Μύθος 88: Γυνή και όρνις

Από Βικιθήκη
Γυνή και όρνις
Συγγραφέας:
Απόδοση του αισώπειου μύθου Γυνή και όρνις.


Τῶν ἀστειοτήτων πάλιν ἀναλάβωμεν τὴν κλίσιν·
φέρωμεν τὸν Λαφονταῖνον εἰς ἡμᾶς ἀπὸ τὴν Δύσιν.

Γυνὴ χήρα
καὶ ὁ νοῦς της
μία λύρα,
'ς τοὺς ἀγρούς της
εἶχε νέαν
καὶ ὡραίαν
ὀρνιθίτσαν,
ἥτις ἕνα
τὴν αὐγίτσαν
τῆς ἐγέννα
αὐγὸ πάντοτε λευκὸ,
μετὰ τρία κὸ κὸ κό.

Ἐστοχάσθη
ἐφαντάσθη
νὰ τὴν δώσῃ
διπλῆ δόσι
τὸ κριθάρι
καὶ νὰ πάρῃ
ἕνα, τάχυ
ἄλλο βράδυ
ἀπ' τὰ πάχη
ὅσα λάβῃ
καὶ ἀντὶ μονὰ, ζυγὰ
νὰ τὴν ἔρχωνται τ' αὐγά.

Ἴσα ἴσα
παχυνθεῖσα
ἡ καλή της
ὄρνις ἥτις
εἶχε τάχος
εἰς τὸ πάχος
νά της χήρα!
νά της στεῖρα!
ὅλη νά της
ἡ κερά της
ἔγινε! καὶ νὰ γεννᾷ
ἔπαυσε καὶ τὰ μονά.

Ἐπιμύθιον.
Μάθημα εἰς τοὺς ἀπλήστους
εἶν' ὁ μῦθός μου· κ' ἐγὼ
τὸν δωροῦμαι εἰς τοὺς πλείστους
ὡς πασχαλινὸ αὐγό.