ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΝ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΝ.
(Μετὰ τὸν ποιητικὸν διαγωνισμὸν τοῦ 1874.)
Δὲν σᾶς εἶπε κἄνα στόμα,
μώρ’ ἀδέρφια μ’ ἐν Πηγάσῳ,
τὸ κακό, ποῦ, λίγ’ ἀκόμα,
καὶ θὰ μ’ ἔκαμνε νὰ σκάσω;
Ἦλθεν ἕνας ἀπὸ τόπο
βάρβαρο καὶ Θρᾳκικό,
καὶ ’θρονιάσθηκε μὲ τρόπο
σὲ σκαμνὶ ποιητικό!
Πρὶν τὸν διῶ καὶ ξεροβήξω
’γώ, ἢ σὺ κι’ ὁ κὺρ Μητάκος,
πρὶν μὲ ’πῆτε νὰ τοῦ δείξω
πόσ’ ἀπίδια βάλλ’ ὁ σάκκος!
Κ’ ἐπειδὴ οἱ κριταὶ μιὰ ’μέρα
τοῦ ’βραβεῦσαν δυὸ τρεῖς ἤχους,
ἄνοιξε κι’ αὐτὸς ’δωπέρα
ἐργοστάσιο γιὰ στίχους.
Νὰ μᾶς παίρνῃ κάθε χρόνο,
ἐὰν δὲν χανδακωθῇ,
|