Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου (1886).djvu/103

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΚΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ περιβάλλων δι' ἐταστικοῦ βλέμματος τὴν πόλιν.

Δὲν βλέπω ἢ ἀπέραντον ἁπόπατον πρὸ ἐμοῦ. Περίεργον! Εἶχον μάθει ὅτι ἤρκει πρὸς τοῦτο ἡ «Νέα Ἀγορά».

ΑΙΣΧΙΝΗΣ

Τίς οἶδεν! Ἔκτοτε μετεβλήθη ὁ κόσμος. Ἴσως ἡ εὐγλωττία σήμερον διαρρέει ἐκ τῶν ὄπισθεν....


ΣΚΗΝΗ Γ΄.

[Φαίνεται κατερχόμενος τῆς Ἀκροπόλεως ὁ Περικλῆς σύνοφρυς.]

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ

Τί καινόν, Περίκλεις;

ΠΕΡΙΚΛΗΣ

Εἶδον βέβηλον ἀστὸν ἀποξέοντα τὰς γλυφὰς τοῦ Παρθενῶνος. Ἐζήτει νὰ μοι πωλήσῃ τεμάχια γλυπτῶν λίθων ἀντὶ μνᾶς.

ΑΙΣΧΙΝΗΣ

Καὶ δεν κατεκρήμνισας αὐτὸν κατὰ τῶν βράχων;

ΠΕΡΙΚΛΗΣ

Ὄχι, διότι ἦτο στενὸς φίλος τοῦ ἐφόρου τῶν ἀρχαιοτήτων.

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ

Ἔμαθες κἂν τὸ ὄνομα τοῦ συλοῦντος τὴν Πνῦκα ἡμῶν;

ΠΕΡΙΚΛΗΣ

Γραιώδης νεανίσκος, ὃν ἠρώτησα, μοὶ εἶπεν ὅτι καλεῖται τομεύς, λατόμος, τοτόμης, δὲν ἐνθυμοῦμαι καλῶς.

ΑΙΣΧΙΝΗΣ

Εὖγε! τὶ ὄνομα ἀντάξιον τῆς πράξεως.

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ

Εἶνε ἕλλην λοιπὸν; Ὦ Ζεῦ καὶ Ἄπολλον! Ἐγὼ ἐνόμιζον ὅτι ἦτο Πέρσης ἢ Λυδός.


103