Το σήμαντρο του μοναστηρίου

Από Βικιθήκη
Τὸ σήμαντρο τοῦ μοναστηρίου
Συγγραφέας:
Δημοσιεύθηκε στο Εθνικόν Ημερολόγιον του Έτους 1891 του Κωνσταντίνου Σκόκου


ΤΟ ΣΗΜΑΝΤΡΟ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΟΛΑ κοιμοῦνται. Φοβερὴ τῆς νύκτας ἡ μαυρίλα
καὶ γῆ σκεπάζει κι’ οὐρανὸ,
κι’ οὔτ’ ἀγεράκι μαλακὸ
δὲν παίζει μὲ τὰ φύλλα.

Λὲς κι’ ἀναπαύεται ’ς τὸ πᾶν τὸ πνεῦμα τοῦ Κυρίου.
Ὤ τί γαλήνη νεκρική!
Μόνο τὸ σήμαντρο λαλεῖ
φτωχοῦ μοναστηρίου.

Ἄ Θέ μου, αὐτὸ τὸ σήμαντρο, ποῦ ἠχεῖ ’ς τὴν ἐρημία,
πῶς εἶνε πάντα λυπηρό!
Ὡσὰν παράπονο πικρὸ
μιλεῖ μὲς τὴν καρδία.

Ἀλλὰ καὶ τὸ παράπονο ξελάφρωσι χαρίζει
’ς τοῦ πονεμένου τὴν ψυχὴ,
γιατὶ ’ς τὸ κλάμα τὴν κινεῖ,
ποῦ ταὶς πληγαῖς δροσίζει.


Ξένος εἰς ὅλα ὁ δυστυχὴς τὸν πόνο του ἀγαπάει,
ἂν εἰς τοῦ νοῦ του τὴν ἐρμιὰ
κἄποιαν ἐνθύμησι γλυκειὰ
ζηλότυπος φυλάει.

Καὶ τ’ ἀκριβὰ χρυσόνειρα τῆς νειότης τὰ χαμένα,
ὄχι, δὲν τἄσβυσ’ ὁ καιρός·
ὅλα ’ς τὸ κῦμα τοῦ Παντὸς
θὰ μείνουν χαραγμένα.

Τώρα ποῦ εἰς τόση σκοτεινιὰ δὲν ἔχω τι νὰ ἐλπίσω
καὶ βάρος ἔγεινα τῆς γῆς,
πρῶτα μου χρόνια τῆς ζωῆς,
μόνο μὲ σᾶς θὰ ζήσω.

Ὢ πόσοι νέοι, ποῦ ζοῦν ἐκεῖ ’ς τὴν μοναξιὰ κλεισμένοι,
αὐτὸν τὸν ἦχο χαιρετοῦν
καὶ τὸν Θεὸν ὑμνολογοῦν
ἀδελφικὰ ἑνωμένοι!

Κἀμμιὰ ’ς ἐκείνους συμφορὰ τὴν πίστι δὲν σαλεύει,
μήτ’ εὐτυχιὰ τοὺς ἐνοχλεῖ.
Ἕνας Θεὸς εἰς τὴν ἁγνὴ
ψυχὴ τους βασιλεύει.


Ἤθελα ’κεῖ νὰ ’πήγαινα ταὶς μέραις νὰ περάσω
εἰς τὴν εἰρήνη τοῦ Ναοῦ,
κι’ αὐτοῦ τοῦ κόσμου τοῦ σκληροῦ
τὸν δρόμο νὰ τὸν χάσω.

Νὰ φέρω ἐκεῖ τὸν πόνο μου νὰ τὸν ἀποκοιμίσῃ
ἡ μυστικὴ μου προσευχή.
Μόνον ἡ Πίστις ἡμπορεῖ
τὸν ἄθλιο νὰ φωτίσῃ.

Ἤμουν παιδὶ χωρὶς καϊμὸ – μὲ πίκρα τὸ θυμοῦμαι –
κι’ ἀπὸ τῆς μάνας τὰ φιλιὰ
ἔτρεχα ’δῶ νύκτα βαθειὰ,
μὲ πόθο νὰ λυποῦμαι.

Καὶ τὸ πικρὸ τὸ σήμαντρο τὰ σπλάχνα μου ’περνοῦσε,
σὰν νὰ αἰσθανότουν ἡ ψυχὴ
ποῦ νὰ μὲ κάμῃ δυστυχῆ
ὁ πόνος δὲν θ’ ἀργοῦσε!

Γ. Μαρτινελησ