Σελίδα:Συριανά Αφηγήματα, Εμμανουήλ Ροΐδου.djvu/69

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΑ65

ἐκτέλεσιν τοῦ ἔργου μετὰ τῆς ἀπαιτουμένης σεμνότητας ἐδυκόλευαν ἔτι μᾶλλον τὰ τότε τοῦ συρμοῦ πλατύγυρα κρινελίνα ἢ κατὰ ἑλληνίζοντας, μὲ συμπάθειο, πυγόκοσμα, τῶν ὁποίων τὰ σιδηρᾶ ἐλάσματα ἠδύναντο νὰ προκαλέσωσι κατὰ τὸ κάθισμα αὐτομάτους τῶν φουστανίνων ἀναπηδήσεις. Εἰς ὅλα ταῦτα πρέπει νὰ προστεθῇ καὶ ἡ ἐπικρατοῦσα εἰς τὴν Σῦρον πρόληψις, ὅτι ἐξακολουθεί να εἶναι ἡ Ἑλλὰς ὁ ὑμνηθεὶς ὑπὸ τοῦ Εὐριπίδου εὐλογημένος τόπος, ὁ οὔτε θερμὸς τὸ θέρος οὔτε κρύος τὸν χειμῶνα. Ἀποτέλεσμα τῆς προλήψεως ταύτης ἦτο νὰ θεωρῆται ὑπὸ τῶν Συριανῶν πᾶσα ἐκτὸς τοῦ μαγειρείου καῦσις ξύλων ἢ καρβούνων ὡς ἀσυγχώρητος ἀσωτία ἢ σκορποπαραδιά, καὶ νὰ ἐπικρατοῦν κατὰ τοὺς χορευτικοὺς μῆνας αἱ χιονίστραι ἐπιδημικῶς.

Ὅλα τὰ ἀνωτέρω κτυπήματα εἶχε συμπέσει νὰ κορυφωθῶσι κατὰ τὸν τελευταῖον χορὸν τοῦ 186… Τὸ πλῆθος ἦτο πολύ, ὄχι μόνoν διότι ἦτο ὁ τελευταίoς τοῦ χειμῶνος, ἀλλὰ καὶ ἐπρόκειτο νὰ παρευρεθοῦν εἰς αὐτὸν οἱ ἀξιωματικοὶ τοῦ σταθμεύοντες ἀγγλικοῦ πλοίου, καὶ ἰδίως ὁ νέoς σημαιοφόρoς Ἀρθ. Γλ., τοῦ ὁποίου αἱ χρυσαῖ τρίχες, αἱ χρυσαῖ λίραι, αἱ λεμβοδρομίαι καὶ ἡ συνωνυμία μὲ ἔνδοξον πολιτικὸν ἄνδρα εἶχαν φουντώσει τῶν Συριανίδων τὴν φαντασίαν.

Τὸ ψῦχος ἦτο δριμὺ καὶ ὁ καιρὸς τρισάθλιος. Ὅλην τὴν ἡμέραν ἔσταζε χιονόνερον βορβορογόνον καὶ τὸ ἑσπέρας ἐφύτησε βορρᾶς ἱκανὸς νὰ ξερριζώσῃ τὰ κέρατα ταύρου. Ἐπόμενον λοιπὸν ἦτο νὰ εἶναι ἐκτάκτως πρησμένοι οἱ πόδες, βορβορώδη τὰ ὑποδήματα καὶ ἡ ἀντικατάστασις αὐτῶν κοπιώδης. Ὁ προθάλαμος τῆς Λέσχης παρεῖχε τὴν ἑσπέραν ἐκείνην τὸ θέαμα πρωτοφανοῦς καὶ εἰς αὐτὰ τὰ χρονικὰ τῆς Σύρου συγχύσεως καὶ ἀκαταστασίας. Ὑπὲρ τοὺς ἑκατὸν Συριανοὶ καὶ Συριαναὶ ἐμάλλωναν διὰ τὰ πέντε ἢ ἓξ καθίσματα ἢ ἐπερίμεναν τὴν σειράν των νὰ διορθώσουν πρὸ τοῦ μοναδικοῦ καθρέπτου τὰς ἐκ τῆς κακοκαιρίας ζημίας τοῦ στολισμοῦ των. Ὁ ἄνεμος τῷ ὄντι, εἰσδύσας ὑπὸ τὰ σάλια, τὰ μαντήλια καὶ τ’ ἄλλα κουκουλώματα τῆς κεφαλῆς, εἶχε διαταράξει σπουδαίως τὴν ἁρμονίαν τῶν κτενισμάτων, τὰ ὁποῖα ἐσυνηθίζοντο τότε ὑψηλὰ καὶ πολύπλοκα μὲ διαδήματα, πτερά, κορδέλλας καὶ στεφάνους τεγνητῶν ἀνθέων. Τὸ ἀνασήκωμα εἶχε μὲν προφυλάξει τὰς οὐρὰς ἀπὸ τὴν λάσπην, πολλὰ ὅμως μεσοφούστανα ἦσαν ἐλεεινῶς πιτσυ-