Πρῶτον διότι ἂν εὑρεθῇ τις φιλοτιμούμενος νὰ γνωματεύσῃ καὶ αὐτός, ἴσως ἡ γνώμη του δὲν θὰ εἶνε φρονιμωτέρα τῆς ἰδικῆς μου. Καὶ δεύτερον διότι ἂν εὑρεθῇ τις νὰ μὲ ἀντικρούσῃ, οὗτος βεβαίως ἔσεται κατὰ πολὺ ἀνοητότερος τῆς γνώμης μου.
Καὶ πρῶτον θεωρῶ καθῆκόν μου νὰ δηλώσω, ὅτι εἶνε ἀνακριβὴς ὁ ἰσχυρισμὸς τῆς ἱερᾶς ἱστορίας· διότι ὁ θεὸς καὶ ἁπλοῦς πολίτης ἐὰν ἦτο, πάλιν ἀφοῦ χάριν τοῦ Ἀδὰμ ἐγένετο κηπουρὸς καὶ ἐφύτευσε τὸν παράδεισον, δὲν θὰ τῷ ἀπηγόρευε νὰ ἐγγίσῃ τὸ δένδρον τῆς γνώσεως.
Φαντασθῆτε πῶς θὰ σᾶς ἐφαίνετο νὰ ζητήσετε ἀπὸ ἕνα φίλον σας τὸ κλειδὶ τῆς ἐξοχικῆς του οἰκίας διὰ νὰ περάσητε ἐκεῖ ὀλίγας ἡμέρας, πῶς θὰ σᾶς ἐφαίνετο νὰ σᾶς τὸ στείλῃ παραχωρῶν μὲν τὴν οἰκίαν καὶ τὸν κῆπον, ἀλλὰ ἀπαγορεύων νὰ ἐγγίσητε τὴν λεμονιὰν ἢ τὴν ἀμυγδαλιάν του.
Καὶ πάλιν δὲν εἶνε κατάλληλος ἡ παρομοίωσις διότι θὰ παρεκαλεῖτε νὰ σᾶς δοθῇ, ἐνῷ ὁ Ἀδὰμ δὲν παρεκάλεσε ποσῶς. Τῷ ἐστάλη δὲ ἡ κλεὶς τοῦ παραδείσου αὐθορμήτως τοῦθ’ ὅπερ σημαίνει ὅτι θὰ ἦτο ἔλλειψις ἁβροφροσύνης πλέον καὶ ἡ ἐλαχίστη παρατήρησις. Καὶ πρὸς τιμὴν τοῦ ἰδιοκτήτου τοῦ παραδείσου ἐπαναλαμβάνω ὅτι εἶναι ἀνακριβὴς ὁ ἰσχυρισμὸς τῆς ἱερᾶς ἱστορίας.
Πρὶν ἀνακαλυφθῆ ὁ ἱπποτισμὸς καὶ αἱ ὑποκλίσεις, οἱ ἄνδρες ἦσαν ἀνώτεροι ἀπὸ τὰς γυναῖκας καὶ ὑπάρχουσι πολλὰ παραδείγματα ἀποδεικνύοντα ὅτι κατ’ ἐκείνους τοὺς εὐτυχεῖς χρόνους αἱ γυναῖκες ἐφοβοῦντο τοὺς ἄνδρας των.
Εἰς τὴν ἐποχήν μας, καθ’ ἣν ὅλοι οἱ κοινωνικοὶ ὅροι ἀντεστράφησαν, τὸ τοιοῦτον θεωρεῖται βεβαίως μυθολογική τις χίμαιρα καὶ ἀμφιβάλλομεν ἂν ὑπάρχῃ μία τοὐλάχιστον γυνὴ μὴ μορφάσασα σκωπτικῶς καθ’ ἥν στιγμὴν ὁ ἱερεὺς τελῶν τὸ μυστήριον τοῦ γάμου τίθησιν ὡς ἀκρογωνιαῖον αὐτοῦ λίθον τὴν εὐχὴν· «Ἡ δὲ γυνὴ νὰ φοβεῖται τὸν ἄνδρα.»
Εἰς ὅσους γάμους καὶ ἂν παρεστάθην, καὶ δὲν παρεστάθην εἰς ὀλίγους, ἀφ’ ὅτου μάλιστα συνεδέθην διὰ φιλίας πρός τινα