Αισώπου Μύθοι/Ανήρ και γυνή αργαλέα
Αἰσώπου Μῦθοι Ἀνὴρ καὶ γυνὴ ἀργαλέα |
Ἔχων τις γυναῖκα πρὸς πάντας τοὺς οἰκείους λίαν τὸ ἦθος ἀργαλέαν ἠβουλήθη γνῶναι εἰ καὶ πρὸς τοὺς πατρῴους οἰκέτας ὁμοίως διάκειται· ὅθεν μετὰ προφάσεως εὐλόγου πρὸς τὸν πατέρα αὐτὴν ἔπεμψε. Μετὰ δὲ ὀλίγας ἡμέρας ἀνελθούσης αὐτῆς ἐπυνθάνετο πῶς αὐτὴν οἱ οἰκεῖοι προσεδέξαντο. Τῆς δὲ εἰπούσης· «Οἱ βουκόλοι καὶ οἱ ποιμένες με ὑπεβλέποντο,» ἔφη πρὸς αὐτήν· «Ἀλλ’ ὦ γύναι, εἰ τούτοις ἀπήχθου οἱ ὄρθρου μὲν τὰς ποίμνας ἐξελαύνουσιν, ὀψὲ δὲ εἰσίασι, τί χρὴ προσδοκᾶν περὶ τούτων οἷς πᾶσαν τὴν ἡμέραν συνδιέτριβες;»
Οὕτω πολλάκις ἐκ τῶν μικρῶν τὰ μεγάλα καὶ ἐκ τῶν προδήλων τὰ ἄδηλα γνωρίζονται.
Στα νέα Ελληνικά
[Επεξεργασία]Ένας άνθρωπος είχε μια γυναίκα πολύ κακότροπη. Σκέφτηκε: Άραγε αυτή η γυναίκα είναι κακιά μόνο προς εμένα και τους δικούς μου ή μήπως είναι κακιά ακόμη και προς τους ανθρώπους του δικού της αίματος; Για να το δοκιμάσει αυτό, με κάποια δικαιολογία την έστειλε να μείνει μερικές μέρες στο πατρικό της σπίτι. Ύστερα από μερικές μέρες επέστρεψε, και ο άντρας την ρώτησε: Πώς πέρασες με τους δικούς σου; Εκείνη απάντησε: οι βοσκοί των αγελάδων και των αιγοπροβάτων με έβλεπαν με κακό μάτι. Λέει και ο άντρας της: Γυναίκα, εκείνοι οι άνθρωποι που με τα χαράματα φεύγουν από το σπίτι για να βοσκήσουν τα ζώα και μόνο το βράδυ επιστρέφουν, αν σε εκείνους έγινες μισητή, τότε τι να σκεφθώ για εκείνους που ήσουν όλη μέρα μαζί τους;