Μετάβαση στο περιεχόμενο

Στον Εθνομάρτυρα Κυπριανόν

Από Βικιθήκη
Στὸν Ἐθνομάρτυρα Κυπριανὸν
Συγγραφέας:


Στῆς Σκλαβιᾶς τὸ μαῦρο σκότος ποῦ τὴν Κύπρο μας σκοτίζει
Τὸ χιονάτο μάρμαρό σου ρίπτει θεῖες ἀστραπαῖς
Καὶ σἂν ἥλιος φωτοβόλος τὴν Πατρίδα μας φωτίζει
Καὶ τὸ φῶς του ξεσκεπάζει τῶν τυράννων ταῖς ντροπαῖς!

Μὲ ταῖς ἀστραπαῖς ποῦ ρίπτει θὰ σκορπίσῃ καμμιὰ μέρα
Τῆς σκλαβιᾶς τὸ μαῦρο σκότος τῆς σκλαβιᾶς τὴ συννεφιὰ
Καὶ θὰ δῇ κι ἡ φτωχὴ Κύπρος τὴν πανώρῃα της μητέρα
Ποῦ τὴν ὤμορφη της Κόρη θέλει νἄχῃ συντροφιά!

Τόσα χρόνια μ’ ἁλυσσίδες ἡ Πατρίς μας φορτωμένη
Στρέφει πάντα στὴν Ἑλλάδα ταῖς θλιμμέναις της ματιαῖς
Καὶ τὰ ράκη της σηκώνει καὶ τῆς δείχνει δακρυσμένη
Πόσαις ἔχει στὸ κορμί της φοβεραῖς λαβωματιαῖς!

Τόσα χρόνια τόσοι γῦπες τὴν Πατρίδα μας ραμφίζουν
Κι’ ὡς ὁ Προμηθεὺς κι’ ἐκείνη νὰ τοὺς διώξῃ προσπαθεῖ
Καὶ δαγκάνει τὰ δεσμά της καὶ τὰ σίδερά της τρίζουν
Μὰ δὲν σπάζουν γιὰ νὰ τρέξῃ στὴν Ἑλλάδα ποῦ ποθεῖ!

Στὸ χιονάτο μάρμαρό σου θ’ ἀκονίσῃ καμμιὰ μέρα
Τὸ σπαθὶ τὸ τιμημένο τῆς Μεγάλης Λευθεριᾶς
Καὶ μὲ δύναμι θὰ κόψῃ τὰ δεσμά της πέρα πέρα
Καὶ θὰ χύσῃ ‘σταῖς πληγαῖς της βάλσαμο παρηγοριᾶς!

Ἄχ! ὡς πότε νὰ τὴν σφίγγουν τόσαις μαύραις ἁλυσσίδες
Ποῦ σἂν βόες συσφιγκτῆρες τὸ κορμί της τυραννοῦν
Καὶ σἂν ὄφεις φαρμακώνουν ταῖς γαλάζιαις της ἐλπίδες
Καὶ φαρμάκι ‘σταῖς πληγαῖς της ἀντὶ βάλσαμο ξερνοῦν

Σήκω, σήκω, τιμημένε τῆς Πατρίδος μας Πατέρα.
Τὴν φρικτὴ Σκλαβιὰ νὰ πνίξῃς μὲ τὴν ἴδια τὴν θηλειὰ
Ποῦ σοῦ βάλαν ’στὸν λαιμό σου τόσοι δήμιοι μιὰ μέρα
Καὶ χλευάζαν μαῦρα ράσα καὶ κατάλευκα μαλλιά!

Τὰ κατάλευκα μαλλιά σου καὶ τὰ ράσα σου τὰ μαῦρα
Ποῦ τὰ βρίζαν ’στὸ Σεράγι τόσα λαίμαργα θεριὰ
Σἂν σημαίαις κυματίζαν καὶ χαιρέτιζαν τὴν Λαύρα
Ποῦ τὸ σύνθημά της ἦτο «Θάνατος ἢ Λευθεριά!»

Γιὰ τὴν Πίστιν καὶ τὸ Γένος σπαρταροῦσντες ’στὸ πλατάνι
Χωρὶς ἕνα πικρὸ λόγο, χωρὶς ἕνα στεναγμὸ
Καὶ ’στοὺς οὐρανοὺς ἀνέβης μὲ μαρτυρικὸ στεφάνι
Νὰ μυρώσῃς τῆς Θρησκείας καὶ τοῦ Γένους τὸν βωμό!

Ξύπνα, ξύπνα νὰ σκορπίσῃς, μεγαλόψυχε Πατέρα,
Μὲ τῆς ’Λευθεριᾶς τ’ ἀγέρι τῆς σκλαβιᾶς τὴν συννεφιὰ
Γιὰ νὰ πᾶμε ’στὴν Ἑλλάδα τὴν μεγάλη μας Μητέρα
Καὶ μαζὶ μ΄ αὐτὴν νὰ μποῦμε ’στὴν σεπτὴν Ἁγιὰ Σοφιά!