Σελίδα:Manussos.djvu/41

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
 41 


ΠΟΙΑ ΔΙΑΦΟΡΑ

Ὅταν τὸ ῥόδο ἀνοίγῃ
Τὴν δροσερὴ καρδιά του,
Σκορπᾷ τ’ ἀρώματά του
Καὶ χαίρεται ὁ οὐρανός.

Κι’ ὅταν ἐγὼ σοῦ ἀνοίγω
Τὴν θλιβερὴ καρδία,
Θὰ πεταχθῇ μὲ μία
Φωτιὰ καὶ στεναγμός!

Μήπως αὐτὰ τὰ ῥόδα,
Τὰ μοσκοβολισμένα,
Δὲν τἄχει Αὐτὸς πλασμένα,
Ὁπ’ ἔπλασε κ’ ἐμέ;

Γι’ αὐτὰ παντοῦ εἶν’ ἀγάπη,
Εἶνε δροσιὰ γιὰ κεῖνα·
’Σ αὐτὰ ὠργισμένη ἀχτῖνα
Δὲν ἔπεσε ποτέ.