Σελίδα:Συριανά Αφηγήματα, Εμμανουήλ Ροΐδου.djvu/122

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
118ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΟΥ

που τὸ μῖσος κατὰ τῆς Νεαπόλεως εὑρίσκετο εἰς τὴν ἀκμήν του, ὀλίγους μήνας μετὰ τὴν καταστολὴν τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1848 καὶ τὸν βομβαρδισμὸν τῆς Μεσσήνας, Ναπολιτάνος στρατιώτης τῆς φρουρᾶς τοῦ Παλέρμου ὀνομαζόμενος Σάνδρος ἔτυχε νὰ μαχαιρώσῃ δι’ ἐρωτικοὺς λόγους τὸν λοχίαν του καὶ νὰ καταδικασθῇ εἰς θάνατον ὑπὸ τοῦ στρατοδικείου. Ἡ ἐκτέλεσις ὅμως τῆς ἀποφάσεως ἐπρόσκοπτε κατὰ τῆς ἑξῆς σπουδαίας δυσχερείας, τὴν ὁποίαν εἶχαν λησμονήσει νὰ λάβουν ὑπ’ ὄψιν των οἱ στρατοδῖκαι· ὅτι τὴν κακὴν ἰδέαν τῶν Σικελῶν περὶ τῆς ἀνδρείας τῶν στρατιωτῶν τοῦ βασιλέως Φερδινάνδου θὰ ἐπεκύρωνε καὶ θὰ ἐκορύφωνεν ἡ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἐκτελέσεως δειλία τοῦ καταδίκου. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ Ναπολιτάνος δύναται νὰ φανῇ ἀνδρεῖος μόνον ὅταν εἶναι θυμωμένος ἢ μεθυσμένος, ὄχι ὅμως καὶ ν’ ἀντικρύσῃ τὸν θάνατον μὲ ψυχραιμίαν. Τὴν ἀνησυχίαν ταύτην ηὔξανεν ἡ συμπεριφορὰ τοῦ καταδικασθέντος, ὅστις δὲν ἔπαυε νὰ κλαίῃ καὶ νὰ ὀδύρεται εἰς τὴν φυλακήν του. Βέβαιον λοιπὸν ἐφαίνετο ὅτι θὰ κατῄσχυνε τὸν στρατὸν τῆς κατοχῆς ἀποθνῄσκων ἀνάνδρως. Τοῦτο ὅμως ἦτο τόσον ἀσύμφορον τὴν ἐπιοῦσαν καταστολῆς ἐπαναστάσεως καὶ τὴν παραμονὴν ἴσως ἐκρήξεως ἄλλης, ὥστε οἱ προϊστάμενοι αὐτοῦ ἐθεώρησαν πρέπον νὰ γράψωσιν εἰς Νεάπολιν ζητοῦντες τὴν μετατροπὴν εἰς δεσμὰ τῆς θανατικῆς ποινῆς. Ὁ βασιλεὺς ἦτο εὔσπλαχνος καὶ ἠρέσκετο ν’ ἀπονέμῃ χάριν, ἐπ’ αὐτοῦ μάλιστα τοῦ ἰκριώματος τῆς ἀγχόνης, εἰς πολιτικοὺς καὶ ἄλλους καταδίκους, οὐδέποτε ὅμως ἐχαρίτωσεν ἐγκληματήσαντα στρατιώτην, θεωρῶν τοῦτο ὡς ἐπιζήμιον εἰς τὴν πειθαρχίαν. Ἀντὶ λοιπὸν τῆς ζητηθείσης χάριτος ἔφθασε μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐκ Νεαπόλεως ἡ διαταγὴ νὰ ἐκτελεσθῇ ἡ ἀπόφασις ἀνυπερθέτως. Κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο εἶχε κορυφωθῇ ἡ ἀνυπομονησία τῶν κατοίκων τοῦ Παλέρμου νὰ ἴδωσι Ναπολιτάνον στρατιώτην λιποψυχοῦντα πρὸ τοῦ θανάτου, τὸν ὁποῖον εἶχον ὑπομείνει πρό τινων ἑβδομάδων τόσον ἡρωϊκῶς οἱ Σικελοὶ πατριῶται οἱ καταδικασθέντες ὑπὸ τῶν ἐκτάκτων δικαστηρίων. Ἡ πεποίθησις τῶν Πανορμιτῶν ἐπὶ τὴν ἀνανδρίαν τοῦ καταδίκου ἦτο τοιούτη, ὥστε δὲν ἐδίσταζαν νὰ στοιχηματίζωσι δέκα τάλληρα ἀντὶ ἑνὸς ὅτι θὰ ἐλιποθύμῃ ἐπὶ τοῦ τόπου τῆς ἐκτελέσεως. Ταῦτα ἦτο ἑπόμενον ν’ αὐξήσωσιν ἔτι μᾶλλον τὴν ἀμηχανίαν τῶν ἀρχῶν. Ὁ διοικητὴς συνεκάλει ἀλλεπάλληλα συμβούλια πρὸς