Σελίδα:Εστία Αριθμός 659.djvu/8

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
520
ΕΣΤΙΑ

—Ἄν δυνηθῶ, βεβαίως! εἶπεν ὁ Βερδιέ.

—Ὅτι θὰ περιορίσητε τὴν στρατιωτικὴν θητείαν...

—Νὰ περιορισθῇ ἡ θητεία;.. Ἀδύνατον!

—Ὑποσχέθητέ το σεῖς ὁπωςδήποτε! εἶπεν ὁ Γκενώ.

Ὁ ταγματάρχης καθίστατο ὠχρός.

—Εἶνε δόλος πολεμικός, τίποτε ἄλλο! ἐξηκολούθει ὁ Γκενώ. Ὑπόσχονται ὅταν πολιορκοῦν... καὶ ἔπειτα ὅταν εἰσέλθουν...

—Φίλτατε Γκενώ, εἶπε διακόπτουσα ἡ κυρία Ἑρβλαί, ἤτις προῃσθάνετο ὅτι ὁ ταγματάρχης ἔμελλε νὰ δυσαρεστηθῇ, δὲν πρέπει νὰ συμβουλεύητε τοιαύτην τακτικὴν εἰς τὸν ταγματάρχης. Καὶ ἐγὼ εἶμαι τῆς γνώμης νὰ εἶνε περιεσκεμμένος περὶ τοὺς λόγους του... νὰ μὴ γράφῃ φράσεις διφορουμένας... ἀναμφιβόλως.. ἀλλὰ μὴ ζητεῖτε τι ἐπὶ πλέον παρ’ αὐτοῦ...

—Ἡ φιλοπατρία εἶνε φράσις διφορουμένη; ἀνέκραξεν ὁ Βερδιὲ κατάπληκτος.

—Θέλω νὰ εἴπω, φίλτατε ταγματάρχα, ὅτι οἱ ἐκλογεῖς τῶν χωρίων ἠδύναντο πραγματικῶς ν’ ἀποδώσωσιν εἰς αὐτὴν τὴν λέξιν σημασίαν πολεμικήν... καὶ κατὰ συνέπειαν ἐπικίνδυνον διὰ τὴν ἐπιτυχίαν σας.

—Ὤ, τὴν ἐπιτυχίαν μου!.. τὴν ἐπιτυχίαν μου!. Ὀλίγον ἐνδιαφέρομαι περὶ αὐτῆς ἂν πρόκειται νὰ τὴν ἐξαγοράσω διὰ παλινῳδιῶν.

Καὶ ἐγερθεὶς ἐκούμβωνε μηχανικῶς τὴν ρεδιγκόταν του.

—Ὀλίγον ἐνδιαφέρεσθε σεῖς, εἶπεν ὁ Γκενώ· ἡμεῖς ὅμως ἐνδιαφερόμεθα.

—Πρέπει νὰ νικήσωμεν! εἶπεν ὁ συμβολαιογράφος Καπποά.

Καὶ βλέπων ὅτι ὁ ταγματάρχης ἦτο εἰς τὴν ἀκμὴν νὰ παραιτήσῃ τὰ πάντα, προσέθηκε βιάζων εἰς μειδίαμα τὸ μικρὸν μελάγχρουν πρόσωπόν του, ὅπερ ἐφάνη νευρικῶς συσπώμενον:

—Ἐπίτηδες σᾶς ἐξελέξαμεν, διότι εἶσθε συνειθισμένος εἰς τὴν νίκην.

Ὁ Δυκᾶς ἦτο καταγοητευμένος. Ἡ διπλωματική του καρδία ἔπαλλεν οὐχὶ παραφόρως ὑπὸ τὸν λευκὸν ὑπενδύτην του, ἀλλ’ ἔπαλλε πάντοτε. Μία ἐλπὶς ἐφαίνετο ἀνατέλλουσα δι’ αὐτὸν ἀπὸ τοῦ βάθους τῆς συζητήσεως ἐκείνης. Τοῦ ἐφάνη ὅτι ὁ ταγματάρχης ἦτο πιθανὸν νὰ μὴ ἔχῃ τὴν ὑπομονὴν νὰ ἐξακολουθήσῃ μέχρι τέλους τὸ ἐπίπονον ἐπιχείρημα. Καὶ ἐν τῷ μέσῳ ἑλκυστικῶν ἀπόψεων διέβλεπεν ὁ νέος Σάταμ ἀναριθμήτους πολιτικὰς ὁμηγύρεις, ὅπου ἀπὸ τοῦ ὕψους μιᾶς ἐξέδρας ἐλάλει καὶ οἱ λόγοι του κατέπιπτον βραδεῖς, μεμετρημένοι, ἐπιτήδειοι, πλήρεις ὑποσχέσεων, μὴ περιέχοντες ἀκατάσχετον καὶ ἀξιοθρήνητον φιλοπατρίαν, τοὺς ὁποίους τὸ πλῆθος ἤκουε καὶ ἐχειροκρότει διότι ἔλεγε πρὸς αὐτὸ ὄχι ὅ,τι ἐκεῖνος ἤθελε νὰ εἴπῃ, ἀλλ’ ὅ, τι τὸ πλῆθος ἐπεθύμει ν’ ἀκούσῃ... Ὤ, τί ὡραῖαι ὀπτασίαι πολυτάραχοι!.. Οἱ τοῖχοι τῆς μικρᾶς αἰθούσης τῆς κυρίας Ἑρβλαὶ κατέρρεον, ἐβυθίζοντο ὡς σκηνογραφία θεάματος καὶ ὁ Αἰμίλιος μετεφέρετο διὰ μιᾶς ἐντὸς ἀπεράντου αἰθούσης, ὅπου οἱ ἐκλογεῖς ἐνθουσιῶντες ἀνεκήρυσσον τὴν ὑποψηφιότητά του!.. Ἡ ὑποψηφιότης τοῦ κ. Δυκᾶ τίθεται εἰς ψηφοφορίαν!... Οἷον ὄνειρον!

