Στον Σαλισβουρύ

Από Βικιθήκη
Στον Σαλισβουρύ
Συγγραφέας:
Ιανουάριος 1886.


Σαλισβουρὺ Τουρκόσπορε, ὁποὺ γιὰ μᾶς φρενιάζεις
καὶ ὅλο τὸ φαρμάκι σου ἀπάνω μας τὸ βγάζεις,
ποὺ γιὰ φοβέρα τάχατε τοὺς στόλους σου μᾶς στέλλεις,
καὶ οὔτε κἂν ζωγραφιστοὺς νὰ μᾶς ἰδῇς δὲν θέλεις,
Σαλισβουρύ, Σαλισβουρύ,
γιατί μᾶς κάνεις τὸ βαρύ;

Σαλισβουρύ, ὁποὺ γιὰ μᾶς δὲν δίνεις μιὰ πεντάρα,
κι' ἀγάπησες ἀληθινὰ τῶν Τσούσηδων τὴ φάρα,
ποὺ κατακόβεσαι γι' αὐτοὺς καὶ τόσο τοὺς θαυμάζεις
καὶ μόνο γιὰ τοὺς Τσούσηδες τὴν Πόλι ἑτοιμάζεις,
Σαλισβουρύ, Σαλισβουρύ,
γιατί μᾶς κάνεις τὸ βαρύ;

Ἐμάθαμε πὼς ἔπεσες κι' ἔχεις μεγάλο χάλι,
ποὺ νὰ μὴ σώσῃς νὰ γενῇς Πρωθυπουργὸς καὶ πάλι.
Γκρεμίστηκες κι' ἀπ' τὴ χαρὰ κανένας δὲν κρατιέται,
κι' ὅρσε μιὰ μοῦντζα πάρολι καὶ ἄλλαις δύο σέτε
γιὰ νὰ μὴν κάνῃς τὸ βαρύ,
Μαρκήσιε Σαλισβουρύ.