Αισώπου Μύθοι/Νεανίσκοι και μάγειρος
Αἰσώπου Μῦθοι Νεανίσκοι καὶ μάγειρος |
Δύο νεανίσκοι ἐν ταὐτῷ κρέας ὠνοῦντο. Καὶ δὴ τοῦ μαγείρου περισπασθέντος, ὁ ἕτερος ὑφελόμενος ἀκροκώλιον, εἰς τὸν τοῦ ἑτέρου κόλπον καθῆκεν. Ἐπιστραφέντος δὲ αὐτοῦ καὶ ἐπιζητοῦντος, αἰτιωμένου τε ἐκείνους, ὁ μὲν εἰληφὼς ὤμνυε μὴ ἔχειν, ὁ δὲ ἔχων μὴ εἰληφέναι. Καὶ ὁ μάγειρος αἰσθόμενος αὐτῶν τὴν κακοτεχνίαν, εἶπεν· «Ἀλλὰ κἂν ἐμὲ λάθητε ἐπιορκοῦντες, θεοὺς μέντοι γε οὐ λήσετε.»
Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι ἡ αὐτή ἐστιν ἡ ἀσέβεια τῆς ἐπιορκίας, κἂν αὐτήν τις κατασοφίζηται.
Στα νέα Ελληνικά
[Επεξεργασία]Δυo νεαροί πήγαν σε ένα μαγειρείο και πιάσανε κουβέντα με τον μάγειρα. Σε κάποια στιγμή, ο μάγειρας απασχολήθηκε σε κάτι άλλο, οπότε ο ένας απο τους δύο νεαρούς αρπάζει ένα χοιρινό μπούτι και το χώνει στον κόρφο του αλλουνού. Έρχεται ο μάγειρας, κοιτάζει και λέει: «Εδώ είχα ένα χοιρινό μπούτι, τί έγινε;» - «Δεν ξέρουμε», απαντούν οι νεαροί. - «Αφού ήσασταν εδώ, πώς δέν ξέρετε;» - «Δεν ξέρουμε για ποιο πράγμα μιλάς» - «Εσείς το κλέψατε!» - «Ορκίζομαι στους θεούς οτι δέν το πήρα εγώ», είπε εκείνος που το είχε κρυμμένο στον κόρφο του. «Ορκίζομαι στους θεούς οτι δεν το έχω εγώ», είπε εκείνος που το έχωσε στον κόρφο του αλλουνού. Ο μάγειρας θυμωμένος τους είπε: «Εσείς οι δυο απατεώνες, εμένα μπορείτε να με κοροϊδεύετε, αλλά από τους θεούς δεν θα μπορέσετε να ξεφύγετε.»