνης ἔτυχε νὰ περνᾷ ἐκεῖθεν, ἀνταμώθη μὲ τὸν Βάρβογλην καὶ ὡμίλησαν, καὶ τοὺς μὲν στρατιώτας ἔστειλεν ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Πλαπούτα, αὐτὸν δὲ ὁ Κολοκοτρώνης ἐπεριποιήθη, λησμονήσας ὅσα τοῦ ἔκαμον οἱ ἐν Ἄργει πολιτικοὶ, καὶ αὐτὸς ὁ ἴδιος Βάρβογλης, καὶ τὸν ἔστειλεν ὀπίσω διὰ νὰ προβλέπῃ τὰς ζωοτροφίας τοῦ στρατοπέδου.

Ἡ οἰκογένεια τοῦ Βάρβογλη ἐξώδευσε καθὼς καὶ αἱ ἄλλαι οἰκογένειαι τῶν ἀρχοντοπροκρίτων· μάλιστα δὲ κατὰ τὴν ἐποχὴν τῶν Ἀράβων ἐφάνη πολὺ πρόθυμος ὁ Γεώργιος Βάρβογλης, διότι ἔστειλε τὸν υἱόν του Σωτηράκην εἰς τὴν ἐκστρατείαν αὐτὴν μὲ σῶμα στρατιωτικὸν ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, ἀλλὰ κατὰ δυστυχίαν, αἰχμαλωτίσθη εἰς τοὺς Ἀβαρίνους, ὡς καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἔμεινε δὲ πολὺν καιρὸν αἰχμάλωτος, ἐλευθερωθεὶς μετὰ τῶν ἄλλων κατὰ τὸ τέλος τοῦ πολέμου.


ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΧΡΗΣΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

Οὗτος ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς. Κατ᾿ ἀρχὰς ἐχρησίμευσε πολὺ κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, διότι εἶχε τὴν ἐφορείαν τῆς ἐπαρχίας εἰς τὰ Τρίκορφα, καὶ μετὰ τῶν λοιπῶν ἐφρόντιζε περὶ τῆς προμηθείας τῶν ἀναγκαίων. Ἀλλ᾿ αὐτὸς ἐξώδευσεν ἐξ ἰδίων εἰς τὰς ἀνάγκας τοῦ πολέμου καὶ διετήρησε τὸ στρατόπεδον μέχρι τῆς ἁλώσεως τῆς πόλεως, καὶ ἦτον ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς Τριπολιτσιώτας, ὁ ὁποῖος πολλὰ ἐξώδευεν. Ἐδόθη ἐνέχυρον ἀπὸ τὴν τότε Κυβέρνησιν εἰς τοὺς Τούρκους τοῦ Ναυπλίου κατὰ τὴν πρώτην συνθήκην, οἵτινες τὸν ἐζήτησαν καὶ ἔμεινεν ἐντὸς τοῦ Ναυπλίου μέχρι τῆς παραδόσεώς του εἰς τοὺς Ἕλληνας. Ὑπῆρξε πληρεξούσιος τῶν ἐθνικῶν Συνελεύσεων, βουλευτὴς καὶ γερουσιαστής.


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

Κατήγετο ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, καὶ ὑπῆρξεν εἷς τῶν προκρίτων, κατὰ δὲ τὴν ἐπανάστασιν ἐπαρουσιάσθη στρατιωτικός, ἀλλὰ καὶ πολιτικῶς ὑπηρέτησεν, ἔχων ζῆλον καὶ προθυμίαν ὑπὲρ τοῦ ἀγῶνος καὶ παντοῦ εὑρίσκετο.


ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΠΗΛΙΑΔΗΣ

Πρὶν τῆς ἐπαναστάσεως ἐνήργει τὰ τῆς Ἑταιρίας εἰς Κωνσταντινούπολιν καὶ ἀλλοῦ. Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν εἰς τὴν πατρίδα του Τριπολιτσᾶν κατὰ τὴν ἀρχὴν τῆς ἐπαναστάσεως, συνήργει καὶ παρεκίνει εἰς τὴν ἐπανάστασιν τοὺς Ἕλληνας. Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς πόλεως ἔγεινε γραμματεὺς τῆς Πελοποννησιακῆς Γερουσίας, ὕστερον δὲ πληρεξούσιος, βουλευτὴς καὶ ὑπουργὸς τοῦ Καποδίστρια. Τελευταῖον δὲ συνέγραψε καὶ ἀπομνημονεύματα τῆς Ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως.


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΕΧΙΩΤΗΣ

Οὗτος ὑπηρέτει πάντοτε μὲ τὸν Θ. Κολοκοτρώνην καὶ λοιποὺς καπεταναίους, δείξας πολλὴν γενναιότητα καὶ τρόπον πολεμικὸν κατὰ τὰς μάχας καὶ τὰς πολιορκίας, εἰς τὰς ὁποίας εὑρέθη μὲ τοὺς συμπατριώτας καὶ γείτονάς του.


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΙ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΑΡΒΑΛΑΙ

Κατήγοντο ἐκ Τριπόλεως καὶ ὑπηρέτησαν τὴν πατρίδα στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς. Μάλιστα ὁ Γεώργιος παντοῦ ἔτρεχεν. Ἡ οἰκογένεια αὕτη μαζὺ μὲ τὸν θεῖόν των ἔδειξαν πολὺν ἐνθουσιασμόν, καὶ ἐξώδευσαν ἐξ ἰδίων κατὰ τὰς πρώτας ἡμέρας τῆς ἐπαναστάσεως.


ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΚΟΝΤΡΙΑΝΟΣ

Ἦτον ἀπὸ τοῦ Κάψα. Ὁ καπετάνιος οὗτος καὶ πρὶν ἀρχίσει ἡ ἐπανάστασις ἐνεργοῦσε καὶ παντοῦ ἔτρεχε προετοιμάζων τὰ τοῦ πολέμου. Ἐκραγείσης δὲ τῆς ἐπαναστάσεως εὑρέθη καὶ αὐτὸς καὶ ἐπολέμησε μὲ τοὺς Δαραίους, ὅταν οὗτοι ἦλθον ἀπὸ τοῦ Δάρα κυνηγοῦντες τοὺς Κιαχαγιάδές των. Ἐπολέμησε μέχρι τέλους τῆς πολιορκίας Τριπολιτσᾶς, εἰς δὲ τὸν πόλεμον τοῦ Λεβιδίου ἐκεῖ ἐφάνη ὅτι ἦτο παληκάρι.


