Σελίδα:Τα ψηλά βουνά, 1918.djvu/137

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
135

τίποτα ἀπ’ αὐτά. Νὰ λοιπὸν γιατί ἡ γίδα βγάζει νεροποντή. Σωστὰ τὰ εἶδες στὸν ὕπνο σου».


Τί σωστὸ ἦταν αὐτὸ τ’ ὄνειρο τοῦ φτωχοῦ ἀνθρώπου! Ὕστερ’ ἀπὸ τὴ φωτιὰ καὶ τὸ τσεκούρι, ἡ γίδα εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἐχθρὸς ποὺ ἔχει τὸ δάσος».

«Ἀλήθεια;» ἔκαμαν τὰ παιδιά.

—«Ἀγαπᾶτε τὴ γίδα» εἶπε ὁ δασάρχης. «Καὶ ποιὸς δὲν ἀγαπᾶ τέτοιο χαριτωμένο ζῶο! Ὅσο ὅμως ζωηρὸ εἶναι, τόσο καταστρέφει τὰ φυτά.

»Γυρεύει τὸ κλαρὶ καὶ διαλέγει πάντα τὴν κορυφή. Κατεβάζει τὸ κλωνάρι γιὰ νὰ τὸ φάη στὴν ἄκρη. Ἅμα δὲν τὸ φτάνει, ἀνεβαίνει στὸ δέντρο.

»Ἡ μανία της νὰ ζητᾶ τὶς τρυφερὲς ἄκρες φέρνει στὰ δέντρα καταστροφή. Γιατὶ στὴν ἄκρη τοῦ κλωναριοῦ εἶναι τὸ μάτι, τὸ μπουμπούκι ποὺ θὰ πετάξη τὸ βλαστάρι. Ἅμα ἡ γίδα τὸ κόψη, τὸ κλωνάρι δὲ μεγαλώνει πιὰ σὲ ὕψος.

»Ἄν τὸν καιρὸ ποὺ αὐτὰ τὰ δέντρα ἦταν μικρά, ἔβοσκε ἐδῶ ἕνα κοπάδι γίδια, δὲ θὰ εἴχαμε ποῦ νὰ καθίσωμε αὐτὴ τὴ στιγμή. Τὸ δάσος θὰ ἦταν ὅλο χαμόκλαδα».


—«Κι ἂν περνοῦσαν πρόβατα;» ρώτησε ὁ Κωστάκης.

—«Καὶ τὰ πρόβατα φέρνουν ζημία. Γιατὶ περνώντας ἀπὸ τὸ δάσος πατοῦν τὰ νέα δεντράκια ποὺ μόλις φυτρώνουν.

»Γι’ αὐτὸ τὰ κοπάδια δὲν πρέπει νὰ τὰ φέρνωμε ποτὲ κοντὰ στὸ δάσος, μὰ νὰ τὰ βόσκωμε στὰ λιβάδια, ὅπως κάνει ὁ Γεροθανάσης, ποὺ ἀγαπᾶ ἀληθινά τὰ δάση. Ποτὲ κατσίκι δικό του δὲ μᾶς ἔφαγε κλαρί».

—«Ὁ Λάμπρος τὰ προσέχει» συλλογίστηκαν τὰ παιδιά.

—«Τόσα χρόνια, καὶ δὲν πῆγε ποτέ του στὸ δικαστήριο.