Ο Πυρσός
←Διαθήκη | Διονύσου Διθύραμβοι Συγγραφέας: Μεταφραστής: Γιάννης Καμπύσης Ὁ Πυρσός |
Δόξα κ' αἰωνιότητα→ |
Έκδοση: Γράμματα, Αλεξάνδρεια 1917. Πρωτότυπος τίτλος στα γερμανικά: Das Feuerzeichen |
Ο ΠΥΡΣΟΣ
Ἐδώ, ποὺ ἀνάμεσα σὲ θάλασσες, τὸ νησὶ ἐβλάστησε,
ἕνα θυσιαστήριον ἀπότομα ἐπυργώθηκε,
ἐδῶ κάτου ἀπὸ μαυρισμένα οὐράνια ἀνάβει
ὁ Ζαρατούστρας τὴν πανύψηλη φωτιά του,—
πυροφάνι στὰ πλανημένα τὰ καράβια,
ἐρωτηματικὸ γι’ αὐτούς, ποὺ ἀπάντηση ἔχουν…
Τὴ φλόγα αὐτὴ μὲ τὴν κατάλευκη κοιλιά,
— σὲ ψυχρὰ ἀπόμακρα ἡ λαιμαργία της γλωσσοπαίζει,
λυγίζει τὸ λαιμὸ γιὰ χλεύη πάντα καθαρότερη—
ἀπὸ ἀνυπομονησία ἕνα φίδι ἀνορθωμένο·
αὐτὸ τὸ σῆμα ἐγὼ στήλωσα ἐμπρός μου.
Ἐτούτη ἡ φλόγα ἡ ἴδια μου ἡ ψυχὴ εἶναι·
ἀχόρταστη γιὰ νέα ἀπόμακρα
ἀπάνου, ἀπάνου ξεχειλᾶ τὸ ἥσυχο της φέγγος.
Ὁ Ζαρατούστρας τί ἔφευγε μπρὸς σὲ θεριὰ κι ἀνθρώπους;
Τί ξάφνου ἐλιποτάχτησεν ἀπ’ ὅλες τὶς στεριές;
ὣς τόρα ἕξη μοναξιὲς γνωρίζει,—
μὰ ἡ ἴδια ἡ θάλασσα ἀρκετὰ δὲν τοῦ εἴταν ἔρημη,
τὸν ἄφισε νἀνέβει τὸ νησί,
ἀπάνου στὸ βουνὸ φωτιὰ νἀνάψει,
σὲ μιὰν ἕβδομη μοναξιά
ρίχνει τὸ ἀγκίστρι του ψηλὰ ζητῶντας τόρα.
Καράβια πλανημένα! Χάρβαλα ἀστεριῶν παλιῶν!
Σεῖς θάλασσες τοῦ μέλλοντος! Οὐράνια ἀνεξερεύνητα!
σὅλους τοὺς μοναχοὺς ἐγὼ, τόρα τὸ ἀγκίστρι ρίχνω·
ὤ, στὴν ἀνυπομονησία τῆς φλόγας ἀπαντεῖστε,
συλλάβετέ μου, τοῦ ψαρρᾶ στὰ ψηλὰ βουνὰ ἀπάνου,
τὴν ἕβδομή μου τὴ στερνή μου μοναξιά!