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΚΩΝΗΣ

Ἐγεννήθη εἰς τὸ χωρίον Πικέρνι. Ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς μὲ τοὺς συγχωρίους του κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, καὶ ἰδίως κατὰ τὴν θέσιν Γράναν καὶ Καπνίστραν μὲ τὸν Δαγρὲν ὅπου καὶ αἰχμαλωτίσθη, καὶ ἐλευθερώθη ἔπειτα μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς, ἀκολουθήσας πάλιν τὸν στρατιωτικόν του βίον.


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΗΛΙΔΑΣ

Οὗτος ἦτο πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως γνωστὸς διὰ τὰς σχέσεις του μὲ τοὺς πλέον παληκαράδες Τούρκους. Κατηχηθεὶς δὲ τὰ μυστήρια τῆς Ἑταιρίας πολὺ ὡφέλησεν ὕστερον καὶ μάλιστα τὸν ἀοίδιμον Ζαΐμην, διότι εἰς αὐτὸν ἐξεμυστηρεύετο ὅλα τὰ τῶν Τούρκων. Ὑπηρέτησε δὲ στρατιωτικῶς εἰς πολλὰς μάχας ὑπὸ τὸν Κολοκοτρώνην, καὶ ὅπου ἀλλοῦ ἡ ἀνάγκη τὸν ἐκάλει. Ἔπεσε δὲ μαχόμενος ἐναντίον τῶν Ἀράβων κατὰ τὴν ἅλωσιν τοῦ Νεοκάστρου ὑπὸ τοῦ Ἰμβραὴμ.


ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΣΑΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Οὗτος ἔχαιρε τὴν ἀγάπην καὶ τὴν ἐμπιστοσύνην τῶν συμπατριωτῶν του Τριπολιτσιωτῶν, καὶ οἱ στρατιῶται τὸν ἤθελαν καὶ τὸν ἐγύρευαν νὰ τὸν ἔχουν ἀρχηγὸν διότι ἦτο στρατιωτικὸς καλός. Ἐμάχετο πάντοτε μὲ γενναιότητα εἰς τὰς μάχας, καὶ μαζὺ μὲ τοὺς συμπατριώτας του εὑρέθη εἰς τὰς ἀνάγκας τοῦ πολέμου καὶ κατ’ ἐξοχὴν εἰς τοῦ Δράμαλη.


ΘΑΝΑΣΗΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ

Κατήγετο ἀπὸ τὸν Ἅγιον Βασίλειον. Ὑπῆρξε στρατιωτικὸς καὶ ἐβαστοῦσε μὲ τοὺς ὑπ᾿ αὐτὸν στρατιώτας ἄνωθεν τοῦ βουνοῦ Ζευγαλατιοῦ, τοῦ λεγομένου τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βαρσῶν. Παρευρέθη εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς κατὰ τὴν ἀνωτέρω θέσιν, ὡς καὶ εἰς πολλὰς ἄλλας μάχας κατὰ τοῦ Δράμαλη καὶ ἀλλοῦ· Ὑπῆγε δὲ καὶ εἰς τὰ Μεγάλα Δερβένια μετὰ τῶν ἄλλων Τριπολιτσιωτῶν πρὸ τῆς εἰσβολῆς τοῦ Δράμαλη.


ΑΛΕΞΙΟΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ

Κατήγετο ἐκ Λεβιδίου. Ὑπηρέτησε δὲστρατιωτικῶς, ἐξέχων τῶν ἄλλων καπεταναίων τῆς πατρίδοςτου καὶ τῶν πέριξ χωρίων, καὶ διὰ τοῦτο πάντοτε περὶ αὐτὸν ἐσυγκετρόνοντο οἱ στρατιῶται ἀπὸ τὸν Μύτικα καὶ πέραν, καὶ εἰς τοῦτο τὸ μέρος τῆς ἐπαρχίας ἔκαμνε τὸν ἀρχηγόν. Ἐπολέμησεν δὲ εἰς πολλὰς μάχας, καὶ ἔπεσε μαχόμενος πρὸς τοὺς Ἄραβας κατὰ τὸ βουνὸν Σφαντῆρι καὶ Καταβόθρα πλησίον τῆς πατρίδος του.


ΚΟΛΙΟΣ ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

Οὗτος ὁ στρατιωτικὸς κατήγετο ἀπὸ τὸ χωρίον Δάρα, καὶ ἦτο πολὺ γενναῖος, διότι εἰς ὁποιανδήποτε μάχην καὶ ἂν εὑρίσκετο διεκρίνετο, ἔχων πάντοτε τοὺς γείτονάς του βοηθοὺς καὶ συμπολεμιστάς. Ὅταν δὲ ἐσκοτώθη ὁ Παπᾶ Ἀρσένης Κρέστης εἰς τὸν Ἅγιον Σώστην, κατὰ τὴν μάχην αὐτὴν ἐφάνη ἡ παληκαριά του, διότι τότε ἐβοήθησε τὸν στρατηγὸν Νικήταν καὶ οὕτως ὅλοι ἐσώθησαν. Κατὰ δὲ τὴν πρώτην μάχην τοῦ Λεβιδίου ἐκλείσθη εἰς ἕνα σπίτι μὲ τοὺς γείτονάς του, ἐπολέμησε τοὺς Τούρκους καὶ συνετέλεσε καὶ αὐτὸς εἰς τὴν νίκην τῶν Ἑλλήνων.


ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ

Καὶ οὗτος ὁ καπετάνιος ἦτον ἀπὸ τοῦ Δάρα. Ἐπρωτοφάνη πρὸ τῆς 25 Μαρτίου, καὶ ὕψωσε σημαίαν. Ἐκυνήγησε τοὺς κεχαγιάδες τοῦ Γκιοσοῦ καὶ Παλῃόπυργου, καὶ ἄλλους ἀκόμη Τούρκους εὑρεθέντας τότε ἐκεῖ, καὶ τοὺς ὑπῆγε κυνηγῶντας, ἕως τῂς Τρόκλαις τοῦ χωρίου Κάψα, ἐσκότωσεν ἕνα τῶν Ὀθωμανῶν, τοὺς δὲ ἄλλους κατεδίωξε πολεμῶν ἕως εἰς τὴν θέσιν Κατσάναν. Ἐκεῖ εὑρέθησαν Τοῦρκοι καβαλαραῖοι περισσότεροι, ἔγεινε μάχη, καὶ ἐλαβώθη ὁ Κουτσομπραΐμης. Οὗτος ἦτο καβάλα καὶ τὸ ἄλογόν του τὸν ἐπῆγεν εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν ὅπου καὶ ἀπέθανε. Τοῦτο ἔδωκε φόβον εἰς τοὺς Τούρκους. Εἰς δὲ τὴν μάχην αὐτὴν εὑρέθησαν καὶ οἱ συγχώριοί του Δημήτριος Τσέκος, Παναγιώτης Μεγρέμης, Σταμάτης Μπακόπουλος Πανάγος Μονάντερος καὶ Ἀναγνώστης Λαμπρόπουλος. Αὐτοὶ δὲ ὅλοι καὶ ἄλλοι γείτονές των εὑρέθησαν καὶ εἰς τὸν πόλεμον τοῦ Λεβιδίου, ἐκλείσθησαν εἰς τὰ σπίτια καὶ ἐπολέμησαν μὲ κίνδυνον, διότι οἱ Τοῦρκοι ἐπλησίασαν τὸ σπίτι, ἐσκότωσαν τὸν Ἀναγνώστην Τσαβαρόπουλον, ἔβαλαν φωτιὰ εἰς τὰ σπίτια, ὡς καὶ εἰς τὰ ἄλλα σπίτια ὅπου ἦσαν οἱ Καλαβρυτινοὶ κλεισμένοι. Οἱ Δαραῖοι εἰδοποιήθησαν ἀπὸ τὸν ἀγάν των, ὁ ὁποῖος ἦτον εἰς τὰ Καλάβρυτα, διὰ νὰ ἔβγουν νὰ τὸν προϋπαντήσουν καὶ τὸν συνοδεύσουν μὲ τὰ ὅπλα των ἀπὸ τὸ γεφύρι τοῦ Ἀμπίμπαγα, ἀλλ’ αὐτοὶ ἀντὶ νὰ ὑπάγουν εἰς τὸ κάλεσμα τοῦ ἀγᾶ των, ἐκυνήγησαν τοὺς κεχαγιάδες των. Πόσην ἀνυπομονησίαν τότε εἶχον οἱ Ἕλληνες, δὲν ἔβλεπον τὴν ὥραν νὰ ἐπαναστατήσουν. Μάλιστα ὁ Μωριᾶς εἶχε παραψηθῆ ἀπὸ τὴν τυραννίαν.


ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑ ΚΩΣΤΑΣ

Οὗτος ἐπίσης κατήγετο ἀπὸ τοῦ Δάρα. Ὑπῆρξε σωματοφύλακας τοῦ Κολοκοτρώνη, ὡσαύτως καὶ ὁ Γιαννάκος Κούρας, ὅστις ἀφοῦ πολὺν καιρὸν ὑπηρέτησεν ὑπὸ τὸν Γεροκολοκοτρώνην, ἔπειτα ἠκολούθησε τὸν στρατηγὸν Γενναῖον. Καὶ οἱ δύω οὗτοι παρευρέθησαν εἰς πολλὰς μάχας μέχρι τέλους τοῦ ἀγῶνος, καὶ ὑπηρέτησαν μὲ ζῆλον καὶ γενναιότητα.


ΝΙΚΟΛΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Οὗτος ὁ μετονομασθεὶς καὶ Πύρλας κατήγετο ἐκ Τριπόλεως. Εὑρίσκετο πάντοτε εἰς τοὺς πολέμους, ὡς εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς ἰδιαιτέρας του πατρίδος, καὶ μετὰ ταῦτα εἰς τὴν Ἀργολίδα κατὰ τὴν εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη, ὅπου εὑρέθη μετὰ τῶν ἄλλων Τριπολιτσιωτῶν ὑπὸ τὸν στρατηγὸν Πλαπούταν κατὰ τὰς θέσεις Σχοινοχῶρι καὶ Ἄκοβαν ὄπισθεν τοῦ Παλαιοκάστρου Ἄργους, πολεμοῦντες τὸν τρομερὸν Δράμαλην μέχρι τῆς καταστροφῆς του. Ὑπηρέτησε δὲ καὶ αὐτὸς μὲ ζῆλον καὶ γενναιότητα.


ΜΙΧΑΗΛ ΚΟΤΣΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

Καὶ οὗτος ἦτον ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν καὶ ἐπολέμησε κατὰ τὴν πολιορκίαν αὐτῆς. Ἔπειτα ὑπῆγεν εἰς τὴν πολιορκίαν τοῦ Ναυπλίου πρὸ τῆς εἰσβολῆς τοῦ Δράμαλη, ἔχων μικρὸν σῶμα στρατιωτῶν. Μετὰ δὲ τὴν εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη οἱ Τριπολιτσιῶται ὅλοι ἐξεστράτευσαν κατὰ τὴν θέσιν Πόρταις καὶ Νιοχωράκι. Αὐτὸν εὗρεν ὁ στρατηγὸς Κολοκοτρώνης περνῶν ἀπὸ τῇς Καρυαῖς καὶ τὸ Νιοχωράκι, ὁ ὁποῖος ἔδειξεν εἰς τὸν ἀρχηγὸν τὴν θέσιν, ὅπου οἱ στρατιῶται ἐστέκοντο, καὶ οὗτος τότε τοὺς ὡδήγησε νὰ υπάγουν εἰς τὸν στρατηγὸν Πλαπούταν κατὰ τὸ Σχοινοχῶρι. Ἐντεῦθεν ὁ Κολοκοτρώνης ἔστειλεν ὀπίσω τὸν Βάρβογλην διὰ τροφάς. Ὁ Κοτσονόπουλος παρηκολούθησε τὸν Πλαπούταν μέχρι τῆς πτώσεως τοῦ Ναυπλίου.


