Σαλώνων πολιορκούμενοι, μαθόντες τὴν φυγὴν τοῦ Ὀμὲρ πασᾶ καὶ ἀπελπισθέντες ὁλοτελῶς τοῦ νὰ ἔλθῃ εἰς αὐτοὺς βοήθεια, ἔφυγον ἀπὸ τὸ φρούριον μὲ ὅσας ἐκ τῶν ἀποσκευῶν των ἠδυνήθησαν νὰ συμπαραλάβωσιν. Οἱ Ἕλληνας εἰδοποιήθησαν, ἀλλὰ βραδέως περὶ τῆς φυγῆς· ὥστε ὅταν ἔδραμον εἰς τὴν καταδίωξιν, μόλις ἐκατάφθασαν τὴν ὀπισθοφυλακήν, ἐκ τῆς ὁποίας φονεύσαντες μερικούς, διέσωσαν τινὰς αἰχμαλώτους καὶ ἔλαβον ὀλίγας ἀποσκευάς.
Ὁ Καραϊσκάκης εἶχε προσκληθῆ καὶ προλαβόντως παρὰ τῆς Διοικήσεως διὰ νὰ ὑπάγῃ εἰς βοήθειαν τῆς Ἀκροπόλεως τῶν Ἀθηνῶν κινδυνευούσης, ἀλλὰ δὲν ἠδυνήθη νὰ ἀκολουθήσῃ τὴν διαταγὴν ταύτην διὰ τὴν ἐπισυμβᾶσαν ἐκστρατείαν τοῦ Ὁμὲρ πασᾶ. Ἁφ’ οὗ δὲ ἐλευθερώθη καὶ ἀπὸ αὐτήν, ἀπεφάσισε πλέον νὰ τρέξῃ εἰς βοήθειαν, διότι μάλιστα ἐπροσκαλεῖτο καὶ ἀπὸ τοὺς ἐντὸς τοῦ φρουρίου ὁπλαρχηγοὺς. Περιπλέον τὴν εἰς ἐκεῖνα τὰ μέρη ἐκστρατείαν του κατέστησεν ἀναγκαιοτάτην ἡ φθορὰ τὴν ὁποίαν ἔπαθον εἰς Καματερὸν τὰ στρατεύματα τὰ ὑπὸ τὸν Μπούρμπαχην, Βάσον καὶ Π. Νοταρᾶν. Ὅθεν διορίσας εἰς μὲν τὰ Κράβαρα τὸν Γιώτην Δαγκλῆν, εἰς δὲ τὸ Λιδωρίκι τὸν Σεφάκαν καὶ εἰς τὸ Δίστομον τὸν Α. Κουτσονέκαν μὲ περίπου πεντακοσίους, αὐτὸς παραλαβὼν ὅλους τοὺς λοιποὺς ὁπλαρχηγοὺς καὶ ἕως χιλίους διακοσίους στρατιώτας ἀνεχώρησεν ἀπὸ Δίστομον τὴν εἰκοστὴν πρώτην τοῦ Φεβρουαρίου. Μετὰ δύω δὲ ἡμερονυκτίων συνεχῆ ὁδοιπορείαν ἔφθασεν εἰς Ἐλευσῖνα, ὅπου τοποθετήσας τὸ στράτευμα, διέταξε καὶ τὸν Βάσον, διατρίβοντα τότε εἰς Μέγαρα, νὰ μεταβῇ ἀμέσως μὲ τοὺς περὶ αὐτόν. Μετέβη ἔπειτα εἰς Φαληρέα, παρετήρησε τὸ ἐκεῖ στρατόπεδον καὶ συνωμίλησε τὰ δέοντα μὲ τὸν Ἰωάννην Νοταρᾶν καὶ τοὺς μετ’ αὐτοῦ ὁπλαρχηγούς· μετὰ τοῦτο ἐπέρασεν εἰς Σαλαμῖνα, ὅπου διορίσας πολιτάρχην τὸν Νικολὸν Καραμῆτσον διεκήρυξεν ὅτι ἐντὸς εἰκοσιτεσσάρων ὡρῶν ὅλοι οἱ ἐκεῖ στρατιῶται νὰ μεταβῶσιν εἰς Ἐλευσῖνα καὶ ἐπέρασεν εὐθὺς καὶ αὐτὸς εἰς Ἐλευσῖνα, ἀφήσας εἰς τὸν πολιτάρχην νὰ φροντίσῃ διὰ τὴν ἐκπλήρωσιν τῆς διαταγῆς του.
Μόλις ἀνεπαύθη ὀλίγον καὶ ἀμέσως ἐπροσκάλεσε κατ’ ἰδίαν μόνον τοὺς ἀρχηγοὺς τῶν ὑπ’ αὐτῷ διαφόρων σωμάτων διὰ νὰ τοὺς κοινοποιήσῃ τὸ σχέδιον, τὸ ὁποῖον εἶχε κατὰ νοῦν νὰ βάλῃ εἰς ἐνέργειαν. Καὶ διὰ νὰ μὴν λάβῃ τινὰ ἀντίκρουσιν, ἐφρόντισεν ἀφ’ ἑνὸς μὲν μέρους νὰ ἐνσπείρῃ ἐλπίδας τινὰς πληρωμῆς καὶ ἀμοιβῆς τῶν ἀγώνων των, ἀφ’ ἑτέρου δὲ νὰ κολακεύσῃ τὴν φιλοτιμίαν των. Εἶναι δὲ ἀληθὲς ὅτι κατ’ ἐκείνην τὴν ἐποχὴν εἶχε μεγάλας ἐλπίδας ὁ Καραϊσκάκης ὅτι ἔμελλε νὰ βοηθηθῇ διὰ χρημάτων εἰς τὸ ἐπιχείρημά του. Ἐπειδὴ οἱ πληρεξούσιοι τοῦ ἔθνους ἦσαν εἰς δύω διῃρημένοι καὶ ἕκαστον τῶν μερῶν ἐνόμιζεν ὅτι ἤθελεν ὑπερισχύσει, ἂν προσελάμβανε