Αισώπου Μύθοι/Ανθρακεύς και γναφεύς
Αἰσώπου Μῦθοι Ἀνθρακεὺς καὶ γναφεύς |
Ἀνθρακεὺς ἐπί τινος οἰκίας ἐργαζόμενος, ὡς ἐθεάσατο γναφέα αὐτῷ παροικισθέντα, προσελθὼν παρεκάλει αὐτὸν, ὅπως αὐτῷ σύνοικος γένηται, διεξιὼν ὡς οἰκειότεροι ἀλλήλοις ἔσονται καὶ λυσιτελέστερον διάξουσι μίαν ἔπαυλιν οἰκοῦντες. Καὶ ὁ γναφεὺς ὑποτυχὼν ἔφη· «Ἀλλ’ ἔμοιγε τοῦτο παντελῶς ἀδύνατον· ἅ γὰρ ἐγὼ λευκανῶ, σὺ ἀσβολώσεις.»
Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι πᾶν τὸ ἀνόμοιον ἀκοινώνητόν ἐστι.
Στα νέα Ελληνικά
[Επεξεργασία]Ήταν ένας καρβουνάς, δουλειά του ήταν να φτιάχνει και να πουλάει κάρβουνο. Στη γειτονιά του ήρθε να κατοικήσει ένας γναφεύς, η δουλειάτου ήταν το αντίστοιχο του σημερινού καθαριστηρίου, έδινε ο κόσμος σ' αυτόν τα ρούχα τους για να τα πλύνει, με τα καθαριστικά μέσα της εποχής. Λέει ο καρβουνάς στον καθαριστή: έλα να κατοικήσουμε μαζί στο ίδιο σπίτι, χωράει άνετα και τους δυό μας, κ' έτσι θα μοιραζόμαστε τα έξοδα, θα έχουμε κ τη βοήθεια κ τη συντροφιά ο ένας του άλλου. Απαντά ο καθαριστής: λυπάμαι, αλλα δέν γίνεται· δεν το σκέφτεσαι, οτι τα ρούχα που εγώ ασπρίζω, εσύ θα τα μαυρίζεις; Και εσύ και εγώ κάνουμε χρήσιμες δουλειές, που δέν γίνονται όμως μαζί.