εἰς τὴν πεδιάδα τοῦ Μεσολογγίου, διὰ νὰ δεχθῇ τοὺς ἐξερχομένους καὶ νὰ ἀντικρούσῃ τὴν ὁρμὴν τῶν ἐχθρῶν, οἱ ὁποῖοι ἀναμφιβόλως ἤθελον ἀκολουθεῖ διώκοντες. Πολλοὶ ἤθελον διαφύγει τὴν αἰχμαλωσίαν καὶ τὸν θάνατον, ἐὰν ὁ Καραϊσκάκης δὲν ἤθελεν εἶναι ἀσθενής. Μ’ ὅλον ὅτι ἐπροσπάθησε νὰ πέμψῃ εἰς βοήθειαν τῶν ἐξερχομένων τὰ ὑπ’ αὐτὸν στρατιωτικὰ σώματα, δὲν ἠμπόρεσεν ὅμως νὰ πείσῃ εἰμὴ ἓν μέρος μόνον, καὶ ἐκ τούτων ὀλίγοι ἐπροχώρησαν ἕως εἰς τοὺς πρόποδας, οἱ δὲ λοιποὶ ἔμειναν καθ’ ὁδὸν ἀποδειλιάσαντες νὰ προχωρήσωσιν. Ἀπεδέχθη ὁ Καραϊσκάκης καὶ ἐπεριποιήθη ὅσον ἐδύνατο τοὺς διασωθέντας ἀπὸ τὸ Μεσολόγγιον καὶ τοὺς παρέπεμψεν εἰς Σάλωνα διαμείνας αὐτὸς μερικὰς ἡμέρας, ἕως νὰ ἰδῇ τὰ κινήματα τῶν ἐχθρῶν καὶ νὰ ἀναλάβῃ.
Ἀφ’ οὗ τὸ ἀθάνατον Μεσολόγγι ἔπεσεν εἰς τὰς χεῖρας τῶν ἐχθρῶν, ὅλοι τῆς Στερεὰς Ἑλλάδος οἱ κάτοικοι ἐκυριεύθησαν ἀπὸ ἠθικήν τινα δειλίαν καὶ ταπείνωσιν, ἄφευκτον ἐπακολούθημα τοιούτων ἀποτυχιῶν. Ἡ ὑπερβολικὴ πεῖνα, ἡ ὁποία ἐπεκράτει εἰς ὅλας τὰς ἐπαρχίας, ἠνάγκασεν ὅλον τὸ στρατιωτικὸν ὁμοῦ μὲ τοὺς διασωθέντας ἀπὸ τὸ Μεσολόγγιον νὰ ἀποσυρθῶσιν ὅπου εὕρισκον ἀφθονώτερα τὰ πρὸς ζωάρκειαν. Ὅλοι, ὅσοι δὲν κατεδέχοντο ἢ ἐφοβοῦντο νὰ ὑποβάλωσι πάλιν τὸν τράχηλόν των εἰς τὸν Ὀθωμανικὸν ζυγόν, καὶ οἱ γυμνασμένοι περισσότερον εἰς τὴν στρατιωτικὴν κατέφυγον εἰς τὴν Πελοπόννησον. Οἱ λοιποὶ πολῖται, μείναντες ἀπροστάτευτοι ἀπὸ στρατιωτικὴν δύναμιν καὶ μὴ ἔχοντες τρόπον διὰ νὰ μεταφέρωσιν ἀλλοῦ τὰς οἰκογενείας των, ἐζήτησαν ἄσυλον εἰς τὰς ἀποτόμους κορυφὰς τῶν ὀρέων, εἰς τὰ δάση καὶ εἰς τὰ σπήλαια· ἀλλὰ καταδιωκόμενοι καὶ ἐκεῖ ἀπὸ τὸν ἀνίκητον ἐχθρόν, τὴν πεῖναν, καὶ βλέποντες ὅτι διὰ νὰ ἀποφύγωσιν ἓν εἶδος θανάτου, ἔμελλον νὰ ὑποπέσωσιν εἰς ἄλλο σκληρότερον, ἠναγκάσθησαν νὰ καταφύγωσιν εἰς ἕνα τρόπον σωτηρίας, τὸν ὁποῖον μόνον τὰ ἀνίκητα ταῦτα αἴτια καταστήνουσιν ὀλιγώτερον ἐπονείδιστον.
Ἀπεδέχθησαν τὴν πολλάκις παρὰ τῶν ἐχθρῶν προβληθεῖσαν ὑποταγήν. Ὥστε εἰς διάστημα ἑνὸς μηνὸς μετὰ τὴν πτῶσιν τοῦ Μεσολογγίου, ὅλαι αἱ ἐπαρχίαι τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος ὑπετάχθησαν χωρὶς πόλεμον εἰς τὸν Κιουταχῆν, αὐτὸς δὲ θέλων νὰ καθησυχάσῃ τὰ ἔτι ἐξηγριωμένα πνεύματα τῶν Ἑλλήνων, ἐφέρετο μὲ ἀπαραδειγμάτιστον ἡμερότητα καὶ συγκατένευσεν εὐκόλως εἰς ὅλα των τὰ ζητήματα. Διὰ νὰ καταστήσῃ δὲ στερεωτέραν τὴν ἡσυχίαν καὶ νὰ ἀφαιρέσῃ πᾶσαν αἰτίαν ἐπαναστάσεως, διέταξε νὰ φυλάττεται ἡ μεγαλειτέρα εὐταξία εἰς τὰ στρατεύματά του καὶ ἐπαίδευσεν αὐστηρῶς τοὺς καταφρονήσαντας τὰς παραγγελίας του.
Ὁ Καραϊσκάκης ἀναλαβὼν ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν του διευθύνθη εἰς Λάζον,