Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σελίδα:Ο Κόδρος.djvu/50

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
44

Οἱ λόγοι οὗτοι διακλονοῦσι
σῶμα περίτρομον ἁπαλόν,
φρίκην ἐνσπείροντες εἰσχωροῦσι
κ’ εἰς τῶν ὀστῶν της τὸν μυελόν.
Ἐνῷ δ’ ἐμέτρα νὰ εἴπῃ τόσα,
σιγᾷ δεμένη τώρα ἡ γλῶσσα.
Τὴν εἶδ’ ὁ Μέδων, τὴν ἐλυπήθη
καὶ τὴν ἐθώπευσε προσηνής.
Οὕτω δ’ ἐκείνη τῷ ἀπεκρίθη
φθόγγους ἀφίνουσα ἀσθενεῖς.

«Νὰ χαλάρωσῃ ὀλίγον πρέπει
τοὺς χαλινούς της ἡ συστολή,
ἀφοῦ τὸν Μέδοντα τώρα βλέπει
τοιουτοτρόπως νὰ ὁμιλῇ.
Ἐμοὶ δὲν μένει μήτηρ ἑτέρα,
οὐδ’ ἔχω ἄλλον ἐγὼ πατέρα.
Ἂν δὲ καθήκοντα ζητηθῶσι
διὰ καρδίαν οὕτω πιστήν,
πρῶτον καθῆκον ἔχει νὰ σώσῃ
ἀπὸ κινδύνου τὸν ἐραστήν.