Καὶ ὁ ταγματάρχης Βερδιὲ ὡσαύτως εὕρισκε τὴν αἴθουσαν πολύ στενήν. Κατεπνίγετο ἐκ στενοχωρίας. Τοῦ ἤρχετο ἡ ὄρεξις νὰ σχίσῃ τὸ χαρτίον ἐκεῖνο, ὅπερ ἀνεγίνωσκε καὶ νὰ τὸ ρίψῃ ἀπὸ τοῦ παραθύρου διὰ νὰ τὸ παραφέρῃ ὁ ἄνεμος τῆς ἑσπέρας. Ἦτο λοιπὸν ὑπὲρ τὸ δέον φιλόπατρις αὐτός! Ὁ Γκενώ, ὁ πολιτευόμενος αὐτοῦ τοῦ χωρίου ἐφρόνει ὅτι δὲν ἔπρεπε νὰ πλανήσῃ τοῦς χωρικούς, λαλῶν πρὸς αὐτοὺς περὶ τῶν συνόρων!

Ὁ Καπποὰ ἐν τούτοις ἐπανήγαγεν αὐτὸν νὰ καθήσῃ καὶ ἡ συζήτησις ἐξηκολούθησεν ἐκ νέου ἐπὶ ἀρκετὸν διάστημα, ἐπειδὴ καθεὶς τῶν ἀκροατῶν ἐξήλεγχε πᾶσαν φράσιν τοῦ προγράμματος. Καὶ ὁ Δυκᾶς αὐτὸς προέβαλε παρατηρήσεις τινάς, συνεσταλμένος, ὑπὸ τὸ πρόσχημα συμβουλῶν, ἀλλὰ μὲ ἀρκετὴν ἐπιτηδειότητα ὥστε νὰ θαυμάσωσι τὴν πολιτικήν του μάθησιν ὁ Γκενώ, ὁ Καπποά καὶ ὁ γερουσιαστὴς Σαρβέ.

Ὁ κ. γερουσιαστὴς μάλιστα ἔκυψε μίαν φορὰν καὶ εἶπεν εἰς τὸ οὗς τῆς κυρίας Ἑρβλαὶ παραφερόμενος ἀπὸ τὴν εἰλικρίνειάν του:

—Αὐτὸς ὁ νέος εἶνε ἐπίτηδες πλασμένος διὰ νὰ γείνῃ πολιτικὸς ἀνήρ!

Εἶτα ἔδηξε τὰ χείλη ἀναμνησθεὶς ὅτι ἡ εὐειδής γυνὴ εἶχεν ἰδιαιτέραν ἀδυναμίαν διὰ τὸν νεαρὸν Αἰμίλιον καὶ παρατηρήσας τὸ μειδίαμα τῆς ἱκανοποιήσεως—μειδίαμα ἀξιεράστου προστάτιδος καὶ γυναικὸς ἐμπείρου ἄμα—ὅπερ ἐκυμαίνετο ἐπὶ τῶν χειλέων τῆς Ἑρρικέττας ὁσάκις ὁ Δυκᾶς ὡμίλει.

Καὶ ὁ κ. Καπποὰ ἐπίσης παρετήρει ὅτι ὁ ἀντιπρόεδρος τοῦ Συλλόγου Μοντεσκιὲ εἶχεν εὐφυΐαν.

Μετ’ ὀλίγας στιγμὰς ὁ Βερδιὲ ἐπεράτωσε τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ προγράμματός του καὶ ἡ ὁμήγυρις εὗρε τὸ ἐπίλοιπον καλόν, παραδεκτόν, ὡς εἶπεν ἡ κυρία Ἑρβλαί. Μόνος ὁ Γκενὼ τὸ ἤθελε πλέον ζωηρόν, πλέον ἔντονον. Τὸ ἰδανικόν του ἦτο ὁ Γκαρούς, ἀλλὰ μετριοπαθής. ’Επόθει «τὰς ἰδέας τοῦ Βερδιέ, ἀλλὰ εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Γκαρούς.»

Καὶ πάλιν ὄχι ὅλας τὰς ἰδέας τοῦ Βερδιέ! Ἐξηρτᾶτο ἀπὸ τὸ εἶδος τῶν ἰδεῶν! Ὁ Γκενὼ ἐσυλλογίζετο ἐπὶ παραδείγματι ὅτι ὁ Βερδιὲ δὲν εἶχε κάμει ἀρκετὸν λόγον εἰς τὸ πρόγραμμά του