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΡΒΑΛΗΣ

Ἦτον ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν καὶ ἐκεῖ ἐμπορεύετο. Ἀφοῦ δὲ κατηχήθη εἰς τὸ μυστήριον τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας, ἔγεινε τόσον ζηλωτής, ὥστε παρῄτησεν ὅλας τὰς ἐμπορικάς του ὑποθέσεις, καὶ ὑπῆγεν εἰς τὰς νήσους Ὕδραν καὶ Σπέτσας διὰ νὰ κατηχήσῃ τοὺς ἐκεῖ νησιώτας. Καὶ κατὰ τοῦτο μόνον εἰς Σπέτσας ἐπέτυχεν, εἰς δὲ τὴν Ὕδραν ὀλίγην ἔδωκαν ἀξίαν εἰς τοὺς λόγους του. Εἰς δὲ τὴν πατρίδα του ἐγενίκευσε τὴν ἑταιρίαν. Κατὰ τὰ μέσα δὲ τοῦ Δεκεμβρίου 1820, ἐγὼ εἶδον αὐτὸν τόσον πολὺ ἐνθουσιώδη, ὥστε δὲν ἠθέλησα νὰ τὸν πλησιάσω ὡς πολὺ ἐπικίνδυνον. Εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν ἐγὼ ἐπροσποιούμην, ὅτι εἶμαι ἰατρός. Πρὸ ἐμοῦ δὲ εἶχεν ἔλθει ὁ Γεώργιος Κοτσάκης ἐξ Ἁλωνισταίνης ἀπὸ τὴν Ὀδησσόν, τοῦ ὁποίου τὴν κεφαλὴν ὁ Ἀρβάλης ἐφούσκωσε, καὶ ὅστις ἐννοηθεὶς ἀπὸ τοὺς Τούρκους ἀμέσως ἤλλαξε τὰ ἐνδύματά του καὶ ἐφόρεσε στολὴν Ἀγγλικήν. Τοῦτον ἐγὼ ἐφυγάδευσα, ἀλλ’ ἐξ αἰτίας του παρεφύλαττον καὶ ἐμὲ οἱ Τοῦρκοι· μάλιστα δὲ μὲ ἀνεγνώρισεν ὁ σπαχῆς τῶν Μαγουλιάνων Ἀχμουσαγᾶς Τσιτόγλους, καὶ ἕνεκα τούτου ἔκτοτε ἠναγκάσθην καὶ ἐφόρεσα Ὑδρέϊκα ἐνδύματα διὰ νὰ φανῶ, ὅτι εἶμαι τακτικὸς καὶ ἀνήκω εἰς τὸν στόλον, καὶ οὕτω διέφυγον τὴν προσοχὴν τῶν Τούρκων.

Τὸν δὲ Ἀρβάλην διὰ τὸν ἐνθουσιασμόν του οἱ ἄνθρωποι τὸν ὑπώπτευον μήπως τολμήσῃ καὶ κατηχήσῃ καὶ αὐτὸν τὸν Πασᾶν τοῦ τόπου, καὶ ὡς ἐκ τούτου πλέον δὲν τὸν ἐπλησίαζον. Ἐν τούτοις ἐβγῆκε πρὶν ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, ὑπῆγεν εἰς τὰ Καλάβρυτα καὶ παρεκίνησε τὸν Σωτήρην Χαραλάμπην, τὸν Σ. Θεοχαρόπουλον, τοὺς Πετιμεζαίους καὶ λοιποὺς, καὶ ἦλθεν εἰς τὸ Λεβίδι ὅπου ἔγεινεν ἡ πρώτη μάχη. Ἐδαπάνησε δὲ ἐξ ἰδίων διὰ τὰς ἀνάγκας τῆς πατρίδος.

Εἰς τὰ Τρίκορφα κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς εὑρίσκετο ὁ σύλλογος ὅλων τῶν ἐμπόρων τῆς πόλεως. Οὗτοι ἀφοῦ ἀφῆκαν ὅλην τὴν περιουσίαν των καὶ τὰ παιδιά των ἀκόμη εἰς χεῖρας τῶν Τούρκων, ἔφυγαν καὶ εἶχον τὴν φροντίδα νὰ προμηθεύωνται τὰ ἀναγκαῖα εἰς τὸν πόλεμον. Τὸ αὐτὸ προσέτι ἐγένετο καὶ εἰς τὰ Βέρβαινα, διότι καὶ ἐκεῖ ἦσαν ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἐξώδευον ἐξ ἰδίων. Ἡ οἰκογένεια τῶν Ἀντωνοπούλων εὑρίσκοντο παντοῦ. Εἰς τὸ Ἄργος ἦτον ὁ Σταματέλος, ὅστις ἐγένετο καὶ πληρεξούσιος εἰς τὰς Ἐθνοσυνελεύσεις, εἰς δὲ τὴν Τριπολιτσᾶν ὁ Κωνσταντῖνος, ὅστις ὑπῆρξε πολιτικὸς ἔχων ὑπόληψιν παρὰ τοῖς τότε ἀρχηγοῖς καὶ καπεταναίοις καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν παρὰ τῷ Δ. Ὑψηλάντη καὶ Θ. Κολοκοτρώνη. Εὑρίσκοντο δὲ καὶ ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς εἰς τὴν Μεσσηνίαν, τὰς Καλάμας καὶ εἰς τὸ Νησί. Οἱ δὲ ἀδελφοὶ Γαλανόπουλοι, οἱ ἀδελφοὶ Σαρδελαῖοι Σωτῆρος καὶ Προκόπης, οἱ ἀδελφοὶ Γιαννακόπουλοι Παναγιώτης καὶ Γεώργιος, ὁ Βασίλειος Ἀθανασόπουλος, ὁ Δημήτριος Λαγοπάτης, καὶ λοιποὶ ἔμποροι, ὅλοι οὗτοι συνεισέφερον, ὅ,τι καὶ ὅσα ἕκαστος ἐδύνατο κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς πατρίδος των Τριπολιτσᾶς. Κατόπιν δὲ μετὰ τὴν ἅλωσίν της ἐσύστησαν μεταξύ των τὸ σύστημα τοῦ τόπου των, καὶ ἐζήτησαν ἀπὸ τὸν Θ. Κολοκοτρώνην νὰ τοὺς δώσῃ τὸν υἱόν του Πάνον πρὸς διατήρησιν τῆς τάξεως καὶ τῆς ἡσυχίας τῆς πόλεως. Ὅλους τοὺς ἀνωτέρω ἡ Πελοποννησιακὴ Γερουσία μετεχειρίσθη εἰς διαφόρους ὑπηρεσίας πολιτικὰς, εἰς εἰσπράξεις χρημάτων καὶ προμήθειαν τροφῶν.


ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΡΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

Καὶ οὗτος κατήγετο ἐκ Τριπόλεως, καὶ ὑπηρέτησε πολιτικῶς τὴν πατρίδα βοηθῶν τὸ φροντιστήριον τῶν Βερβαίνων. Μετὰ δὲ τὴν σύστασιν τῆς Γερουσίας διωρίσθη φροντιστὴς τῶν τροφῶν εἰς τοὺς Ἀφεντικοὺς Μύλους.


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

Ἦτον καὶ οὗτος ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, ἔμπορος τὸ ἐπάγγελμα· ὑπηρέτησε δὲ πολιτικῶς εἰς τὸ τοπικὸν σύστημα, ὡς ἔφορος καὶ δημογέροντας, διὰ τὸ εὐϋπόληπτον δὲ τοῦ χαρακτῆρός του, ἡ Γερουσία μετεχειρίσθη αὐτόν, εἰς τὴν εἴσπραξιν χρημάτων, καὶ διὰ τὰ κανδήλια τῶν ἐκκλησιῶν, τὰ ὁποῖα ἐχρησίμευσαν εἰς τὰς ἀνάγκας τοῦ πολέμου.


ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΕΝΤΩΡΟΣ

Οὗτος κατήγετο ἐκ Κεφαλληνίας, ἀποκατασταθεὶς πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως εἰς Τριπολιτσᾶν, ἐπαγγελόμενος τὸν ἰατρόν. Ἐκρατήθη ἐντὸς τῆς πόλεως ἀπὸ τοὺς Τούρκους, καὶ μετὰ τὴν ἅλωσιν ὑπηρέτησεν ὡς ἐπιστήμων ἰατρὸς τὴν πατρίδα, διότι κατὰ τὴν τότε μετὰ τὴν ἅλωσιν ἐλθοῦσαν νόσον ἐχρησίμευσε πολὺ σώζων τοὺς ἀσθενήσαντες Ἕλληνας στρατιωτικοὺς καὶ πολιτικούς.


ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΕΛΑΚΗΣ

Οὗτος ἐξεῖχε τῶν λοιπῶν Τριπολιτσιωτῶν ὡς πολιτικός. Εἶχε πολλὴν ὑπόληψιν καὶ ἐμπιστοσύνην πλησίον τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, ἐφρόντιζε δὲ καὶ ἐπροσπάθει ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ ὁσάκις ὑπῆρχεν ἀνάγκη.


ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΕΤΡΟΚΟΠΗΣ

Κατήγετο ἐκ τῆς Τριπόλεως. Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως κατὰ τὸν μῆνα Ἰανουάριον τοῦ 1821 ἐπανῆλθεν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν, ὅπου τὸν εἶχε στείλει τὸ κοινὸν τῆς πόλεως νὰ ζητήσῃ ἀπὸ τὸν Πατριάρχην ἀρχιερέα τοῦ τόπου, διότι εἶχον γεννηθῆ σκάνδαλα ἐκκλησιαστικὰ διὰ τὸ στεφάνωμα τοῦ Διάκου Καρυτσώτη, καὶ ἕνεκα τούτου εἶχον ἐξορίσει τὸν ὑπάρχοντα πρότερον ἀρχιερέα. Ἀλλ’ ὁ Πετροκόπης ἀντὶ νὰ φέρῃ ἀρχιερέα, ἔφερεν ἕνα Κατῆν, καταγόμενον ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα, ὁ δὲ τόπος ἔμαθεν, ὅτι ἔρχεται ὁ Πετροκόπης καὶ ἡτοιμάζοντο νὰ ὑποδεχθοῦν τὸν ἀρχιερέα τὸν ὁποῖον ἐνόμιζον ὅτι ἔφερεν, ἀλλ’ αἴφνης εἶδον τὸν Κατῆν ἀντὶ ἀρχιερέως. Ἐν τοσούτῳ ὁ Κατῆς αὐτὸς ἐστάθη ὠφέλιμος εἰς τὰς ἀρχὰς τῆς Τουρκικῆς ἀνωμαλίας, ὅτε οἱ Τοῦρκοι ἀπεφάσισαν νὰ κόψουν ὅλους τοὺς χριστιανοὺς τῆς Τριπολιτσᾶς, διότι δὲν ἠθέλησε νὰ ἐκδώσῃ τὸν φεφτᾶν, διότι χωρὶς φεφτᾶν οἱ Τοῦρκοι δὲν ἐδύναντο νὰ σκοτώσουν πολλοὺς, ἐπειδὴ ἀπαιτεῖτο ἄδεια γραπτὴ διὰ νὰ δικαιολογηθοῦν εἰς τὸν Σουλτάνον. Τὸν Κατῆν αὐτόν, ὅταν οἱ Ἕλληνες ἐπῆραν τὴν Τριπολιτσᾶν, τὸν ἐφύλαξαν, τὸν ἐπεριποιήθησαν ὡς καλὸν ἄνθρωπον, καὶ τὸν ἔστειλαν εἰς τὴν πατρίδα του.

Μετὰ τὴν ἐπανάστασιν ὁ Πετροκόπης ὑπηρέτησε τὴν πατρίδα στρατιωτικῶς.


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΣ

Καὶ οὗτος ἐπίσης ἦτο Τριπολιτσιώτης, ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴν παρηκολούθησε κατὰ τὴν ἐπανάστασιν ὡς στρατιωτικὸς τὸν στρατηγὸν Στάϊκον Σταϊκόπουλον καὶ ὑπηρέτησεν ὑπὸ τὰς διαταγάς του εἰς ὅλας τὰς μάχας τῆς πολιορκίας τοῦ Ναυπλίου, καὶ ἀλλοῦ μέχρι τέλους τῆς ἐπαναστάσεως.


ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΥΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

Οὗτος ὡσαύτως κατήγετο ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν. Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς ἐπαναστάσεως ὑπηρέτει διὰ τοῦ καλάμου του τὴν πατρίδα. Μετὰ δὲ τὴν σύστασιν τῆς Γερουσίας τῆς Πελοποννήσου ἐπέρασεν εἰς τὸ γραφεῖόν της καὶ εἰργάζετο ὑπὸ τὸν Σπηλιάδην, κατόπιν δὲ ἐξηκολούθει ὑπηρετῶν εἰς τὰ γραφεῖα τῆς Κυβερνήσεως τοῦ ἀγῶνος, στελλόμενος καὶ εἰς ἄλλας πολιτικὰς ὑπηρεσίας.


ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

Οὗτος ἐπανελθὼν ἀπὸ τὴν Ὀδησσὸν ὑπηρέτησεν εἰς τὸ γραφεῖον τῆς Γερουσίας ὡς γραμματεὺς, καὶ ὡς τοιοῦτος ἐπίσης ὑπηρέτει εἰς ὅλα τὰ γραφεῖα τῆς τότε Κυβερνήσεως. Εἴχομεν δὲ ἀνάγκην τοιούτων γραμματικῶν, διότι τότε ἦσαν σπάνιοι οἱ γνωρίζοντες γράμματα, καὶ ἐθεωροῦντο ἐκ τῶν πρώτων ὑπαλλήλων.


ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΙΑΤΟΠΟΥΛΟΣ

Κατήγετο ἐκ Τριπόλεως. Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴν, ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς μετὰ τοῦ συγγενοῦς του Ἀντώνη Κολοκοτρώνη, τὸν ὁποῖον παρηκολούθει καὶ τοῦ ἔκαμνε καὶ τὸν γραμματικόν. Εὑρέθη εἰς τὴν περίφημον μάχην τοῦ Δερβενακίου, καὶ οὐδεὶς ἄλλος ἀπὸ καμμίαν ἄλλην ἐπαρχίαν εὑρέθη τότε ἐκεῖ.


ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΕΔΟΠΙΔΑΣ

Οὗτος ἦτον ἰατρὸς καὶ κατήγετο ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα τῆς Ἠπείρου. Πρὸ τοῦ 1818 εἶχεν ἔλθει εἰς τὴν Πελοπόννησον καὶ ἔκαμνε τὸν ἀπόστολον τῆς Ἑταιρίας τῶν Φιλικῶν. Εἰς τὴν Ζάκυνθον δὲ ἐφαίνετο ἀποκαταστημένος, διότι ἦτο πολὺ σχετικὸς τοῦ στρατηγοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, ὡς ἰατρὸς τῶν ἐκεῖ στρατευμάτων καὶ τῆς οἰκογενείας του. Διὰ δὲ τὴν τιμιότητα καὶ τὸν πατριωτισμόν του ἀπὸ ὅλους ἠγαπᾶτο. Κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς ἐπαναστάσεως πολὺ ἐχρησίμευσεν, εὑρεθεὶς εἰς τὰς ἐπαρχίας τῆς Ἀρκαδίας καὶ τοῦ Φαναρίου, καὶ μετὰ τῶν κατοίκων τούτων τῶν ἐπαρχιῶν κατὰ πρῶτον ἐστράτευσε. Κατόπιν ἦλθεν εἰς τὴν Καρύταιναν. Αὐτὸς πρῶτος ἔκαμε σφραγῖδα μακρουλὴν ὡσὰν δάκτυλον, ἡ ὁποία ἔφερε χαραγμένα τὰ γράμματα «ἐλευθερία ἢ θάνατος», καὶ δι’ αὐτῆς ἐσφράγιζε τὰ μαγαζεῖα τῶν Τούρκων διὰ νὰ χρησιμεύσουν τὰ ἐν αὐτοῖς πράγματα εἰς τροφὴν τῶν στρατιωτῶν, τὰ ὁποῖα ὕστερα τὰ παρέλαβεν ἡ Ἐφορεία τοῦ Κανέλου Δεληγιάννη. Ὑπεγράφετο δὲ μὲ τὸν βαθμὸν «ὁ Ντεριτόρος τοῦ στρατοῦ». Ἐπειδὴ δὲ, ὡς εἴπομεν, ἔκαμνε τὸν ἀπόστολον, ἐγνωρίζετο εἰς πολλὰς ἐπαρχίας τῆς Πελοποννήσου, καὶ ἔχαιρε διὰ τοῦτο πολλὴν ὑπόληψιν, τὸν ἐσέβοντο δὲ οἱ ἄνθρωποι ὡς ἰατρὸν καὶ ὡς καλὸν πατριώτην. Πολὺ πιστὸς ἐστάθη εἰς τοὺς Πελοποννησίους καὶ ὑπῆρξε φίλος αὐτῶν, καὶ κατ’ ἐξοχὴν μὲ τὸν Θ. Κολοκοτρώνην, διότι πολλοὶ τῶν συμπατριωτῶν του τὸν ἐζήτησαν νὰ ὑπάγῃ μὲ τὸ μέρος των, ἀλλ’ αὐτὸς δὲν ἠθέλησε νὰ δεχθῇ ἀπὸ αὐτοὺς καμμίαν βοήθειαν, τὸν δὲ Ἰ. Κωλέτην, ὅστις τοῦ ὑπέσχετο ἂν τραβηχθῇ ἀπὸ τὸν Κολοκοτρώνην, νὰ τοῦ δώσῃ ὁποιανδήποτε ὑπηρεσίαν ἤθελε, δὲν ἤθελε νὰ τὸν ἴδῃ οὔτε ζωγραφιστόν, καὶ κατὰ τοῦτο ἐφύλαξε κατὰ γράμμα τὸν στίχον τοῦ μακαρίτου Βιλαρᾶ ἐθνικοῦ ποιητοῦ ὁ ὁποῖος ἔλεγεν· «Ἰωάννης ὁ Κωλέτης, ὁ πλειὸ ψεύτης καὶ σερέτης».


ΑΔΕΛΦΟΙ ΠΟΥΡΝΑΡΑΙΟΙ

Οὗτοι μετὰ τοῦ περιφήμου Παπαγεώργη ἦσαν οἱ καπεταναῖοι τοῦ χωρίου των Περθῶρι, καὶ ὠνομάζοντο Παναγιώτης καὶ Γεώργιος. Κατὰ διαταγὴν δὲ τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη οἱ δύω οὗτοι ἀδελφοὶ εἶχον τὴν φροντίδα τῆς φυλακῆς (βάρδιας), ἡ ὁποία ἐστέκετο ἐπάνω εἰς τὸ βουνὸν τῆς Ἐπάνω Χρέπας λεγόμενον. Ἄναυαν φωτιαῖς διὰ νὰ ἐβγαίνῃ καὶ ὑψοῦται ὁ καπνός, ὁ ὁποῖος ἦτο τὸ σύνθημα, διὰ τοῦ ὁποίου εἰδοποιεῖτο τὸ στρατόπεδον τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ λοιπῶν, καὶ διὰ νὰ μανθάνουν οἱ ἄνθρωποι, ὅτι ἐβγῆκαν οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, καὶ τοιουτοτρόπως νὰ φροντίζουν περὶ τῆς ἀσφαλείας τῶν οἰκογενειῶν των. Ἦσαν δὲ ὡρισμένοι οἱ φανοὶ διὰ κάθε δρόμον, τὸν ὁποῖον οἱ Τοῦρκοι ἐπορεύοντο· π.χ. διὰ τὸ Βαλτέτσι δύω, διὰ τὰ Καλάβρυτα τέσσαρες διὰ τὸ Ναύπλιον ἕνας, καὶ οὕτω καθ’ ἑξῆς. Τοῦτο δὲ ἐγένετο κατ’ ἀρχὰς, ὅτε οἱ Ἕλληνες ἦσαν στρατοπεδευμένοι εἰς τὸ Χρυσοβίτσι, τὴν Πιάνα, Βαλτέτσι καὶ Ζαράκοβα, καὶ ἐπλησίασαν τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Οἱ Πουρναραῖοι ὑπηρέτησαν κατὰ τὴν πολιορκίαν ταύτην πολεμοῦντες γενναίως μέχρι τῆς ἁλώσεως, ἔπειτα δὲ ἐπολέμησαν καὶ εἰς τοὺς πολέμους κατὰ τοῦ Δράμαλη, καὶ ἀλλοῦ. Ὁ Παπαγεώργης μάλιστα παντοῦ ἔτρεχε πολεμῶν, ὑπῆγε καὶ εἰς τὴν Ῥούμελην καὶ ἀνεγνωρίσθη παληκάρι· ἔπεσε δὲ μαχόμενος ἐνδόξως κατὰ τοῦ Ἰμβραὴμ εἰς τὸ αὐτὸ ταμποῦρι καὶ ἀγκαλιὰ μετὰ τοῦ ἐνδόξου ἀρχιμανδρίτου Φλέσα κατὰ τὴν θέσιν Μανιάκι τῆς Μεσσηνίας.


ΣΑΡΑΝΤΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

Ὁ καπετάνιος οὗτος πατρίδα εἶχε τὸ Βαλτέτσι. Ὑπηρέτησε δὲ στρατιωτικῶς, εὑρεθεὶς εἰς πολλὰς μάχας καὶ μάλιστα εἰς ἐκείνην τῆς πατρίδος του. Τοῦτον ὁ Κολοκοτρώνης ἔστειλε τὴν νύκτα μετὰ πολλῶν ἄλλων εἰς τοὺς κλεισμένους ἀπὸ τοὺς Τούρκους Ἕλληνας ἐντὸς τοῦ χωρίου, καὶ ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς τρόφιμα καὶ πολεμοφόδια. Πάντοτε παρηκολούθει τὸν Κολοκοτρώνην, ἀλλὰ καὶ τὸν Γενναῖον, εὑρισκόμενος εἰς ὅλους τοὺς κινδύνους.


ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΡΕΒΕΛΙΩΤΑΙ

Οὗτοι κατήγοντο ἀπὸ τὸ χωρίον Τσιπιανὰ, καὶ κατ’ ἀρχὰς παρεκίνουν τοὺς χωριανούς των νὰ ἐπαναστατήσουν, καὶ πολὺ ἐκοπίασαν νὰ τοὺς πείσουν νὰ διακόψουν τὰς μετὰ τῶν Τούρκων σχέσεις των καὶ ἰδίως μὲ τὸν ἀγᾶν των Σεχνετσίπην. Μετὰ δὲ ταῦτα ὑπηρέτησαν τὸν ἀγῶνα μέχρι τῆς ἐντελοῦς τοῦ Ἔθνους ἀποκαταστάσεως.


ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ ΚΑΡΩΝΗΣ

Ἦτον μέλος τῆς ἀνωτέρω οἰκογενείας τῶν Ρεβελιωτῶν καὶ καπετάνιος τοῦ αὐτοῦ χωρίου Τσιπιανά. Ὑπηρέτησε δὲ στρατιωτικῶς κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, καὶ μάλιστα εἰς τὴν μάχην τῆς Γράνας καὶ Καπνίστρας ὅπου ἐκινδύνευσεν ἐντὸς τῆς σπηλιᾶς μετὰ τοῦ Δαγρὲ καὶ τῶν λοιπῶν συντρόφων του. Παρευρέθη δὲ μαχόμενος καὶ εἰς ἄλλας πολιορκίας καὶ ἰδίως κατὰ τοῦ Δράμαλη μέχρι τῆς καταστροφῆς του.


ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

Κατήγετο ἀπὸ τὰ Ἁγιωργίτικα, καὶ ἐπολέμησε μὲ ζῆλον καὶ γενναιότητα κατ᾿ ἀρχὰς εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς ἔχων ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν του τοὺς χωριανούς του, καὶ ἦτο πάντοτε μαζὺ μὲ τὸν ἀρχηγὸν τῆς Κυνουρίας Παναγιώτην Ζαφειρόπουλον. Ἦτον εἰς τὸν Ἅγιον Σώστην μετὰ τὴν ἐκεῖθεν ἀναχώρησιν τῶν Ἁγιοπετριτῶν διὰ νὰ τοποθετηθοῦν εἰς Βολιμὴν, ὡς καὶ ὁ Μῆτρος Μπαμπανικολός, ἀπὸ τὴν Μπερτσοβᾶν μὲ τοὺς γείτονάς του, ὁ καπετάνιος τοῦ χωρίου Στενοῦ Πέτρος Μπακοδῆμος, ὁ καπετὰν Λάμπρος Ῥιζιώτης, ἔχων καὶ αὐτὸς τοὺς γείτονάς του, καὶ ὢν ἀνώτερος ὅλων ἐκείνων τῶν χωρίων τοῦ Κάμπου, καθὼς καὶ οἱ Σβολαῖοι ὅλοι Τριπολιτσιῶται. Οὗτοι ὅλοι ἔπιασαν τὰ Λιθαράκια κοντὰ εἰς τοῦ Κεφάλα τὸ ταμποῦρι, καὶ εὑρέθησαν εἰς τὰς γενομένας μάχας διαρκούσης τῆς πολιορκίας τῆς Τριπολιτσᾶς. Ἔπειτα δὲ ἔγειναν συνεργοὶ μὲ τοὺς Τσάκωνας εἰς τὴν ἔφοδον τῆς πόλεως, εὑρέθησαν δὲ καὶ εἰς τὰς Πάτρας κατὰ τὴν ἐκεῖ μάχην τῆς 9 Μαρτίου ἀρχηγὸν ἔχοντες ὅλοι τὸν Γεώργιον Σέκερην. Ὕστερον δὲ κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ Μαΐου ἀνεχώρησαν ἐκεῖθεν καὶ ὑπῆγον εἰς τὰ Μεγάλα Δερβένια μετὰ πολλῶν ἄλλων συνεπαρχιωτῶν των, ὁπόθεν εἶδον τὸν στρατὸν τοῦ Δράμαλη ἐρχόμενον εἰς τὴν Πελοπόννησον, καὶ ἔφυγον ἀρχηγοὶ καὶ στρατιῶται. Μετὰ δὲ ταῦτα ἔλαβον μέρος εἰς τοὺς πολέμους κατὰ τοῦ Δράμαλη κατὰ τὴν Ἀργολίδα ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ στρατηγοῦ Πλαπούτα, κατόπιν ὑπῆγον εἰς τὸν Ἅγιον Βασίλειον καὶ Κλένιαν ὅπου ὁ ἀρχηγός των Σέκερης ἀπέθανεν.


ΑΔΕΛΦΟΙ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΙ

Οὗτοι ὠνομάζοντο Εὐθύμιος, Μῆτρος καὶ Ἀναστάσιος καὶ ἦσαν Τριπολιτσιῶται, ἐμπειροχειροῦργοι δὲ τὸ ἐπάγγελμα. Ἐκ τούτων δὲ τὸν μὲν Εὐθύμιον ἐκράτησαν οἱ Τοῦρκοι ἐντὸς τῆς Τριπολιτσᾶς ὡς ἰατρόν, οἱ δὲ δύω ἄλλοι ἀδελφοὶ ἦσαν εἰς τὰ στρατόπεδα, πολεμοῦντες καὶ ἰατρεύοντες τοὺς πληγωμένους. Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς ὁ Εὐθύμιος ἐλευθερωθεὶς ἐξηκολούθει τὴν χειρουργικήν του τέχνην εἰς τοὺς πληγωμένους Ἕλληνας γενόμενος πολὺ χρήσιμος κατὰ τοῦτο.


