Εφημερίς/Τεύχος 1

Από Βικιθήκη
Εφημερίς Τεύχος 1
Συγγραφέας:



Nro. 1.


ΕΝ ΒΙΕΝΝῌ ΤΡΙΤῌ ΤΗ~ 31.Δεκεμβρίου 1790.


Τῷ Φιλαναγνώστῃ

Ἰδοὺ ἡ πρό πολλοῦ ἐπιθυμηθεῖσα, καὶ ὑποσχεθεῖσα εἰς τὴν ἁπλῆν διαλέκτον ἐφημερὶς, ὡς ἕνα νέον φυτὸν, ὁποῦ ὀλίγον κατ’ ὀλίγον ἀυξάνει εὐανθεῖ, καὶ τέλως εὐκαρπόντας προξενεῖ μύρια καλά καὶ μ’ ὅλον ὁποῦ ἅυτη ἡ ἐφημερὶς μὲ ἕνα τέτοιον φυτὸν κατὰ τὴν ἐπωφελῆ ἔκτασιν καὶ ἔκβασίν της ἀρμοδίως δύναται, καὶ πρέπει νὰ παρομοιασθῇ, μὲ ὅλον τοῦτο διαφέρει πάλιν ἀπὸ ἀυτὸ πολὺ κατὰ τὴν καλλιέργειάν της, ὡσὰν ὁποῦ ἕνα τέτοιον φυτὸν φυσικῶς τουτέστι καὶ χωρὶς κόπον ἀνθρώπων φθάνει εἰς τὴν ῥηθεῖσαν ἀκμὴν, ἀλλὰ πολὺ ἄλλως ἔχει τὸ νῦν ἐπιχείρημα τῆς ἐφημηρίδος, ὡσὰν ὁποῦ ἀυτὴ ὄχι μόνον ἔργα χειρῶν ἀπαιτεῖ, ἀλλὰ καὶ δαπάνην καὶ τὴν μικράν καὶ μεγάλον πόνον, καὶ ἔκτασιν τοῦ ἀυτοῦ νοὸς, ὄντας ἀυτὴ, κατὰ τον εἰς τὴν εἴδησιν ὀρισμόν της μία συλλογὴ καὶ ἐκβολὴ διαφόρων πηγῶν.

Ἀλλ' ὅσον μὲν διὰ τὸ πρῶτον εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι θέλλομεν ἐργασθεῖ φιλόπονοι· Διὰ δὲ τὸ δεύτερον με ὅλον ὁποῦ ἡ συνδρομὴ τῶν φιλαναγνώστων τόσον μικρὰ οὗσα, ὁποῦ μόλις τὸ χαρτίον δύναται νὰ πληρωθῇ· Μὲ ὅλον τοῦτο ἡμεῖς δὲν ἐφοβήθημεν τὸ νὰ προχωρέσωμεν εἰς τὸ ἐπωφελὲς ἐπιχείρημά μας, ἐλπίζοντες ὁποῦ ὀλίγον κατ' ὀλίγον συγγενευόμενοι οἱ φιλαναγνώσται με τὴν παροῦσαν ἐφημηρίδα νὰ ἤθελον συνδράμῃ δια τὴν τελειάν της ἀκμὴν, ὡσὰν ὁποῦ οἱ συντρέχοντες δίδοντες τιμὴν τὴν διωρισμένην εἰς τὸ καισσαροβασιλικὸν Ὄμπερστχοφ Ποσταμτ Τζαϊτουγγς Ἐξπεδιτζιον εἶναι πεφυλαγμένοι πάντος κινδύνου διὰ τὰ ἔμπροσθεν πληρωμένα χρήματα των, καὶ οὔτως δὲν ἔχουν κανέναν φόβον ζημίας ὡς ἄλλοτε.

