Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
51
Σ’ ἐγνώρισα, καλέ, κ’ ἐθαύμασα κλεισμένα
Τοῦ πνεύματος καὶ τῆς καρδιᾶς εἰς τὴν ψυχή σου
Ν’ ἀνθοῦν τὰ δῶρα, ὥστε ἀπὸ σὲ τῆς παραδείσου
Αὖρα ζωογονεῖ καὶ στήθη νεκρωμένα.
Δὲν εἶδα ἀργότερα τὸ φῶς, ὥστ’ ἑνωμένα
Τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς ἐγὼ μαζῆ σου
.......................... καὶ νὰ ζῶ μὲ τὴν πνοή σου
Στὰ ὕψη πὤχ’ ἡ τέχνη θαύματα πλασμένα.
Δὲ φτάνει ἐκεῖ κανεὶς ἂν δὲν τοῦ δώσῃ ἡ μοῖρα
Ὁμόψυχον θνητὸν τὸ θάρρος του ν’ αὐξήσῃ·
Ἀλλ’ ἂν σ’ ἐμὲ τοῦ ἰδανικοῦ κλειστή ’ναι ἡ θύρα,
Θἄρθῃ ἀκτῖνα χρυσῆ τὸ σκότος νὰ διαλύσῃ
Ἂν στὴν ἐνέργεια τοῦ καλοῦ δὲ μείνῃ στείρα
Ἡ γενεά σου κι’ ὁδηγὸν ἐσὲ γνωρίσῃ.
56