Σελίδα:Συριανά Αφηγήματα, Εμμανουήλ Ροΐδου.djvu/66

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
62ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΟΥ

ὠμότητα τῶν ἁγυιοπαίδων, οἵτινες ἔτρεχον κατόπιν αὐτοῦ κραυγάζοντες καὶ λιθοβολοῦντες. Τὴν ὥραν ἐκείνην ἐξελθόντες οἱ μαθηταὶ τοῦ Λυκείου εἰς τὸν συνήθη ἑσπερινὸν περίπατον ἀνήρχοντο ἐν στρατιωτικῇ παρατάξει τὸν ἀνήφορον τῆς Ἄνω Σύρου. Αἱ τάξεις διεσπάσθησαν ἀμέσως καὶ πάντες ἐτρέξαμεν εἰς βοήθειαν τοῦ κινδυνεύοντος φίλου μας, ἐνῷ ἐπρόβαλε πνευστιῶν ὁ Κάρλος ἐξ ἄλλης ὁδοῦ. Ἀλλ’ ἦτο πλέον ἀργά. Ὁ Πλούτων, τοῦ ὁποίου ἐξήντλησαν τὰς τελευταίας δυνάμεις ἡ ὁρμὴ τοῦ δρόμου, ὁ τρόμος καὶ οἱ λιθοβολισμοί, κατέπεσε πλησίον τῆς πύλης τοῦ νεκροταφείου, μόλις προφθάσας νὰ γλείψῃ τὰς χεῖρας τοῦ παιδίου πρὶν ἢ ἐκπνεύσῃ πρὸ τῶν γονάτων του.

Συλλέξαντες δι’ ἐράνου τρεῖς δραχμὰς κατεπείσαμεν δι’ αὐτῶν τὸν νεκροθάπτην ν’ ἀποθέσῃ τὸ λείψανον τοῦ Πλούτωνος εἰς λάκκον σκαφέντα πλησίον τοῦ νεκροταφείου, ἀφοῦ ἀδύνατον ἦτο νὰ ταφῇ ἐντὸς αὐτοῦ, διὰ τὸν λόγον ὅτι εἶχε τέσσαρας πόδας. Πολλάκις ἔκτοτε, ἀναγινώσκων ὅσα γράφονται περὶ μελλούσης ζωῆς ἔτυχε νὰ σκεφθῶ ὅτι, ἂν ἀληθεύῃ ἡ γνώμη τῶν πιστευόντων ὅτι δὲν ἐπιζῇ εἰς τὸ σῶμα πᾶσα ψυχή, ἀλλὰ μόνη ἡ πίστις, ἡ ἀφοσίωσις, ἡ αὐταπάρνησις καὶ ἡ ἀγάπη βραβεύονται εἰς τὰς αἰωνίους μονάς, πολὺ πιθανώτερον παρὰ πολλῶν μεταστάντων γνωρίμων φίλων μου εἶναι νὰ εὑρίσκεται ἐκεῖ ἡ ψυχὴ τοῦ καλοῦ ἐκείνου σκύλλου.


ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΛΟΓΟΥ
Αʹ

Ἄδικον θὰ ἦτο νὰ ὑποθέσωμεν ὅτι τὸ Ζητήσατε τὴν γυναῖκα ἀρμόζει εἰς μόνα τὰ μαχαιρώματα, τὰς φαρμακώσεις καὶ τὰς ληστείας ταμείων. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι, καθὼς τῶν περισσοτέρων κακουργημάτων, οὔτω δύναται νὰ ἀνευρεθῇ εἰς τὴν γυναῖκα ἡ πρώτη αἰτία καὶ τῶν περισσοτέρων ἀριστουργημάτων. Χωρίς τὴν αἰσχρότητα τῶν ἀρχαίων Ἑλληνίδων, τῆς Ἑλένης, τῆς Φαίδρας, τῆς Μηδείας, τῆς Κλυταιμνήστρας καὶ τῶν ἀλλων, οὔτε Ἰλιάδα θὰ εἴχομεν, οὔτε Αἰσχύλον ἢ Εύριπίδην, οὔτε χωρὶς τὴν σεμνότητα