35. Τὰ παιδιὰ εἰδοποιοῦν τοὺς χωροφύλακες.
Τὸ πρῶτο ποὺ ρώτησαν τὰ παιδιὰ ὅταν ἄκουσαν αὐτά, ἦταν ἂν ἔχη φύλακες τὸ δάσος.
Τοὺς εἶπαν πὼς ὑπάρχουν δύο δασοφύλακες. Μὰ τὸ δάσος εἶναι τόσο µεγάλο, ποὺ δὲν µποροῦν νὰ βρίσκωνται παντοῦ αὐτοὶ οἱ δυό. Θέλουν ὧρες νὰ τὸ περάσουν.
Ἔπειτα ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς πρέπει νὰ βρίσκεται στοὺς λοτόμους, μὴν τύχη καὶ κόψουν δέντρα ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ κοποῦν.
Μένει ἕνας δασοφύλακας, κι αὐτὸς πρέπει νὰ φυλάξει ὅλο τὸ δάσος.
«Καὶ τί, ἀπὸ τὸ δασοφύλακα πρέπει νὰ τὰ περιμένωμε ὅλα;» εἶπε ὁ Μπαρµπακώστας. «Ἐµεῖς τί εἴµαστε; Καθένας ποὺ περνάει ἀπὸ δῶ µέσα, πρέπει νὰ φυλάξη τὸ δάσος. Κάθε ἄνθρωπος, ὅπου βρίσκεται, πρέπει νὰ τὸ προστατεύη ὅπως µπορεῖ. Ἐγὼ ἔκαμα τὸ χρέος µου».
Ἀφοῦ ἕνας ἄνθρωπος ἀγράμματος κινδύνεψε γιὰ νὰ σώση τὰ δέντρα, ἀξίζει δὰ νὰ κοπιάσουν γι’ αὐτὰ καὶ τὰ παιδιά.
Ὁ Ἀντρέας τοὺς εἶπε τὸ ἄλλο πρωὶ ποιὸ εἶναι τὸ χρέος τους.
Πέντε παιδιὰ ἔτρεξαν στὸ Μικρὸ χωριὸ καὶ εἰδοποίησαν τοὺς δύο χωροφύλακες ποὺ εἶναι ἐκεῖ, πὼς πλήγωσαν τὸν Μπαρµπακώστα.
Ἄλλα πέντε πῆγαν στοὺς λοτόµους καὶ εἰδοποίησαν τὸ δασοφύλακα γιὰ τὴν καταστροφὴ ποὺ γίνεται στὰ πεῦκα τοῦ Χλωροῦ.