Τὸ τρίτον ὅμως εἶναι τόσον δύσκολον, ὅσον καὶ κινδυνῶδες, ὡσὰν ὁποῦ ὑποθέτει ὅλα τὰ εἴδη τῆς μαθήσεως εὶς ἕνα καὶ τὸ ἀυτὸ ὑποκείμενον ἐγκεντρομένα, ἀλλὰ τοῦτο μᾶλλον μὴ ὄντας δυνατὸν, ἀνάγκη εἶναι παρατρέχωντας τινὰς τὸ ἕνα καὶ ἄλλο διὰ νὰ ἤθελε φανῇ ἄξιος κατηγορίας (κατὴν παραβολὴν ὅμως τοῦ σωτῆρος ὁ μὴν ἁμαρτήσας ῥιψάτω πρῶτος τὸν λίθον) ἂς περιεργασθῇ καὶ συγκρίνῃ τινας τὸν ἑαυτόν του, συμπεράνωντας ὀρθῶς, καὶ θέλει ἰδῆ ὅτι τῶν ἀνθρώπων ἁμαρτάνειν ἴδιον, καὶ οὐδεὶς ἀναμάρτητος· καὶ περιπλέον μας ἤθελουν ὑποχρεώσῃ τινας δεικνύωντας, καὶ διορθώνωντας μας τὰς τυχούσας παραδρομὰς, κάμνωντας μας τὴν χάριν, ἂς σημειώσῃ ἀυτὰς εἰς ἕνα χαρτίον ὁμου καὶ τὸ ὄνομά του, στέλλωντας το μὲ τὴν ἐπιγραφὴν an das R. R. Obersthof Postamts Zeitungs Expedition.

Πρὸς τούτοις ἂς μὴ θαυμάσῃ ὁ φιλαναγνώστης ἀνίσως καὶ ποτὲ ἤθελεν εὕρῃ λέξεις ξένας, ἐπιδὴ καὶ ὁ σκοπός μας οὔτε ῥητορικὴν, οὔτε ποιητικὴν ὑποθέτει, ἀλλὰ μίαν ἱστορικὴν σαφῆ διήγησιν, καὶ τοῦτο περιππλέον μέρος μεν διὰ τὸ ἐλλειπὲς τῆς ἁπλῆς διαλέκτου, μέρος δὲ διὰ τὴν πολλάκις δυσνόητον περιγραφὴν πρέπει νὰ μεταχειρισθῶμεν ξένας λέξεις συνηθεισμένας καὶ γνωστὰς παρὰ πάντων· Ὅθεν παρακαλοῦμεν δεχθῇτε εὐνοϊκῶς τὴν ἀυτὴν προθυμίαν μας εἰς τὸ παρὸν νέον ἔτος, ὡς δῶρων ἀρχάριον τοῦ κόπου μας, εὔχοντες μας καρποφόρον ἔκβασιν τοῦ ἐπιχειρήματός μας, ἡμεῖς δὲ σᾶς εὐχόμεθα βίον πολυετῆ καὶ πανευδαίμονα.


Κατὰ μερικῶν γράμματα ἀπὸ τὴν Βλαχίαν ἄνοιξαν οἱ Ῥοῦσσοι εἰς τὰς 3 Δεκεμβρίου τὰ χαντάκια κατὰ πρόσωπον τοῦ Ἰσμαϊλ· ὁμικρὸς πρὸς ὑπεράσπισιν τοῦ καστρίου διωρισμένος Τούρκικος στόλος, ἀπεκλείσθη μὲ τελειότητα καὶ φυλάττεται ἀπὸ τὸν στόλον (Φλωτίλα) τοῦ Γενεραλλαϊτεναντ Ρίμπας εἰς ἕνα μανείκιον τοῦ δουνάβου κλεισμένος, καὶ οὕτως εἶναι κατὰ πάντα ἄπρακτος· τὰ τῆς ξηρᾶς στρατεύματα τῶν πολυορκούντων στέκονται ὑπὸ τὴν ἀρχιστρατηγίαν τοῦ Γενεραλλαϊτεναντ Παύλου Ποτεμκίν· ὁ ἀυτὸς στόλος εὔγαλεν ἐν τῷ ἀναμεταξὺ εἰς τὴν ξηρὰν τῆς Σάξιας ἕνα ἀρκετὸν σῶμα στρατεύματος, τὸ ὁποῖον νῦν βαθύτερα, εἰσχωρεῖ εἰς τὴν Βουλγαρίαν καὶ φαίνεται νὰ ἐπῆρε τὸν δρόμον κατὰ τὴν Βάρναν, ἡ ὁποῖα καθὼς ἀκούεται ἐν ταῦτῷ καὶ ἀπὸ τὸ θαλάσσιον μέρος διὰ τοῦ Ναυάρχου Ουσιακὼβ θέλει πολημηθεῖ· ὁ ἀρχιστράτηγος καὶ ἡγεμὼν ἀπὸ Ποτεμκὶν εὐρίσκεται εἰς τὸ Βενδέρι.

