Σελίδα:Η Βάρβιτος.pdf/118

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
—110—

πλήρης μανίας, Εἶν' ἰδική μου!
Ἀλλὰ ἐκείνη, φεῦ! ἐν ἀνίαις
Κ' ἐν καταισχύνῃ καὶ ἐν μανίαις,
Οἰκτρὰ καὶ μόνη ἀπὸ τοῦ βράχου
Τούτου, ἐντὸς τοῦ πολυταράχου
Ἔπιπτε κύματος πελαγίου,
Πολυταράχου ἕρμαιον βίου.
Ἐκεῖ ἡ βάρβιτος συνετρίβη,
Κ' ἡ ἀοιδὸς κ' ἡ ματαία ἥβη,
Κ' ὁ δεινὸς ἔρως μὲ τὴν καρδίαν,
Καὶ ἡ πνοὴ μὲ τὴν ἁρμονίαν!
Καὶ τώρα ὅταν φαιδρὰ γαλήνη
Τὰ γλαυκὰ κύματα ἁπαλύνῃ,
Εἰς τὸ ῥεμβάζον ὄμμ' ἀνατέλλει
Πολλάκις ὥς τις λεπτὴ νεφέλη,
Ἀμυδροὶ, ἄμορφοι χαρακτῆρες,
Σκιὰ βλεφάρων, εὐπήχεις χεῖρες,
Μέλαναι κόμαι περὶ αὐχένα
λευκὸν, πλὴν ὅλα συγκεχυμένα.
Ὁμίχλη, εἴδωλον ἐκ δακρύων,
Σχῆμα ἀμφίβολον τὸ ὁποῖον
Ἓν βλέμμα δεύτερον ἀφανίζει,
Καὶ πάλιν ἄλλο ἐπανακτίζει.
Αὕτη ἡ θάλασσα ἡ γελῶσα
Δακρύων εἶναι κάλπη, ὁπόσα
Ἔῤῥευσαν ἔκπαλαι εἰς τὸ κῦμα,
Τῆς πολυτλήμονος κόρης μνῆμα,