Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μύθος 47: Πετεινός

Από Βικιθήκη
Πετεινός
Συγγραφέας:
Απόδοση του αισώπειου μύθου Κλέπται και αλεκτρυών.


Κλέπται πολυόμματοι,
ὡς σκιαὶ ἀσώματοι
πρὸς τὸ μεσονύκτιον
ἔῤῥιψαν τὸ δίκτυον
εἰς μικρὸν κηπάριον
ἔξω 'ς τὸ Ῥιζάρειον.

Ἔτρεξαν ἐπάνω κάτω καὶ δὲν ηὗραν εἰμὴ μόνον
πτερὰ ὅλον φωνὴν ὅλον χρυσοῦν ὅλον πετεινὸν,
ὅστις συλληφθεὶς, πρὶν γενῃ ἐν τῷ μέσῳ τῶν δρυμώνων
θῦμά των ἐλεεινὸν,
πόσον χρήσιμος τοὺς εἶπεν αὐτοῦ ἦτον ἡ ζωὴ,
κ' εἰς τὰ ἔργα πῶς ἐξύπνα τοὺς ἀνθρώπους τὸ πρωΐ.
«Ἐγὼ, εἶπεν, ὅταν ἔτι λάμπῃ ὁ Αὐγερηνὸς
καὶ εἶν' ἔξυπνοι ὁ πλάστης μόνος καὶ ὁ οὐρανὸς,
ἐξυπνῶ τὸν ἱερέα τοῦ Ῥιζαρικοῦ ναοῦ,
καὶ ὁ κώδων του τὸ κράτον ἀναγγέλλει τοῦ Θεοῦ.»

Ἀπεκρίθησαν οἱ κλέπται, «δι' αὐτὸ κακοῦργε! μᾶλλον
εἶσαι ἄξιος θυσίας καὶ τιμωριῶν μεγάλων!
Ἐπειδὴ φωνὰς σκορπίζων καὶ κραυγὰς πριχοῦ χαράξῃ
δὲν ἀφίνεις εἰς κανένα τίμιον κλοπὴν νὰ πράξῃ·
γέννημα κακῆς στιγμῆς!
Νὰ σὲ δείξωμεν ἠμεῖς
τὰ πτερά σου νὰ τεινάζῃς,
κουκουρίκο νὰ φωνάζῃς
καὶ ποτὲ τελειωμὸν
νὰ μὴν ἔχῃς καὶ σκασμόν.

Ἐπιμύθιον.
Ἂν ὁ δημοσιογράφος ἦναι τῶν κοινωνιῶν
ὁ πιστὸς ἀλεκτρυὼν
τί παράδοξον ἂν κλέπται τύραννοι τὸν κυνηγῶσι,
θέλοντες αὐτοὶ τὰ πάντα τῶν λαῶν νὰ νοσφιθῶσι;