Σελίδα:ΦΕΚ Α 65 - 06.05.2010.pdf/8

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
1328
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ)

6.α. Στα αποθέματα πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης που έχει στην κυριότητά του, την 2.5.2010 κάθε επιτηδευματίας, που έχει λάβει αριθμό μητρώου Διακινητών Πετρελαίου Θέρμανσης (ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ.), τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση και έχει πραγματοποιηθεί η φυσική τους έξοδος από τις φορολογικές αποθήκες, αλλά δεν έχουν διατεθεί στην κατανάλωση, επιβάλλεται εφάπαξ φόρος ισόποσος με τη διαφορά των φορολογικών επιβαρύνσεων που εφαρμόζονται από 3.5.2010 ήτοι του ειδικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) και των ήδη καταβληθέντων κατά την έξοδό τους από τη φορολογική αποθήκη ειδικού φόρου κατανάλωσης και Φ.Π.Α..

β. Ο εφάπαξ φόρος επιβάλλεται στα αποθέματα της προηγούμενης παραγράφου που έχει στην κυριότητά του ο επιτηδευματίας ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., την 2.5.2010 σε εγκαταστάσεις του ή σε εγκαταστάσεις τρίτων, ανεξάρτητα από το χρόνο λήξης της διαχειριστικής του περιόδου ή την κατηγορία των βιβλίων που τηρεί ή την απαλλαγή από την τήρηση βιβλίων.

γ. Σε περίπτωση που ο επιτηδευματίας ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. πραγματοποιεί πωλήσεις σε δικαιούχους χρήσης πετρελαίου θέρμανσης και δικαιούται επιστροφής, τότε ο οφειλόμενος εφάπαξ φόρος συμψηφίζεται με τα προς επιστροφή ποσά των φορολογικών επιβαρύνσεων, λόγω της εξομοίωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης του πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης με το πετρέλαιο κίνησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3634/2008 (ΦΕΚ 9/Α΄).

δ. Σε περίπτωση που ο επιτηδευματίας ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. δεν πραγματοποιεί πωλήσεις σε δικαιούχους χρήσης πετρελαίου θέρμανσης και δεν δικαιούται επιστροφής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3634/2008 τότε ο οφειλόμενος εφάπαξ φόρος καταβάλλεται εφάπαξ με την υποβολή από τον υπόχρεο δήλωσης εις διπλούν στην αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματός του Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), το αργότερο μέχρι και τις 7.6.2010. Το ένα αντίτυπο της δήλωσης με ημερομηνία παραλαβής και θεωρημένο από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. επιστρέφεται στον υπόχρεο.

Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή του οφειλόμενου εφάπαξ φόρου θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα.

Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης ή ανακριβούς δήλωσης ή εκπρόθεσμης δήλωσης εφαρμόζονται οι κυρώσεις οι οποίες προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179/Α΄), καθώς και οι κυρώσεις των περί λαθρεμπορίας διατάξεων του ν. 2960/2001 εφόσον συντρέχει περίπτωση.

Για τη διαδικασία βεβαίωσης εφαρμόζονται ανάλογα οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151/Α΄).

ε. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος συμψηφισμού του εφάπαξ φόρου επί των αποθεμάτων με τα προς επιστροφή ποσά, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3634/2008, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης του εφάπαξ φόρου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

στ. Κάθε άλλη διάταξη, η οποία αντίκειται στις ανωτέρω διατάξεις της παραγράφου αυτής, δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις οι οποίες ρυθμίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.

7. α. Οι περιπτώσεις α), β) και γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του ν.3833/2010 (ΦΕΚ 40/Α΄) αντικαθίστανται ως εξής:

«α) από 15.000 ευρώ μέχρι και 20.000 ευρώ, ποσοστό 10%,

β) άνω των 20.000 ευρώ μέχρι και 28.000 ευρώ, ποσοστό 30%,

γ) άνω των 28.000 ευρώ, ποσοστό 40%».

β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 17 του ν. 3833/2010 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Προκειμένου για μεταχειρισμένα όμοια αυτοκίνητα, το ποσοστό του φόρου καθορίζεται ως εξής:

α) από 11.000 ευρώ μέχρι και 14.000 ευρώ, ποσοστό 10%,

β) άνω των 14.000 ευρώ μέχρι και 19.000 ευρώ, ποσοστό 30%,

γ) άνω των 19.000 ευρώ ποσοστό 40%.

Οι τιμές της παραγράφου αυτής προκύπτουν με βάση τα αναφερόμενα στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 126 του ν. 2960/2001.

Ο ανωτέρω φόρος επιβάλλεται επί της φορολογητέας αξίας του άρθρου 126 του ν. 2960/2001.»

8. Τα ποσά που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 και στο άρθρο 4 του ν. 3723/2008 (ΦΕΚ 250/Α΄) αυξάνονται κατά 15 δισεκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα.

Άρθρο πέμπτο
Έκτακτη εισφορά στα κέρδη των νομικών προσώπων και ειδικός φόρος τηλεοπτικών διαφημίσεων

1. Επιβάλλεται έκτακτη, εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης, στο συνολικό καθαρό εισόδημα, οικονομικού έτους 2010, των νομικών προσώπων του άρθρου 2 παράγραφος 4 και 101 παράγραφος 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151/Α΄). Η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στις διατάξεις των άρθρων 31 παράγραφος 19 και 105 παράγραφος 7 του ίδιου Κώδικα, εφόσον το εισόδημα αυτό υπερβαίνει τα εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Η εισφορά επιβάλλεται στο σύνολο του καθαρού εισοδήματος. Αν το καθαρό εισόδημα είναι ίσο ή μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, δεν επιβάλλεται εισφορά.

Για τις επιχειρήσεις που δημοσίευσαν οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τους κανόνες των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Λ.Π.), η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από την εφαρμογή τους, εφόσον αυτά είναι μεγαλύτερα από το συνολικό καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στα προηγούμενα εδάφια και υπερβαίνουν τα εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ.

2. Η έκτακτη εισφορά, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή στα καθαρά κέρδη της προηγούμενης παραγράφου, υπολογίζεται ανά κλιμάκιο ως εξής:

α) Για συνολικό καθαρό εισόδημα ή καθαρά κέρδη από ένα (1) ευρώ έως και τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ, η έκτακτη εισφορά ισούται με το γινόμενό τους επί συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%).

β) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από τριακόσιες χιλιάδες ένα (300.001) ευρώ έως και ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%) και

γ) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από ένα εκατομμύριο ένα (1.000.001) ευρώ έως και πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ, η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%).

δ) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από πέντε εκατομμύρια ένα (5.000.001) ευρώ και άνω, η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%).