Σελίδα:Σκαραβαίοι και Τερρακότες (1919).pdf/17

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.


ΦΛΩΡΑ ΜΙΡΑΜΠΙΛΙΣ

Νεφελοκοβ’ ἡ συννεφιὰ κ’ ἥλιος χρυσὸς προβάλλει,
σκορπάει τὴν ἄχνη πὤκρυβε τοῦ ἐρωτευμένου κόσμου
τὰ τόσα τὰ γητέματα, τὰ τόσα χλωρὰ κάλλη·
ἤμουν τυφλὴ κι ἀνάβλεψα, τυφλὴ καὶ σέ ηὗρα φῶς μου.

Περίσσια, Αγάπη, ἡ χάρι σου κ’ ἡ δύναμις μεγάλη,
στὴν ἀβασίλευτη ὀμορφιὰ πἀνάστησες ἐμπρός μου,
σ’ αὐτήν, πἀνοίγεις τὴ θερμὴ κι ἐρωτικὴν ἀγκάλη
σφαλῶ τὰ μάτια κι ἄθελα μὲ ρίχτει ὁ λογισμός μου.

Ἂς ἔρθῃ ὁ Χάρος! σὲ ξανθοὺς κι ἀζάρωτους κροτάφους
τὸ κρυσταλλό του δάχτυλο νὰ ’γγίξῃ τώρα πρέπει,
ποῦ νὰ βαστάῃ τὄνειρο βαθιὰ καὶ μὲς τοὺς τάφους.

Γιατὶ μὲ πόνο, στὰ βαριὰ τὰ χρόνια, δίχως πόϑο,
δίχως ἀγάπη, ἀσπρόμαλλη ὁ νοῦς γρηὰ μὲ βλέπει
σὲ σταχτοπαίπαλη γωνιὰ σ’ ἀνέμη ἐμπρὸς νὰ κλώθω.

16