Σελίδα:Μελέτη 2 (1912).djvu/65

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
127
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟΝ

Πάντα τὰ γενικὰ καὶ μερικὰ εἰς τήν ἔρευναν ταύτην ἀναφερόμενα ζητήματα πλειστάκις ἐξητάσθησαν καὶ διεφωτίσθησαν, ὑπ′ αὐτῶν τῶν ἰδίων σκαπανέων τῆς Κρήτης. Ἀλλὰ διὰ τήν ἐπιστήμην δὲν ἐξαντλεῖται τίποτε. Ὅσον περισσότερον φῶς διαχέει, τόσον περισσότερον φῶς ζητεῖ. Πληθὺς νεαρῶν ἐπιστημόνων ἐτέθη ἀμέσως ἐπὶ τὰ ἴχνη τῶν μεγάλων ἐρευνητῶν καὶ μὲ ἀκαταπόνητον δραστηριότητα ζητεῖ νὰ ἐξακριβώσῃ ἰδίως τὰ οὐχὶ ὀλίγα μερικὰ ζητήματα, τὰ ὁποῖα ὀλίγον κατ′ ὀλίγον ἀποχωρίζονται ἀπὸ τῆς καθόλου ἀρχαιολογικῆς ἐπιστήμης τοῦ εἰδικοῦ κρητομυκηναϊκοῦ κλάδου καὶ ἰδιαίτερον πεδίον μελέτης ἀποτελοῦσι.

Τὰ περίπλοκα ζητήματα τῆς χρονολογίας τοῦ πολιτισμοῦ τούτου καθόλου ἀνέλαβε νὰ ἐξακριβώσῃ πρὸ τριῶν ἐτῶν διὰ τῆς ἐναισίμου του διδακτορικῆς πραγματείας ὁ Diedrich Fimmen, (Zeit und Dauer der Kretisch - Mykenischen Kultur, Verlag von B. G. Teubner, Leipzig 1909. M. 3) Ἡ λεπτομερεστάτη ἀνάλυσις τῶν πραγμάτων, ἡ συγκριτικὴ ἐξέτασις τῶν εὑρημάτων Κρήτης, Αἰγύπτου, Ἑλλάδος κατέληξεν εἰς ἐξαγόμενα ἀδιαφιλονικήτου κύρους διὰ πάντα τὰ οὐσιώδη σημεῖα τῇς ἐρεύνης. Τὸ βιβλίον δύναται νὰ ὀνομάσει τις θεμελιῶδες, ὅσον καὶ ἂν φυσικὰ ἡ προϊοῦσα ἔρευνα εἶναι πιθανὸν νὰ φέρῃ τροποποιήσεις τινὰς ἢ βελτιώσεις εἰς τὸ πόνημα δι′ αὐτοῦ τούτου τοῦ συγγραφέως.

Ἓν δεύτερον θεμελιῶδες θέμα ἀνέλαβε νὰ ἐξακριβώσῃ καὶ διαφωτίσῃ τελείως ἡ πρόσφατος πραγματεία τοῦ Reisinger, ἐπίσης ἐναίσιμος διδακτορικὴ διατριβή, εἰς βιβλίον ἰδιαιτέρως τυπωμένη. ΙΙρόκειται περὶ τῆς συστηματικῆς ἐκθέσεως τῇς ἀναπτύξεως τῆς κρητικῆς κεραμικῆς κατὰ τήν σπουδαιοτάτην αὐτῆς περίοδον. Ἡ πραγματεία ἀρχίζει ἀπὸ τήν ἐμφάνισιν τῶν καμαραϊκῶν λεγομένων ἀγγείων τῆς δευτέρας μεσομινωϊκῆς ἐποχῆς καὶ τελειώνει εἰς τὰ ἀγγεῖα τῆς λεγομένης τεχνοτροπίας τῶν ἀνακτόρων Κνωσοῦ τῆς δευτέρας ἐσχάτης μινωϊκῆς ἐποχῆς. Ἡ περίοδος αὕτη περιλαμβάνει τούς χρόνους τῆς ὑψίστης ἀκμῆς τῆς κεραμικὴς τέχνης τῆς Κρήτης — μεταξὺ περίπου τοῦ 18ου καὶ 15ου αἰῶνος πρό Χριστοῦ. Αἱ λαμπραὶ ἀναπτύξεις τοῦ καὶ ἀποτελοῦν ὡς εἰκός βάσιν τῆς ἐργασίας. Ἀλλὰ τὴν ταξινόμησιν τοῦ ὑλικοῦ διὰ μιᾶς καθολικῆς ἀναθεωρήσεως, τὴν διερεύνησιν τῆς σχέσεως τὴς κεραμικῆς τῶν νήσων Μήλου, Θήρας καὶ τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδος πρὸς τὴν κρητικῆς ἀγγειογραφίαν καὶ τὴν βοηθείᾳ τῶν ἀγγείων διαφώτισιν τῆς χρονολογίας τῆς προϊστορίας τῆς Κρήτης, τῶν νήσων, τῆς Τρῳάδος καὶ τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδος, ὡς σκοπόν του ἔθηκεν ὁ συγγραφεὺς τοῦ ὑπ′ ὄψει μας βιβλίου.

Καὶ τὸν σκοπόν του ἐπέτυχε μετὰ τόσης σαφηνείας καὶ ἀσφαλείας, ὥστε εἰς πάντα σχεδὸν τὰ σημεῖα τῆς ἐρεύνης του δέν ἀμφιβάλλομεν ὅτι θὰ εὕρῃ συμφωνοῦντας πρὸς αὐτὸν τούς ἀρχαιοδίφας. Πάντες δὲν θὰ συμφωνήσουν ἴσως μόνον εἰς τὴν θεωρίαν ὅτι ἡ θαυμασία ἀγγειογραφία τῆς πρώτης ἐσχάτης μινωϊκῆς ἐποχῆς (Late Minoan I) χαρακτηρίζει τὴν ἀδιατάρακτον συνεχῆ ἀνάπτυξιν τὴς ἀγγειογραφίας τῆς δευτέρας μεσομινωϊκῆς ἐποχῆς (Middle Minoan II). Ἡ μετάβασις ἀπὸ τῆς ζωγραφικῆς τεχνοτροπίας ἀγγείου, ὅπως τὸ ὑπ′ ἀριθ. 10 τοῦ δευτέρου πίνακος τοῦ βιβλίου τοῦ Reisinger εἰς τὴν ὅλως διάφορον τεχνοτροπίαν τῶν ἀγγείων τῆς ἀκολουθούσης ἐποχῆς δέν φαίνεται πιθανὸν ὅτι δύναται νὰ θεωρηθῇ ὡς συνεχὴς ἀνάπτυξις. Καί πολύ πιθανωτέρα εἶναι ἡ γνώμη μιᾶς ἐθνολογικῆς μεταβολῆς εἰς τὴν Κρήτην, ἣν ὑπέθεσεν ὁ μέγας ἱστορικός Eduard Meyer τοὐλάχιστον μιᾶς ἰδιαιτέρας φυλετικῆς μεταβολῆς διὰ μεταβάσεως τῆς ἐπικρατήσεως ἀπό μιᾶς φυλῆς εἰς ἄλλην ἐν τῇ αὐτῇ νήσῳ.

Ἀλλὰ τοῦτο εἶναι μία λεπτομέρεια, ἂν καὶ οὐσιώδης, προκειμένου περὶ τοῦ σπουδαιοτάτου ζητήματος τῇς ἀπολύτου ἀλληλουχίας τῆς