Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σελίδα:Η βιογραφία του στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη.djvu/40

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
38
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

ὀπισθοδρομήσωσιν· οἱ δὲ εἰς τὰ ἄλλα Ἑλληνικὰ σώματα προσβαλόντες, μὴ δυνηθέντες νὰ τρέψωσιν αὐτὰ εἰς φυγὴν μὲ τὴν πρώτην ἔφοδον, ἐτοποθετήθησαν πλησίον καὶ ὑποκρυφθέντες ὄπισθεν τῶν ἐξοχῶν τῆς γῆς καὶ ἐντὸς τῶν κοιλωμάτων τῶν ρυάκων, ἀντεμάχοντο μὲ τοὺς Ἕλληνας, τῶν ὁποίων ὁ τουφεκισμὸς ἦτον ἀδιάκοπος· ἀφ’ οὗ δὲ ἐκ διαλειμμάτων ἔκαμαν καὶ ἱκανὰς ἐφόδους κατὰ τῶν Ἑλληνικῶν προμαχώνων καὶ ἀπεκρούσθησαν, τελευταῖον ἐδόθησαν εἰς συνεχῆ κανονοβολισμόν. Αὐτὸ τοῦτο ἔκαμον καὶ οἱ Ἕλληνες, ἀλλ’ ἡ ἐκ τῶν Ἑλληνικῶν κανονίων βλάβη ἦτον πολλὰ μικρά, ὡς πρὸς ἐκείνην τὴν ὁποίαν ἐπροξενοῦσαν τὰ τῶν ἐχθρῶν, διότι τὰ Ἑλληνικὰ κανόνια ἦσαν ἀσυγκρίτως μικρότερα τῶν τουρκικῶν καὶ διότι δύο ἐξ αὐτῶν ἀποκατέστησαν ἀνίκανοι ὡς συντριβέντων τῶν τροχῶν των.

Ὁ τρόπος οὗτος τοῦ πολεμεῖν διήρκεσεν ἕως τὸ ἑσπέρας. Ἐπειδὴ δὲ ἱκανὸς ἀριθμὸς Ἑλλήνων ἐπληγώθησαν, τοὺς ὁποίους δὲν εἶχον εὐκολίαν δι’ ἔλλειψιν φορτηγῶν νὰ τοὺς μεταφέρωσιν εἰς Ἐλευσῖνα ἢ ἄλλον τόπον ἀσφαλείας, ἐπειδὴ τὸ νερὸν δὲν ἦτον ἱκανὸν εἰς ὅλον τὸ στρατόπεδον, ἐπειδὴ ἐξέλιπον καὶ αἱ τροφαί, ὅσας εἶχον λάβει μαζύ των οἱ Ἕλληνες, ἐπειδὴ ὅλα ταῦτα, λέγω, παρατηρούμενα ἀπὸ τοὺς στρατιώτας, ἐπροξένουν ζωηρὰν ἀθυμίαν καὶ ψιθυρισμόν, ὁ Καραϊσκάκης φοβούμενος μήπως τὴν ἐρχομένην νύκτα λειποτακτήσωσι τινὲς καὶ τὸ παράδειγμά των δώσῃ αἰτίαν νὰ διαλυθῇ αἰσχρῶς τὸ στρατόπεδον καὶ ἴσως νὰ πάθῃ καὶ κἀμμίαν ἀδιόρθωτον ζημίαν, διώρισε νὰ ἑτοιμασθῶσιν ὅλοι διὰ νὰ ἀναχωρήσωσι πλησιαζούσης τῆς νυκτός.

Ὀλίγον λοιπὸν πρὸ τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου ἐκίνησαν συγχρόνως οἱ Ἕλληνες πρὸς Ἐλευσῖνα. Ἀλλ’ οἱ Τοῦρκοι, οἱ ὁποῖοι καθ’ ὅλον τὸ διάστημα τῆς ἡμέρας δὲν εἶχον προξενήσει σημαντικὴν φθορὰν εἰς τοὺς Ἕλληνας, ὥστε νὰ ὑποπτεύσωσι φυγήν, ἰδόντες αὐτοὺς περιστρεφομένους εἰς τὰς θέσεις των, ὑπέθεσαν ὅτι ἔμελλον νὰ κάμωσι γενικὴν ἔφοδον· συγκεντρωθέντες λοιπὸν ἐνεδυναμώνοντο εἰς αὐτὰς μὲ σκοπὸν νὰ ἀντικρούσωσι τὴν ὁρμήν των. Ὅταν δὲ εἶδον ὅτι οἱ Ἕλληνες ἔφευγον, δὲν ἦτον καιρὸς πλέον νὰ τοὺς καταδιώξωσι, διότι εἶχον ἀρκετὰ ἀπομακρυνθῇ ἀπ’ αὐτούς.

Εἰς τὴν φυγήν των οἱ Ἕλληνες δὲν ἔπαθον καμμίαν ζημίαν, ἀποπλανηθέντες ὅμως διὰ τὸ σκότος τῆς ἐπελθούσης νυκτός, ἄλλοι μὲν τὴν ἐπιοῦσαν ἡμέραν ἔφθασαν εἰς τὸ στρατόπεδον, ἄλλοι δὲ μόλις τὴν δευτέραν καὶ τρίτην. Τὰ δὲ κανόνια, μὴ δυνάμενοι νὰ τὰ μετακομίσωσιν οἱ παραλαβόντες ταῦτα χωρικοί, τὰ ἔκρυψαν εἰς μέρος ἀπόκρυφον· ἀλλὰ προδοθέντα ἐκυριεύθησαν μετὰ ταῦτα ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς. Εἰς τὴν τελευταίαν μάχην ἐφονεύθησαν καὶ αἰχμαλωτίσθησαν Ἕλληνες ὑπὲρ τοὺς ἑβδομήκοντα, ἐκ τῶν ὁποίων οἱ