ΜΙΧΑΛΗΣ ΒΛΑΧΟΚΕΡΑΣΙΩΤΗΣ

Ὁ καπετάνιος οὗτος ὑπηρέτησεν ὡς στρατιωτικὸς καθ᾿ ὅλον τὸ διάστημα τῆς πολιορκίας τῆς Τριπολιτσᾶς, ἔπειτα εὑρέθη εἰς πολλὰς ἄλλας μάχας· ὑπῆγε δὲ καὶ εἰς τὰ Μεγάλα Δερβένια μετὰ τοῦ Ῥήγα Παλαμήδη καὶ τοῦ Γ. Σέκερη ἀρχηγοῦντος. Φεύγων δὲ ἀπὸ τὰ Δερβένια μετὰ τῶν ἄλλων, ἐφονεύθη ἀπὸ τὸν στρατὸν τοῦ Δράμαλη ὅταν οὗτος εἰσέβαλλεν εἰς τὴν Πελοπόννησον.


ΓΙΑΝΝΑΚΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ὑπῆρχε καὶ οὗτος ἀπὸ τὴν Βλαχοκερασιάν. Ἦτο καπετάνιος, καὶ ἐπολέμησε μὲ τοὺς γείτονάς του εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Παρακολουθῶν δὲ πάντοτε τὸν Κολοκοτρώνην εὑρέθη εἰς πολλὰς μάχας, ὡς καὶ εἰς τὰς Πάτρας, καὶ κατὰ τὴν εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη καὶ ἀλλοῦ ὅπου καὶ ὁ Κολοκοτρώνης.


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΑΛΗΣ

Ἐγεννήθη εἰς τὸ Βαλτέτσι, καὶ ὑπηρέτησεν ὡς στρατιωτικὸς μὲ τοὺς συγχωρίους του κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Εὑρέθη δὲ καὶ εἰς τὴν περίφημον μάχην τοῦ χωρίου του, κλεισμένος μέσα μετὰ πολλῶν ἄλλων γειτόνων καὶ συνεπαρχιωτῶν του Τριπολιτσιωτῶν, ὅπου γενναίως ἐπολέμησεν. Ἐπολέμησε δὲ καὶ εἰς ἄλλας μάχας, καὶ μάλιστα κατὰ τοῦ Δράμαλη εἰς Δερβενάκι καὶ κατὰ τὴν Ἄκοβα, ὅπου καὶ ἔπεσε μαχόμενος ἀρχηγοῦντος τοῦ Γ. Σέκερη.


ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΛΕΛΑΚΗΣ

Κατήγετο ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν. Ἠκολούθησε τὸν Πάνον Θ. Κολοκοτρώνην καὶ ἦτον ἀχώριστος ἀπὸ αὐτόν. Ὑπηρέτησε δὲ τὴν πατρίδα πολεμῶν, καὶ κάμνων καὶ χρέη εἰς τὴν πολιτοφυλακὴν τῆς Γερουσίας, διότι ὁ ἀρχηγός του Πάνος ἦτο χιλίαρχος πολιτάρχης τῆς Πελοποννησιακῆς Γερουσίας.


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΡΕΒΕΛΙΩΤΗΣ

Οὗτος ἐπανελθὼν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴν κατ᾿ ἀρχὰς τῆς ἐπαναστάσεως, νέος τότε ὢν παρηκολούθησε τὸν ἀνδρεῖον Κόλιαν Μπακόπουλον ἀπὸ τοῦ Δάρα. Παρευρέθη εἰς τοὺς πολέμους, ὅσους ἔκαμε καὶ ὁ καπετάνιος του. Ὕστερα δὲ μόνος ἔλαβε στρατιώτας καὶ ἐβγῆκεν ἔξω εἰς τὴν Ῥούμελην, καὶ ἔλαβε μέρος εἰς τοὺς ἐκεῖ πολέμους, καὶ κατόπιν εἰς τὴν ἐκστρατείαν τοῦ Ῥιχάρδου Τσοὺρτς ἐστράτευσε καὶ αὐτός. Μετὰ δὲ ταῦτα πάλιν μὲ τὰς χιλιαρχίας τὰς τότε ἐπὶ τοῦ Κυβερνήτου, ἐστράτευσε ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Διονυσίου Εὐμορφοπούλου στραταρχοῦντος τοῦ πρίγκηπος Δ. Ὑψηλάντου. Ὑπηρέτησε παντοῦ καὶ πάντοτε μὲ γενναιότητα, μάλιστα δὲ κατὰ τὴν ἐποχὴν τῶν Ἀράβων εἰς τοὺς Ἀβαρίνους ἐλαβώθη ἐλαφρὰ εἰς τὸ χέρι, καὶ ἔπειτα πάλιν εἰς τὴν μάχην τῆς Τραμπάλας ἐπληγώθη εἰς τὸ ἄλλο χέρι καὶ ἔμενε κουλὸς διὰ κάμποσον καιρὸν ἕως ὅτου ἰατρεύθη.


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

Οὗτος ἦτον Ἑταιριστὴς καὶ ἐχρημάτισε ἀργυραμοιβὸς (σαράφης) τοῦ σατράπου τῆς Πελοποννήσου Χουρσὴτ πασᾶ. Μετὰ δὲ τὴν ἄρνησιν τοῦ Κουγιᾶ νὰ γείνῃ ἑταιριστὴς καὶ νὰ βοηθήσῃ τὸν ἀγῶνα, οἱ μυηθέντες τὰ μυστήρια τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας ἀπεφάσισαν καὶ διώρισαν τὸν Κυριακόπουλον νὰ κατασκοπεύῃ τοὺς Τούρκους, καὶ νὰ ὁδηγῇ τοὺς ἀδελφοὺς, τὸ ὁποῖον καὶ ἐγένετο. Ἀλλὰ κατόπιν φωραθεὶς ἐφονεύθη κατὰ διαταγὴν τοῦ τοποτηρητοῦ τοῦ σατράπου, τὸ δὲ σῶμα του ἐσύρθη διὰ τῆς ἀγορᾶς, καὶ ἔπειτα ἐρρίφθη ἐντὸς φρέατος.