Ώρα θλίψεως

Από Βικιθήκη
Σκαραβαίοι και Τερρακότες
Συγγραφέας:
Ώρα θλίψεως


ΩΡΑ ΘΛΙΨΕΩΣ

ΕΙΠΕ ἡ ἀδερφή μας: -Σιγοβρέχει
μιὰ πίκρα στὴν καρδιά μου·
νοιώθω ἕνα χέρι νὰ μοῦ δένῃ
ἀπόψε κόμπο τὴν καρδιά μου
καὶ δὲν κρατῶ τὰ δάκρυά μου.

Λυώνει τὸ Ἀστέρι τῶν βοσκῶν
μὲς στὸν ὑγρὸ οὐρανό,
τὴν πᾶσα ἀνάσα τους κρατοῦν
τὰ δέντρα στὸ βουνό,
μοῦ πνίγει τὴν καρδιὰ βαριὰ
σὰ νάρδου μυρωδιὰ
κι ἀντιλαλεῖ
μέσα στῆς μνήμης μου τὰ βάθια
παλιὸς σκοπὸς γιὰ κάποια μάτια
ποῦ ψιλοψυχαλίζουν
καὶ μέσα στὸ ψυχάλισμα φρεγάδες ἀρμενίζουν.

Κ’ εἶπα· -Ἀδερφή μας, μᾶς βαραίνει
ἡ ὥρα τῆς θλίψεως ποῦ μᾶς θρέφει

μόνον μὲ ἀνάμνησες παλιές·
μὰ τὄνειρο, ποῦ ἀρχίζαμε ξυπνοὶ
κ’ ἐσώναμε ὑπνωμένοι,
ποιός θὰ τὸ ξαναπῇ
στὴν ὥρα τῶν ὡρῶν, ποῦ κρένει
μὲ ἀρχαῖες παρηγοριές;

Κ’ εἶπε ἡ ἀδερφή μας· -Πὲς νὰ ποῦμε
τοὺς πόνους ποῦ πονοῦμε.