Κατὰ νεωτέρας εἰδήσεις ἀπὸ Βουκορέστι, εμίσευσεν ὁ τῆς Προυσσίας βασιλικὸς πρέσβυς Μαρκέζος ἀπὸ Λουκεζίνε ἀπὸ τὸ Συστόβιον διὰ τὴν Σιλίστριαν νὰ συνομιλήσῃ μὲ τὸν μέγαν Βεζύρην, ἤ καὶ μὴν ευρίσωντάς τον ἐκεῖ, νὰ ὑπάγῃ ἀκόμι μακρύτερα ἔως εἰς τὸν τόπον ὁποῦ εὐρίσκεται· Αὕτη ἡ ὀδοιπορία ἔγινεν ἔξαφνα ἔστωντας καὶ ἐκεῖνος νὰ ἤκουσεν, ὅτι τόσον ὁ καισαροβασιλικὸς τοποτηρητὴς Βαρὼν ἀπὸ Χερμπὲρτ ἀπὸ Συστόβιον, ὅσον καὶ ὁ ἡγεμὼν ἀπὸ Ποτεμκὶν ἀπὸ τὰ μέρη Ἰσμαϊλίου μὲ τὸν μέγαν Βεζύρην εἰς ἀνταλλαγὴν γραφῶν νὰ εὐρίσκωνται· καὶ ἐπειδὴ ὁ ἄνω ῥηθεὶς πρέσβυς μὴ δυνάμενος εἰς τὴν ἀλληλογραφίαν (Κορεσπονδέντζαν ἄλλοτι νὰ συμπεράνῃ, εἰμὴ μίαν μέλλουσαν γενέσθαι εἰρήνην χρίς τινος ξένης μεσιτείας, καὶ ὡς φαίνεται μὲ δίκαιον τρόπον ἐβιάσθη διὰ νὰ εὕρη τὸν Βεζίρην ἐπειδὴ καὶ πολλῶν αἰτιῶν ἕνεκα ἀνάγκη εἶναι ὁπου νὰ ἐμποδίσῃ τὸ τοιοῦτον πράγμα.

ΛΕΧΊΑ.

Κατὰ ἑταίρας εἰδήσεις ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ μέρη φαίνεται ὁποῦ ἡ πολιτικὴ σφαῖρα πρὸς τὸ βόρειον μέρος ὅλως σκοτεινωτέρα θέλει διὰ νὰ γίνῃ· Διότι ὁ λόγος ἅδεται, ὅτι ὁ μέλλων ἐρχομὸς ἕνὸς Τούρκικου ἑλτζῆ εἰς Βελῖνι διὰ μερικὰς ἀυλὰς δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἶναι παντὶ ἀδιάφορος· Ἐτοῦτος ὁ Τούρκικος ἑλτζῆς εἶναι ἕνας τῶν ὑιῶν τοῦ Ἀχμέτη Ἐφέντη, ὁ ὁποῖος ἦτονὡς πρέσβυς εἰς τὸ Μπερλῖνι μετὰ τὸν ἑπταετῆ πόλεμον, ἐμίσευσεν εἰς τὰς 15 Νοεμβρίου ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν, καὶ μέλλει νὰ ἀπεράση διὰ μέσου τοῦ Ζεμονα, ὡσαύτως καὶ ἀπὸ Μπερλῖνι ἐστάλθη ὁ παρὰ τοῦ κυνηγικοῦ τάγματος Μίλλερ ὡς ταχυδρόμος διὰ τὴν Κωνσταντινούπολιν.

Ὡς ἀληθέστατον εἶναι, ὅτι οἱ Ῥοῦσσοι ἄρχησαμ εἰς τὴν Λιφλανδίαν καὶ Οὐκραϊναν νὰ συνάζωνται, καὶ νὰ ἔφθασαν τὸν ἀριθμὸν 30000 καὶ κατὰ ἄλλους 90000 ὡσαύτως καὶ ἀπὸ τὸ μέρος τῆς Προυσσίας γίνεται κάθε ἑτοιμασία, ἕνα μεγάλον μέρος δυνατὸν κανονίων εὐρίσκενται ἕτοιμον καὶ εἰς τὰ τῶν Γρανατίρων Ματαλιόνια εἰς τὸ Κούρμαρα ἐδόθη ἡ προσταγὴ ὁποῦ νὰ εἶναι διὰ πάντα ἔτοιμα, ὁποῦ χρείας τυχούσης νὰ ἠμποροῦν εὐθὺς νὰ κινήσουν· ἀυτὰ τὰ στρατεύματα εἶναι διὰ τὸ ἀνατολικὸν μέρος τῆς Προυσσίας διωρισμένα.

