Σελίδα:Σκαραβαίοι και Τερρακότες (1919).pdf/85

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.


Ο ΠΡΑΜΑΤΕΥΤΗΣ

Ηρθε ἀπ’ τὴν Πόλη νιὸς πραματευτὴς
μὲ διαλεχτὴ πραμάτεια,
μ’ ἀσημικὰ καὶ χρυσικὰ
καὶ μὲ γλυκὰ καὶ μαῦρα μάτια.

Κ’ οἱ νιὲς ποθοπλαντάζουν τοῦ χωριοῦ
στὶς πόρτες καὶ στὰ παρεθύρια,
κ’ οἱ παντρεμένες ξενυχτᾶν
γιὰ τὰ σμιχτὰ γραφτά του φρύδια.

Τρίζωστη ζώνη ὁλόχρυση φορεῖ
σὲ δαχτυλίδι μέση,
καὶ πιὰ ἡ ὡραία ἡ Χήρα δὲ βαστᾷ:
— Πραματευτή, πολὺ μ’ ἀρέσει
ἡ ζώνη ποῦ φορεῖς κι ὅ,τι νὰ πῇς
σοῦ τάζω κι ἄλλα τόσα…
— Δὲν τὴν πουλῶ μὲ οὐδὲ φλουριὰ
μὲ οὐδ’ ὅσα κι ἄλλα τόσα γρόσσα·
ἔτσι, ὡραία, ὡραία — πῶς νὰ σὲ πῶ,

84