Αισώπου Μύθοι/Ίππος και όνος
Αἰσώπου Μῦθοι Ἵππος καὶ ὄνος |
Ἄνθρωπός τις εἶχεν ἵππον καὶ ὄνον. Ὁδευόντων δέ, ἐν τῇ ὁδῷ εἶπεν ὁ ὄνος τῷ ἵππῳ· «Ἆρον ἐκ τοῦ ἐμοῦ βάρους, εἰ θέλεις εἶναί με σῶν.» Ὁ δὲ οὐκ ἐπείσθη· ὁ δὲ ὄνος πεσὼν ἐκ τοῦ κόπου ἐτελεύτησε. Τοῦ δὲ δεσπότου πάντα ἐπιθέντος αὐτῷ καὶ αὐτὴν τὴν τοῦ ὄνου δοράν, θρηνῶν ὁ ἵππος ἐβόα· «Οἴμοι τῷ παναθλίῳ, τί μοι συνέβη τῷ ταλαιπώρῳ; μὴ θελήσας γὰρ μικρὸν βάρος λαβεῖν, ἰδοὺ ἅπαντα βαστάζω, καὶ τὸ δέρμα.»
Ὁ μῦθος δηλοῖ ὅτι τοῖς μικροῖς οἱ μεγάλοι συγκοινωνοῦντες οἱ ἀμφότεροι σωθήσονται ἐν βίῳ.
Στα νέα Ελληνικά
[Επεξεργασία]Ένας άνθρωπος φόρτωσε το άλογό του, φόρτωσε και το γαϊδούρι του, κ έκανε αγώι, πήγαινε μαζί με τα ζώα. Στον ίσιο δρόμο ο γάιδαρος άντεχε το φορτίο, αλλα σαν άρχισαν να πηγαίνουν σε ανηφόρα, ο γάιδαρος άρχισε να παρακαλάει το άλογο: «Πάρε σε παρακαλώ λίγο απο το φορτίο μου να με ελαφρύνεις, γιατί δέν αντέχω!» Το άλογο δεν απάντησε. Ο γάιδαρος μή αντέχοντας άλλο έσκασε και έπεσε κάτω νεκρός. Ο άνθρωπος φόρτωσε όλο το φορτίο του γαϊδάρου στο άλογο, φόρτωσε απο πάνω και τον ίδιο τον γάιδαρο. «Συμφορά!» μονονολογούσε το άλογο. «Για να μη βοηθήσω σηκώνοντας λίγο από το φορτίο του γαϊδάρου, τώρα σηκώνω όλο το φορτίο του και μαζί το νεκρό του σώμα.»