Ὁ τῆς Προυσσίας Γενεραλλαϊτεναντ ἀπὸ Σλίμπεν, ὁ ἀρχιστράτηγος τοῦ εἰς τὴν ἐπαρχίαν τοῦ νετζ καὶ πομερἐλ εὐρίσκομένου μεγάλου σώματος, ἔχωντας τὴν φάλαγγα του (Ρεγιμέντ) στέκουσαν εἰς τὰ μέρη τοῦ Μπάμπεργ ἐγύρισε πάλιν ἀπὸ τὴν ἐπαρχίαν τῆς Δάντζικας, εἰς Φορδαν· καὶ καθὼς ἐκεῖθεν ἀκούεται ἔχει σκοπὸν, ὁποῦ μετὰ ὀλίγον νὰ ἀπεράσῃ ἐδόθεν τοῦ Βαϊξελ ποταμοῦ μὲ μίαν Φάλαγκα καὶ νὰ μεταβαλθοῦν μερικὰ ἰππικὰ τάγματα τοῦ Γενερολμαϊώρου ἀπὸ Γολτζ, ἀρχιστρατηγοῦντος τοῦ ἰδίου συμώτερα κατὰ τὸ Πομερὲλ, ὡσαύτως καὶ ἐπιτηδεύονται ὁποῦ τὰ εἰς χαρακώματα, μὲ παλασάτια νὰ τὰ στερεώσουν.

Ἀπὸ τὰ τοιαύτα καὶ ἄλλα παρόμοια περιστατικὰ ἑλπίζει τινας ὅτι μετὰ μερικοὺς μῆνας νὰ ἤθελεν εὔγῃ καὶ ἕνας βρετανικὸς στόλος εἰς τὴν βαλτικὴν θάλασσαν, τοῦ ὁποίου ὁ σκοπὸς φαίνεται νὰ εἶναι, ὁποῦ τότε κατὰ τὸ παρ' ἑνὸς ἣ ἄλλου μέρους προβληθὲν μεγαλήτερον σύμφερον, κλίνωντας νὰ δώσῃ τὴν ὑπερίσχησιν.

Ἀφ' οὗ καὶ ὁ Γενεραλ ἀπὸ Μελλεντορφ ἀπὸ τὸ Κένιγσπεργ ἐμίσευσεν, ἐδόθη ἡ ἀρχιστρατηγία τᾦ Γενεραλλαϊτεναντ Οὐσεδὼμ, ὁ ὁποῖος ἔστησε τὸ στρατόπεδὸν του εἰς τὸ γουτστατ τῆς Ἐρμβλανδίας ἡ δύναμις ὅλη ἐκείνων τῶν στρατευμάτων ιναι ἔως 70000, ὁποῦ ἡ Προυσσία κατ' ἐκεῖνα τὰ μέρη εἶναι κατὰ κάθε ἔξαφνην καταπολέμησιν σήγουρη· Ἄλλα κινήματα ὅμως τῆς Προυσσίας κατὰ τὸ παρὸν δὲν φαίνονται, καὶ ὅλα εἶναι διὰ τὸ μέλλον πολλὰ σκοτεινὰ καὶ ἀβέβαια, τόσου μόνον φαίνεται ὅτι ἡ Ῥουσσία πασχίζει τὸν τρόπον τῆς μεσιτείας κάτω εἰς τὸν Δούναβιν νὰ ἐμποδίσῃ διὰ μέσου τρἰτης ἀυλῆς νὰ μὴ γίνῃ· καὶ ἀυτοὶ οἱ ἴδιοι Λέχοι μὴ στοχαζόμενοι τὴν κατἀστασίν των ὡς παραλόγως φρονοῦντες πιστευούν, ὅτι ὅλοι οἱ τόποι καὶ κάστρη, ὁποῦ μὲ τὰ εύτυχέστατα ἅρματα Ῥουσσίας πρὸς εὔνοιαν τῆς γαληνωτάτης Αὐτοκρατορίσσης Αἰκατερίνης ἐκεριεύθησαν βιαστικῶς καὶ στανεικῶς διὰ μέσου τῆς εἰς Ῥαϊχενμπαχ τετελειομένης συνθήκης, πάλιν μὴ θελούσης τῆς Ῥουσσικῆς ἀυλῆς εἰς χεῖρας τῶν νικημένων καὶ καταχαλασμένων Ὀσμανλιδων νὰ ματαδοθοῦν· Ναὶ, κἄποιος μινίστρος, μέγας τόσον εἰς τὴν ἀξίαν, ὅσον εἰς πεῖρας, καὶ πολιτικὴν σοφίαν, τὴν γνώμην του τέλος πάντων σταθηρὰν νὰ ἔδειξεν, ὅτι κα'τ οὐδένα τρόπον ἠμποροῦν οἱ Μουσουλμάνοι, μὲ κανέναν δίκαιον τὶ ποτὲ ὀπίσω νὰ ζητήσουν, ὡς αἴτιοι τοῦ πολέμου, καὶ μάλιστα νενικημένοι ὄντες.

