Αισώπου Μύθοι/Όνοι προ τον Δία

Από Βικιθήκη
Αἰσώπου Μῦθοι
Ὄνοι πρὸς τὸν Δία


Ὄνοι ποτὲ ἀχθόμενοι ἐπὶ τῷ συνεχῶς ἀχθοφορεῖν καὶ ταλαιπωρεῖν πρέσβεις ἔπεμψαν πρὸς τὸν Δία, λύσιν τινὰ αἰτούμενοι τῶν πόνων. Ὁ δὲ αὐτοῖς ἐπιδεῖξαι βουλόμενος ὅτι τοῦτο ἀδύνατόν ἐστιν, ἔφη τότε αὐτοὺς ἀπαλλαγήσεσθαι τῆς κακοπαθείας, ὅταν οὐροῦντες ποταμὸν ποιήσωσι. Κἀκεῖνοι αὐτὸν ἀληθεύειν ὑπολαβόντες ἀπ’ ἐκείνου καὶ μέχρι νῦν ἔνθα ἂν ἀλλήλων οὖρον ἴδωσιν, ἐνταῦθα καὶ αὐτοὶ περιιστάμενοι οὐροῦσιν.

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι τὸ ἑκάστῳ πεπρωμένον ἀθεράπευτόν ἐστι.

Στα νέα Ελληνικά[Επεξεργασία]

Τα γαϊδούρια ένιωθαν πολύ βαριά τη μοίρατ ους, να κουβαλούν συνέχεια μεγάλα φορτία, σε μακριούς, συχνά δύσβατους ή ανηφορικούς δρόμους. Γι' αυτό και στείλανε πρέσβεις στον Δία παρακαλώντας τον να κάνει κάτι για να ελαφρύνουν οι κόποι τους. Ο Δίας τους απάντησε: ξέρετε πότε θα γλυτώσετε από τα φορτία; μόνο όταν κατουρώντας κάνετε ποταμό! Αυτό ήταν ένα σχήμα λόγου που εννοούσε οτι ποτέ τα γαϊδούρια δέν θα γλυτώσουν από τα βάσανα των φορτίων. Τα γαϊδούρια όμως αυτόν το λόγο τον πήρανε κυριολεκτικά, και βάλθηκαν να κατουράνε για να κάνουνε ποταμό. Και από τότε, επειδή στο μυαλό τους το κατούρημα συνδέθηκε με την ελπίδα απαλλαγής από τα βάσανα, όταν ένα γαϊδούρι δεξ κάποιο ζώο ή άνθρωπο να κατουράει, σταματάει εκεί που βρίσκεται, το γαϊδούρι και κατουράει και εκείνο.