Σελίδα:Διηγήματα (Αξιώτης).pdf/13

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
— 7 —

τὸ κολλήσῃς ἀπὸ πίσω στὸ σουρτοῦκο τοῦ δασκάλου ἄκουσες;

Τὸ παιδὶ ἐχαμογέλασε.

— Καὶ σὰ μὲ μαντατέψουνε; εἶπε.

— Ποιὸς θὰ τὸ κάμῃ ποῦ τονε σκοτώνω; Νὰ κάμης καθὼς σοῦ λέω καὶ θὰ σοῦ δώκω κι’ ἄλλη μιὰ δεκάρα.

Ὁ Δημήτρης ὑποσχέθη κ’ ἔτρεξε νὰ βρῇ τ’ ἄλλα παιδιά, ποῦ ἐφεύγανε μὲ φωνές. Ὁ παππᾶ Συνέσιος ἔμεινε στὸ ἴδιο μέρος καὶ πότε ποτ’ ἐγύριζε πίσω του κ’ ἔβλεπε.

Ἀντίκρυ του τ’ ἀμπέλια, νωποτρύγητα, καὶ στ’ ἀριστερά του τὰ γελαστὰ περιβόλια, γεμάτα ὠμορφιὰ καὶ χάρι, ἐξετύλυγαν, σὲ μεγάλη ἔκτασι, καταπράσινα χαλιά, περιφραγμένα ἀπὸ τοίχους ξεροτράχαλους καὶ μόνο πῶς, τὸν γλυκύτατο, ἀμίμητο χρωματισμό, ποῦ καὶ ποῦ, θαρρεῖς, ἐκηλίδωνε, θερισμένο ἢ χέρσο χωράφι, γεμᾶτο ἀγκάθια καὶ ξερόχορτα, σὰν ποῦ ἀμαυρώνουν, ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, σταχτόμαυρα συννεφάκια, τοῦ καθάριου οὐρανοῦ τὸ καταγάλαζο χρῶμα. Δεξιὰ μεριά, κατὰ τὴ δύσι, τῆς Κουκουλοῦς ὁ Γκρεμνός, αἰωνόβιος γρανίτης, τεράστιος, γέρω γίγαντας ἐπιβλητικὸς μὲ τὴ στρογγυλή, σὰν κρανίο ἀνθρώπινο, τὴ φαλακρὴ κεφαλή του, ποῦ ποιὸς ξέρει πόσους κατακλυσμοὺς καὶ πόσ’ ἀστροπελέκια ἐπεριφρόνησε καὶ ὁποῦ δείχνει, θαρρεῖς μὲ ὑπερηφάνεια, σχισμάδες καὶ χάσματα εἰς τὰ πολύπαθα πλευρά του σὰν τὴς πληγές του τὴς τιμημένες πολεμιστὴς ἀκατάβλητος.

Ἀλλ’ αὐτὲς ἡ εἰκόνες δὲν ἔκαναν αἴσθησι στὸν παππᾶ Συνέσιον. Ἐγύριζε πίσω του καὶ ἔβλεπε ἀνυπόμονα, ὡσὰν κάποιον νὰ ἐπερίμενε. Καὶ ἀλήθεια, ὕστερ’ ἀπὸ κάμποση ὥρα ἐφάνηκε ὁ Γιάννης ὁ Σερέτης ὁποῦ καὶ ἦλθε καὶ ἐκάθησε κοντὰ στὸ γούμενο.

Τὸ ὑποκείμενον αὐτὸ εἶνε ἀξιοπερίεργος τύπος, παράξενος καὶ πρέπει νὰ τὸν περιγράψωμε γιὰ νὰ δώσωμε μιὰ κάποια