Αισώπου Μύθοι/Θύννος και δελφίς
Αἰσώπου Μῦθοι Θύννος καὶ δελφίς |
Θύννος διωκόμενος ὑπὸ δελφῖνος καὶ πολλῷ τῷ ῥοίζῳ φερόμενος, ἐπειδὴ καταλαμβάνεσθαι ἔμελλεν, ἔλαθεν ὑπὸ σφοδρᾶς ὁρμῆς ἐκβρασθεὶς εἴς τινα ἠϊόνα. Ὑπὸ δὲ τῆς αὐτῆς φορᾶς ἐλαυνόμενος καὶ ὁ δελφὶς αὐτῷ συνεξώσθη. Καὶ ὁ θύννος, ὡς ἐθεάσατο ἐπιστραφεὶς αὐτὸν λιποθυμοῦντα ἔφη· «Ἀλλ’ ἔμοιγε οὐκέτι λυπηρὸς ὁ θάνατος· ὁρῶ γὰρ καὶ τὸν αἴτιόν μοι θανάτου γενόμενον συναποθνῄσκοντα.»
Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι ῥᾴδιον φέρουσι τὰς συμφορὰς οἱ ἄνθρωποι, ὅταν ἴδωσι καὶ τοὺς αἰτίους τούτων γεγονότας δυστυχοῦντας.
Στα νέα Ελληνικά
[Επεξεργασία]Ένας τόννος κυνηγιόταν από ένα δελφίνι, αλλά με τη φόρα που κολυμπούσε για να γλυτώσει πετάχτηκε έξω από τη θάλασσα πάνω σε έναν βράχο της ακτής. Με την ίδια φόρα που είχε το δελφίνι, πετάχτηκε κι εκείνο έξω στη στεριά. Ο τόννος ήξερε πως θα ξεψυχήσει από ασφυξία έξω από το νερό, όμως έβλεπε και το δελφίνι να ξεψυχάει και τότε είπε: «Δεν λυπάμαι που θα πεθάνω, αφού βλέπω να πεθαίνει και εκείνος που μου έφερε τον θάνατο.»