ΣΎΡΜΙΟΝ.

Εἰς τὸ Μπελγράδι ἐξόχως ἀπὸ δύο Πόρτας τοῦ κάστρου ὁποῦ εἶναι ἀνοπιχτὰς τὸ νὰ ἐμβαίνουν, καὶ εὐγαίνουν ὁ κόσμος, ὅλαι αἱ ἐπίλοιπαι εἶναι σφαλισμέναι· Τοῦτο ἔγινε μέρος μὲν κατ'οἰκονομίαν διὰ νὰ μὴ χρειασθοῦν εἰς τὰς φυλάξεις πολλοὶ στρατιώται, μέρος δὲ διὰ νὰ ἦναι προφυλαττόμενοι ἀπὸ κάθε ἐναντίαν καταβολήν.

Τὰ παραδουνάβου χωρία, τὰ ὁποία εἰς τὸν καιρὸν, ὅταν οἱ Τούρκοι ἐσέβηκαν εἰς το Μπανάτιον, ἐκάηκαν, τώρα ἐκ νεόθεν ἀρχίζονται νὰ μετακτίζωνται, διὰ νὰ φερθοῦν εἰς τὴν πρώτην στάσιν.

ἸΤΑΛΊΑ.

Ἕνας νεόθεν ἀπὸ Παρίσιον εἰς τὴν Ῥώμην ἐρχόμενος ταχυδρόμος, ὁ ὁποῖος τᾦ Πάππα ἕνα γρᾶμμα τοῦ βασιλέως ἀπὸ Φράντζαν, καὶ τὰς ὑστερνὰς ἀποφάσεις τῆς τοῦ γένους συνόδου, εἰς έκκλησιαστικὰς ὑποθέσεις ἤφερε, φαίνεται ἡ αμφιβολία εἰς τὴν ὁποίαν τότε ἡ Ῥώμη εὐρίσκετο, νὰ αὔξησε πολὺ περισσότερον· Ὁ Πάππας ὕστερα ἀπὸ πολλὰ μετὰ τῶν Καρδινάλων καμομένα συμβούλια τέλος ἀποφάσησεων μίαν δέησιν νὰ κάμουν, παρακαλοῦντες θείαν βοήθειαν διὰ τὴν καθολικὴν ἐκκλησίαν· Αὕτη ἡ δέησις συνδεμένη μετὰ πολλῶν ἀφέσεων ἅμαρτιῶν, καὶ κρατόντας ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα ἕως εὶς τὰ θεοφάνεια, μὲ τὰς εἰς ἀυτὴν προγργραμμένας προσευχὰς καὶ λιτίας νὰ τελειωθῇ.

ΒΛΑΧΟΜΠΟΓΔΑΝΊΑ

Τὰ νεωστὶ φθάσαντα γράμματα τὴν χαροποιὰν εἴδησιν φέροντα διηγοῦνται, ὅτι τὰ εἰς κάθε ἐπιχείρησιν εὐτυχοῦντα τροπαιοφόρα ἅρματα τῆς Ῥουσσίας, καὶ τώρα πάλιν δὲν ἔλλειψαν δείχνοντα τὴν ἀνδραγαθίαν των· τὸ πρὸ πολλοῦ πολυορκιθὲν καὶ καταπολεμηθὲν κάστρον Ἰσμαϊλ μὲ ὀρμὴν νὰ ἐκυρίευσαν, καὶ τοῦτο εἶναι κατόρθωμα ἴδιον τῶν Ῥουσσικῶν στρατευμάτων, οἱ ὁποῖοι ὡς αϊμοβόροι λέοντες περὶ τῆς κραιταιωτάτης Αὐτοκρατορίσσης ἀυτῶν μάχονται· περὶ τοῦ οποῖου ἄλλο τε πλατύτερα.