Σελίδα:Διηγήματα (Αξιώτης).pdf/43

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
— 37 —

κληματόβεργες καὶ τυλιγμένα μὲ ἀσπρογάλαζες κορδέλες, δύο λαμπάδες καὶ τὸ εὐαγγέλιο.

Τὰ πρόσωπ’ αὐτὰ μιλοῦσαν ἀνάμεσό τους, μὰ μὲ φωνὴ χαμηλή, ἴσως γιὰ νὰ μὴ συγχίζουν’ ἐκείνους ποῦ εἶνε στὴν πρώτη κάμαρα.

Ἐδῶ κάθουνται ὁ παππᾶ Συνέσιος, ὁ παππᾶ Κρητικὸς καὶ ὁ Κεριάκος, ὁ ὑποψήφιος γαμπρός. Κάθουνται σ’ ἕνα τραπέζι γύρω, φορτωμένο ἀπὸ φαγιὰ καὶ πιοτά. Ἡ ὁμιλία τους εἶνε πολὺ σοβαρή.

— Ἐκεῖνα ποῦ σοῦ λέου, Κεριάκο, εἶνε τὰ καλὰ καὶ τ’ ἅγια· στὴν ὑγειά σου.

— Γιὰ νὰ ᾐς, γούμενε.

— Τὸ λόγο σου τὸν ἔχω τόσον καιρὸ τώρα καὶ δὲν ἀκούω πλιὸ πρόφασες.

— Ναί, μὰ τὸ λόγο μου τὸν ἤδωκα πρῶτα τοῦ Κοντοπάνη.

— Δὲ βαριέσαι, εἶπεν ὁ ’γούμενος καὶ στὸγ ἴδιο καιρὸ ἐγέμισε τὸ ποτῆρι τοῦ γαμπροῦ, ὁποῦ τὸ ἐκατεβάσε μὲ μιᾶς. — Ἐγὼ σὲ λυῶ ἀπὸ τὸ λόγο σου· πᾶς καὶ τοὺς ἤφαες τίποτα;

— Δὲ σοῦ λέου, εἶπεν ὁ Κεριάκος μὲ τραυλὴ φωνὴ ἀπὸ τὸ πιοτό, μά…

— Δὲν ἔχει μὰ καὶ ξεμά· ὅλα εἶν’ ἕτοιμα, θὰ πᾶμε μέσα νὰ ξεμπερδεύωμε, νὰ ἡσυχάσῃς καὶ σύ. Τὸ Φλουρὼ ἔχει καλλίτερα πράματα ἀπὸ τὴν Ἀνέζα κ’ ἐγὼ πάλι ὅ,τι καλὸ μπορῶ θὰ σοῦ κάμω.

Καὶ τὸν ἐκέρασε πάλι· στὸ κέρασμα ἔλαβε μέρος καὶ ὁ παππᾶ Κρητικός, ὁ ὁποῖος καὶ εἶπε πολλὰ τοῦ Κεριάκου, κερνῶντας τον λίγο λίγο. Αὐτὸς ὁ καϋμένος εἶχε δὲν εἶχ’ ἐμέθυσε καὶ μιὰ στιγμὴ ἤδωκε τὸ λόγο του.

— Δὲ θέλω νὰ ξέρω τίποτε πλιά· ἐξεμπέρδεψε· τὸ Φλουρὼ θὰ πάρω καὶ δὲ δουλειῶ κανεί…