Σελίδα:Τα έργα του Λορέντσου Μαβίλη (1922).djvu/49

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.


9
ΑΝΕΜΟΜΥΛΟΣ

Ὁ κόσμος εἶναι πλανερὸ μαγνάδι
Κεντισμένο μὲ ρόδα καὶ μὲ βάγια,
Μὲ ἥλιους καὶ μ’ ἄστρα, ποῦ τὸ ἀπλόν’ ἡ Mάyα
Ἀπάνου ’ς τῆς ἀλήθειας τὸ σκοτάδι.
Σ’ ἀγαπούσαμε τόσο, ἔρμο ρημάδι
Γιατὶ στὴ μέση ἀπ’ τῆς ζωῆς τὰ μάγια
Στὴν ψυχή μας φανέρονες τὴν ἅγια
Τοῦ θανάτου θωριά, τὸν κρύον ᾍδη,
Τὸ τίποτα· καὶ ἀνήξερα στὰ βάθια
Τοῦ εἶναι μας ἐξύπναες μιὰ λαχτάρα
Νὰ γλυτώσουμε ἀπ’ ὅλα μας τὰ πάθια,
Τὴν πικρὴ νὰ ξορκίσουμε κατάρα
Τῆς ζωῆς, καὶ νὰ μποῦμε μονομίας
Στ’ ἄδυτα τῆς θεϊκῆς ἀνυπαρξίας.

ΣΕΠΤ. 95


10
SANSÂRA

Δὲ λαχταρῶ κι’ ἀναστενάζω γι’ ἄλλη
Καλοτυχία, παρὰ γιὰ τὰ φιλιά σου·
Μὰ ἐσὺ πετᾷς νὰ στήσῃς τὴ φωλιά σου
Μ’ ἄλλο ταῖρι σὲ ξένο περιγιάλι.
Γειά σας, φανταχτερὰ Νεράϊδων κάλλη,
Κόρη ἀηδονολαλήτρα, μάϊσσα, γειά σου!
Κλαίω τὴ ροδοχιονάτη ἀμαλαγιά σου
Σὰ νἆχε πᾷς στοῦ Χάρου τὴν ἀγκάλη.
Μὰ δὲ σὲ θέλει ὁ Χὰρος. Γράφ’ ἡ Μοῖρα
Πολυζώητο στὴ γῆς νὰ μυριανθήσῃς
Τριαντάφυλλο ἐρωτιᾶς καὶ μὲ τὰ μύρα
Τοῦ κόρφου σου τὸν κόσμο νὰ μεθήσῃς
Καὶ μὲς τῆς θείας σου γλύκας τὴν πλημμύρα
Τὴν πίκρα τῆς Ἀλήθειας νὰ βυθίσῃς.

ΙΟΥΛ. 98

35