Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σελίδα:Manussos.djvu/55

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
 55 


ΤΙ ΣΥΛΛΟΓΙΕΣΑΙ

Ἔδυσε ἡ τρίτη ἡ ἄνοιξι, Ἔρωτά μου,
Ὁπ’ ἔζησες μ’ ἐμὲ κ’ ἐγὼ μ’ ἐσένα·
Κι’ ἄλλος Ἀπρίλις πάλε λάμπει, ὠϊμένα!
Ἀλλ’ ἡ φωτιὰ δὲν παύει ἀπ’ τὴν καρδιά μου.

Ποιὸς θὰ νὰ θεραπέψῃ τὰ δεινά μου;
Ἢ βότανα νὰ μ’ εὕρη φημισμένα,
Ποῦ θαύματα νὰ δείξουν εἰς ἐμένα,
Ἀλλάζοντας τὸν πόνο μου εἰς χαρά μου;

Τώρα γιατί σιωπᾷς καὶ συλλογιέσαι;
Μὴν εἶσαι ἀπὸ τὸ δρόμο κουρασμένος
Κι’ ἂν θὰ νὰ πᾷς ἐμπρὸς μοῦ διαλογιέσαι;

Ἐγὼ, δίχως φτερὰ καὶ λαβωμένος,
Τὸ χέρι μου σοῦ δίνω νὰ βαστιέσαι,
Καὶ πᾶμε ἐμπρὸς, καὶ ἂς πέσω ἀποθαμένος.